Τα καθοριστικότερα πολιτικά σφάλματα στην Ιστορία προέκυπταν από άγνοια της ανθρώπινης ψυχολογίας. Αυτό έγραφε κάποτε ο γάλλος πρωτοπόρος της ψυχολογίας Γκιστάβ λε Μπον. Πράγματι, η μοναδική ίσως σημαντική πραγματεία πολιτικής ψυχολογίας μέχρι την εποχή του Λε Μπον, τον 19ο αιώνα, ήταν ο μακιαβελικός Ηγεμόνας. Γι’ αυτό και η παρούσα συγγραφική συνεισφορά του, με την οποία επεδίωξε να καλύψει ο ίδιος ένα πολυετές βιβλιογραφικό κενό. Πολιτική ψυχολογία, μας λέει ο γάλλος συγγραφέας, είναι η γνώση των μέσων που μας επιτρέπουν την ομαλή και επωφελή διακυβέρνηση των ανθρώπων.
Συνήθως παραγνωρίζεται η χρησιμότητά τους ως επιστημονικού κλάδου. Καθώς, όμως, οι νόμοι της κοινωνίας παραμένουν εξίσου άγνωστοι όπως και οι νόμοι της φύσης, είναι αναγκαία η εμβάθυνση σ’ αυτόν τον κλάδο. Ο Λε Μπον υπογραμμίζει πως στον σύγχρονο κόσμο μας δεν υπάρχει καμία δύναμη, ούτε τα άτομα ούτε και οι κυβερνήσεις, που να ξεπερνάει σε σημασία τους οικονομικούς παράγοντες. Επιπλέον, σήμερα είναι αδύνατο, για τον ίδιο ίσως λόγο, να παραμείνουν χωρίς επαφές μεταξύ τους οι διάφοροι λαοί.
Αυτές είναι τρόπον τινά «φυσικές» αναγκαιότητες και διαφέρουν απ’ τις τεχνητές κατασκευές, με τις οποίες νομίζουν πολλοί (π.χ. οι σοσιαλιστές) στις μέρες μας ότι μπορούν να οργανώσουν τον κόσμο. Η λογική, που αναμφίλεκτα παίζει θεμελιώδη ρόλο στις επιστημονικές εξελίξεις, είναι δευτερεύουσα στην ιστορία και στην πορεία των λαών, καθώς οι θεσμοί σχηματίζονται ύστερα από πολλά χρόνια για να εκφράσουν την «ψυχή» των λαών, διαφορετικά δεν μπορούν να επιβληθούν μακροπρόθεσμα άνωθεν.
Στους λαούς ισχύει όχι η λογική αλλά το συναίσθημα και ο μυστικισμός, είτε αυτά εκφράζονται θρησκευτικά είτε με άλλον τρόπο (ο Λε Μπον έχει κατά νου εδώ και πάλι τον σοσιαλισμό που τόσο απεχθάνεται, όντας φύσει «ολιγαρχικός»). Για να επηρεαστεί η κοινή γνώμη, απαιτείται η επίκληση στο συναίσθημά της από έναν πολύ μικρό αριθμό προκαθορισμένων ιδεών, τις οποίες να έχουν «αφομοιώσει» συναισθηματικά. Καθώς τα κοινωνικοπολιτικά γεγονότα είναι σύνθετα, ο καλύτερος τρόπος να τα μελετήσουμε είναι να τα διαχωρίσουμε, αρχικά, και ύστερα να ιεραρχήσουμε τη σημασία τους.
Κάθε κοινωνικό φαινόμενο είναι αποτέλεσμα διαρκών παραγόντων, που δρουν με σταθερό τρόπο (π.χ. φυλή, ιστορία, θρησκεία, ατομικά βιώματα), και παροδικών παραγόντων, οι οποίοι είναι ευμετάβλητοι. Ο Λε Μπον κάνει λόγο για «σοσιαλιστική θεολογία» (σελ. 79) και ισχυρίζεται πως στον αιώνα μας κυριαρχούν οι νόμοι στη θέση των παλιών θεοτήτων. Μιλώντας για θεότητες, περνάμε στο δεύτερο ξακουστό δοκίμιο, με τίτλο Τοτέμ και ταμπού.
Εκεί ο Ζίγκμουντ Φρόιντ υποστηρίζει πως όλες οι θρησκείες προέρχονται από ένα πανάρχαιο έγκλημα, έναν φόνο. Συγκεντρώνοντας τα ανθρωπολογικά και εθνολογικά ευρήματα της εποχής του για τους «πρωτόγονους» λαούς (π.χ. τον περίφημο Χρυσό Κλώνο του Τζέιμς Φρέιζερ), διατυπώνει μια θεωρία βασισμένη στην ψυχανάλυση, για την εξήγηση του θρησκευτικού. Σύμφωνα, λοιπόν, με τον αυστριακό γιατρό, εν αρχή ην η πρωταρχική ορδή (ο όρος προέρχεται από τον Κάρολο Δαρβίνο και δηλώνει την πρώτη μορφή ανθρώπινης κοινότητας).
Ο πατέρας μιας τέτοιας κοινότητας, ζηλόφθονος και βίαιος, μόλις τα αρσενικά του παιδιά μεγαλώσουν και ενηλικιωθούν (δηλ. γίνουν άνδρες) τα εκδιώκει μακριά, με σκοπό ν’ απολαμβάνει την αποκλειστική σεξουαλική κατοχή των θηλυκών. Οι γιοι του πατέρα εκείνου κάποτε αποφασίζουν να συνεργαστούν και να τον σκοτώσουν.
Αφού εκτελέσουν την (αποτρόπαιη;) πράξη τους, τον καταβροχθίζουν. Οι γιοι νιώθουν, όμως, αμφίθυμα συναισθήματα για τον πατέρα τους: τον μισούν, ως ανταγωνιστή τους, αλλά την ίδια στιγμή τον αγαπούν και τον θαυμάζουν. Οταν το μίσος τους ξεθύμανε, επανήλθαν στο προσκήνιο τα αγνοημένα συναισθήματα τρυφερότητας. Γι’ αυτό, εκ των υστέρων μετανιώνουν για την πράξη τους:
«Δεν υπήρχε κανείς παντοδύναμος πλέον, κάποιος που να αναλάβει επιτυχώς τον ρόλο του πατέρα. Ετσι, για τους αδελφούς, αν ήθελαν να ζουν από κοινού, δεν απέμενε τίποτε άλλο – ίσως μετά την υπέρβαση σφοδρών αντιπαραθέσεων – από το να θεσπίσουν την υπέρβαση της αιμομιξίας, βάσει της οποίας αποσύρονταν όλοι από τις ποθητές γυναίκες, χάριν των οποίων είχαν κυρίως παραμερίσει τον πατέρα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο διέσωσαν την οργάνωση, που τους είχε χαρίσει ισχύ και η οποία διεπόταν πιθανόν από ομοφυλοφιλικά συναισθήματα και ενέργειες, οι οποίες είχαν ανακύψει μεταξύ τους πιθανόν κατά τον χρόνο της εκδίωξής τους από την ορδή».
Οι γιοι – δολοφόνοι καταδικάζουν λοιπόν εκ των υστέρων την πράξη τους («υπακοή εκ των υστέρων»), αρνούμενοι τα οφέλη της. Συγκεκριμένα, απαγορεύουν το σκότωμα ενός ζώου που θεωρούν υποκατάστατο του πατέρα (τοτέμ) και παραιτούνται από την κατοχή των γυναικών. Γι’ αυτό προέκυψαν σ’ όλους τους «πρωτόγονους» λαούς δύο θεμελιώδεις απαγορεύσεις (ταμπού), οι οποίες συμπίπτουν με τις δύο απωθημένες επιθυμίες των γιων. Είδαμε ήδη τι ισχύει όσον αφορά την πρώτη απαγόρευση. Οσον αφορά τη δεύτερη, μας λέει και πάλι ο Φρόιντ:
«Μέσω του πατρικού υποκατάστατου μπορούσαν τώρα να ανακουφίσουν τα σφοδρά συναισθήματα ενοχής και να πετύχουν μια κάποια συμφιλίωση με τον πατέρα. Το τοτεμικό σύστημα ήταν κάτι σαν συμβόλαιο με τον πατέρα, με το οποίο εκείνος μπορεί να προσφέρει όσα η φαντασία του παιδιού μπορεί να περιμένει από τον πατέρα, προστασία, στιγμή, επιείκεια, ενώ από τη μεριά τους αναλάμβαναν την υποχρέωση για σεβασμό της ζωής του, για την αποφυγή της επανάληψης της πράξης που οδήγησε στον όλεθρο τον πραγματικό πατέρα».
Από αυτό το αίσθημα ενοχής προήλθε το οιδιπόδειο σύμπλεγμα, το οποίο «κληροδοτήθηκε» στον ψυχισμό όλη της ανθρωπότητας, στην οποία συμπεριλαμβάνεται και ο γυναικείος πληθυσμός, καίτοι οι γυναίκες δεν μετείχαν άμεσα στο έγκλημα:
«Ενωμένοι τόλμησαν και εκτέλεσαν αυτό που θα ήταν αδύνατον για τον καθένα μόνο τους. Πιθανόν μια πολιτισμική πρόοδος, η κατασκευή ενός καινούργιου όπλου, τους έδωσε την αίσθηση της υπεροχής. Το γεγονός ότι έφαγαν τον θανατωμένο είναι αυτονόητο για τους ανθρωποφάγους. Ο βάναυσος πρωτο-πατέρας ήταν, σίγουρα, το επίζηλο και επίφοβο πρότυπο του καθενός από τα μέλη της αδελφότητας. Τώρα, με την πράξη της βρώσης του επέβαλαν την ταύτιση μαζί του, ενώ ο καθένας του προσοικειώθηκε ένα κομμάτι της δύναμής του. Το τοτεμικό γεύμα, ίσως η πρώτη γιορτή της ανθρωπότητας, είναι πιθανόν η επανάληψη και το μνημόσυνο τούτης της αξιομνημόνευτης εγκληματικής πράξης, που στάθηκε η αφετηρία για τόσο πολλά πράγματα, για τους κοινωνικούς θεσμούς, για τους περιορισμούς των ηθών και για τη θρησκεία».
Η αρχαία τραγωδία, μας λέει και πάλι ο Φρόιντ, και η χριστιανική Θεία Ευχαριστία αποτελούν αναβιώσεις του τοτεμικού γεύματος, ενώ ο «θεός» δεν είναι παρά μια μεταγενέστερη μορφή υποκατάστατου του πατέρα της πρωτόγονης ορδής. Να σημειωθεί εδώ πως στο βιβλίο του Σεξουαλικότητα και καταπίεση στην πρωτόγονη κοινωνία ο ανθρωπολόγος Μπρονίσουαφ Μαλινόφσκι θα ανασκευάσει, σημείο προς σημείο, σχεδόν το σύνολο των φροϊδικών ιδεών για τον πρωταρχικό φόνο και τον τοτεμισμό, πράγμα που φυσικά δεν αναιρεί την ευφυή πρωτοτυπία της ψυχαναλυτικής συλλογιστικής.
Ο Μύρων Ζαχαράκης είναι υποψήφιος διδάκτωρ Φιλοσοφίας