Βρετανοί δημοσιογράφοι σε ρόλο κατασκόπου φυγαδεύουν από τη Δύση προς τις χώρες του Σιδηρού Παραπετάσματος λογοτεχνικά βιβλία για να κρατούν ελεύθερα τα πνεύματα των πολιτικών κρατουμένων.
Θα μπορούσε να είναι η μαγιά για μία κινηματογραφική συμπαραγωγή ή κάποια μίνι σειρά σε πλατφόρμα streaming βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα. Αφού ένας τομέας των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών για χρόνια έτρεξε ένα πρόγραμμα επικοινωνίας με τους αντιφρονούντες του σοβιετικού καθεστώτος μέσα από τα μονοπάτια της λογοτεχνίας.
Είναι η ιστορία που περιγράφει στο βιβλίο του ο Τσάρλι Ινγκλις με τίτλο «CIA Book Club: The Best Kept Secret of the Cold War» (εκδ. William Collins). Και την οποία επιβεβαιώνει στη βιβλιοπαρουσίασή του στην «Guardian» ο Τζον Σίμπσον, συντάκτης διεθνών ειδήσεων του BBC, γράφοντας για την προσωπική του εμπειρία:
«Τον Νοέμβριο του 1978, μου τηλεφώνησε ένας μάλλον σπουδαίος βρετανός δημοσιογράφος που είχε ακούσει ότι επρόκειτο να πάω στη Μόσχα. “Ενας ρώσος φίλος μου θα ήθελε πολύ τον τελευταίο τόμο του Αρχιπελάγους Γκουλάγκ του Σολζενίτσιν. Δεν νομίζω ότι θα μπορούσατε να του το περάσετε λαθραία…”. Το έκανα, φυσικά, συγκαλύπτοντάς το μάλλον αδύναμα, τυλίγοντάς το στο εξώφυλλο του πιο βαρετού βιβλίου που είχα στην κατοχή μου: “Λίβανος, μια χώρα σε μετάβαση”. Eνας τελωνειακός υπάλληλος στο αεροδρόμιο Σερεμέτιεβο της Μόσχας το ξεφύλλισε για λίγο, αλλά παρόλο που το κείμενο ήταν στα ρωσικά, δεν κατάλαβε περί τίνος επρόκειτο. Δύο νύχτες αργότερα, κοντά στην είσοδο του πάρκου Γκόρκι, παρέδωσα το βιβλίο σε έναν ύπουλο τύπο που φαινόταν να είναι προμηθευτής απαγορευμένων αγαθών στην κοινότητα των αντιφρονούντων. Μου έδωσε ως αντάλλαγμα μια μικρή εικόνα του 18ου αιώνα.
Μόνο τώρα, τόσα χρόνια αργότερα, συνειδητοποίησα ότι ήμουν σχεδόν σίγουρα ένα μάλλον αφελές βαποράκι για ένα σχέδιο της CIA να περνάει λαθραία ανατρεπτικά βιβλία μέσα από το σιδηρούν παραπέτασμα».
Σύμφωνα με το βιβλίο του Τσάρλι Ινγκλις, το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» το διάβασε στη φυλακή ο πολωνός διανοούμενος και πολιτικός ακτιβιστής Ανταμ Μίχνικ. Κάποιος είχε καταφέρει να του περάσει ένα αντίτυπο εκεί, χάρη στην επιχείρηση της CIA με κωδικό QRHELPFUL. Ο Σολζενίτσιν δεν ήταν ο μόνος συγγραφέας του οποίου τα έργα η CIA κυκλοφόρησε λαθραία. Τα «1984» και «Φάρμα των ζώων» του Τζορτζ Οργουελ ήταν από τα πιο δημοφιλή μεταξύ των αντιφρονούντων. Αλλά και οι συγγραφείς Ανταμ Μίκιεβιτς, Αλμπέρ Καμί, Ναντέζντα Μάντελσταμ, Αγκαθα Κρίστι επίσης περιλαμβάνονταν στη λίστα βιβλίων QRHELPFUL.
Εμπνευστής του σχεδίου ήταν ένα γοητευτικότατο αφεντικό της CIA, ο Τζορτζ Μίντεν, γράφει στο άρθρο τoυ στην «Guardian» o Τζον Σίμπσον. Ο Μίντεν πίστευε ότι για τα φυλακισμένα μυαλά της σοβιετικής επικράτειας η ελεύθερη ανάγνωση καλής λογοτεχνίας ήταν εξίσου σημαντική με οποιαδήποτε άλλη μορφή ελευθερίας. Κατά το μεγαλύτερο διάστημα της δεκαετίας του 1980 η CIA διοικούνταν από έναν μάλλον κουραστικό, θορυβώδη τυχοδιώκτη που ονομαζόταν Μπιλ Κέισι, ο οποίος διορίστηκε από τον Ρόναλντ Ρέιγκαν το 1981. Το Book Club ήταν μία από τις πιο λογικές προσπάθειες του Κέισι και ο Μίντεν ήταν υπό τις διαταγές του όταν μπόρεσε να διοχετεύσει βιβλία, φωτοτυπικά μηχανήματα, ακόμη και τυπογραφεία στις χώρες με σοβιετικού τύπου καθεστώτα. Το πρόγραμμα αυτό βοήθησε τους ανθρώπους εκεί να κρατήσουν επαφή με το είδος ακριβώς της δυτικής κουλτούρας που οι αρχιερείς του μαρξισμού – λενινισμού ήθελαν να αποκλείσουν.
Αυτό ίσχυε ιδιαίτερα στην Πολωνία, στην οποία εστιάζει ο Ινγκλις στο βιβλίο του. Οι Πολωνοί δεν ξέχασαν ποτέ ότι η χώρα τους αποτελούσε ουσιαστικά μέρος της Δυτικής Ευρώπης και η ροή της γαλλικής, βρετανικής και αμερικανικής λογοτεχνίας ειδικότερα ήταν σημαντικό μέρος της διατήρησης αυτής της συνείδησης. Ο Μίχνικ, ο αντιφρονών που διάβασε τον Σολζενίτσιν στη φυλακή, μιλάει εκ μέρους εκατοντάδων χιλιάδων, ίσως εκατομμυρίων, ανθρώπων πίσω από το σιδηρούν παραπέτασμα όταν λέει στον συγγραφέα τού «CIA Book Club»: «Ενα βιβλίο ήταν σαν φρέσκος αέρας. Τα βιβλία μάς επέτρεψαν να επιβιώσουμε και να μην τρελαθούμε».
Λαθρεμπόριο και ίντριγκα
Ο Τσάρλι Ινγκλις στο βιβλίο του τεκμηριώνει ιστορίες λαθρεμπορίου, ίντριγκας και επιβίωσης, υπενθυμίζοντας τα εξαιρετικά γεγονότα του αγώνα της Πολωνίας για ελευθερία. Οπως αρμόζει σε ένα τόσο εγγράμματο έθνος, τα βιβλία έπαιξαν τον ρόλο τους σε αυτό και ο αξιωματούχος της CIA Τζορτζ Μίντεν πέτυχε το αποτέλεσμα που ήθελε.
Η άνοδος του συνδικάτου της Αλληλεγγύης, που ξεκίνησε από τα ναυπηγεία του Γκντανσκ το 1980, αποδείχθηκε η αρχή του τέλους για την αυτοκρατορία της Μόσχας στην Ευρώπη. Οι προσπάθειες του πολωνού πρωθυπουργού, στρατηγού Γιαρουζέλσκι, να καταστείλει το αίτημα για μεγαλύτερη ελευθερία πέτυχαν στο ελάχιστο. Η Σοβιετική Ενωση αιμορραγούσε από τον πόλεμο στο Αφγανιστάν, η αγκυλωμένη πολιτική δομή της έδειχνε τις αδυναμίες της, μια σειρά από αρχαία ζόμπι ήρθαν στην εξουσία και πέθαναν, ενώ ένας νέος ηγέτης, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, ανέλαβε το αδύνατο έργο να προσπαθήσει να αναζωογονήσει ένα σύστημα που ουσιαστικά είχε τελειώσει.
Αλλά οι καλές προθέσεις του και η γνήσια αξιοπρέπειά του – τονίζει ο Τζον Σίμπσον – απλώς δεν ήταν αρκετές. «Σύντομα ο λαός της Ανατολικής Γερμανίας ακολούθησε το παράδειγμα των Πολωνών στο αίτημά του για μια καλύτερη, πιο ελεύθερη ζωή, και τη νύχτα της 9ης Νοεμβρίου 1989 μια κακοσχεδιασμένη απόφαση του πολιτικού γραφείου της Ανατολικής Γερμανίας επέτρεψε σε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους να περάσουν από τα σημεία διέλευσης του Τείχους του Βερολίνου. Η σοβιετική αυτοκρατορία στην Ευρώπη ήταν νεκρή. Δεν σκοτώθηκε από τα λαθραία αντίτυπα του “Αρχιπελάγους Γκουλάγκ” και του “1984”, αλλά αναμφισβήτητα έκαναν το χρέος τους συμβάλλοντας στη διαδικασία. Δεν υπάρχει τίποτα πιο σημαντικό από την ελευθερία του μυαλού, και αυτό είναι που παρείχε το QRHELPFUL».