Νέα στοιχεία για τα αρχαία χρώματα, την τεχνοτροπία και την εικονογραφία της εμβληματικής τοιχογραφίας των Αιγών από τη σκηνή του κυνηγιού αλλά και γενικότερα για τη μνημειακή ελληνική ζωγραφική του 4ου αι. π.Χ. έρχονται στο φως με το πρόγραμμα ReVis. Είναι η διεπιστημονική ερευνητική προσέγγιση ανάδειξης και αποκατάστασης αρχαίων έργων τέχνης που βασίζεται στην ψηφιακή τεχνολογία, μέσα από τη συνεργασία του υπουργείου Πολιτισμού, της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας και του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών.
Η τοιχογραφία με το κυνήγι, που κοσμεί τη ζωφόρο της πρόσοψης του βασιλικού Τάφου – Τάφος ΙΙ – στη Βεργίνα του Φιλίππου Β’ στις Αιγές, αποτελεί το σημαντικότερο και μεγαλύτερων διαστάσεων ζωγραφικό έργο του κλασικού κόσμου που έχει αποκαλυφθεί μέχρι σήμερα. Το διεπιστημονικό έργο ReVis, με επιστημονική υπεύθυνη τη δρα Χαρίκλεια Μπρεκουλάκη, αποτελεί την πρώτη ολοκληρωμένη και επιστημονικά τεκμηριωμένη μελέτη της τοιχογραφίας των Αιγών. Στόχος της έρευνας είναι η ακριβέστερη κατανόηση της τεχνικής και της εικονογραφίας της τοιχογραφίας, καθώς και η πρόταση μιας νέας ψηφιακής αποκατάστασης σε φυσικές διαστάσεις, βασιζόμενη στα αρχαιομετρικά δεδομένα της έρευνας και συνδυάζοντας εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης (Χρίστος Σιμάτος, εικαστικός) και σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία (Εμμανουήλ Μπιτσάκης, ζωγράφος).
Ημερίδα την Τετάρτη
Η μνημειακών διαστάσεων τοιχογραφία η οποία κάλυπτε σχεδόν στο σύνολό της τη μακρόστενη ζωφόρο του λεγόμενου μακεδονικού τάφου, μήκους 5,56 μέτρων και ύψους 1,16 μέτρων θα πρωταγωνιστήσει στην ημερίδα της Τετάρτης 5 Απριλίου με τίτλο «Η τοιχογραφία με το κυνήγι από τον Τάφο ΙΙ στη Βεργίνα: Μια καινοτόμος διεπιστημονική προσέγγιση για τη μελέτη και την απεικόνιση ενός ζωγραφικού αριστουργήματος της Κλασικής Αρχαιότητας». Η επιστημονική υπεύθυνη για την ψηφιακή αποκατάσταση της τοιχογραφίας Χαρίκλεια Μπρεκουλάκη, κύρια ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών, στο Τμήμα Ελληνικής και Ρωμαϊκής Αρχαιότητας του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών θα παρουσιάσει στην ημερίδα τα αποτελέσματα της ψηφιακής αποκατάστασης.
Αποτελούμενη από έξι σκηνές κυνηγιού σε ανοιχτό χώρο, με στοιχεία τοπίου προοπτικά απεικονισμένα, η σύνθεση περιλαμβάνει τρεις έφιππους και εφτά πεζούς κυνηγούς οι οποίοι φέρουν διαφορετικές ενδυμασίες και διακριτικά και εννέα σκυλιά που εφορμούν και πληγώνουν διάφορα είδη θηραμάτων, με κυριότερα τον κάπρο και το λιοντάρι, σε ένα τοπίο που συνδυάζει φυσικά και ανθρωπογενή στοιχεία, όπως ο ορθογώνιος πεσσός με αγαλματίδια στην κορυφή του. Μολονότι οι σκηνές βρίσκονται σε εξέλιξη, όλα τα ζώα απεικονίζονται θανάσιμα πληγωμένα, με τους κυνηγούς να διατηρούν τον απόλυτο έλεγχο της κατάστασης και την πλήρη κυριαρχία. Κατά την ερευνήτρια, «το κυνήγι θα μπορούσε να λειτουργεί και ως μεταφορά του πεδίου μάχης, ως μια επίδειξη ισχύος των μακεδόνων βασιλιάδων, έχοντας ακόμα νωπή τη μεγάλη νίκη της Χαιρώνειας, στην οποία ο Αλέξανδρος έπαιξε καθοριστικό ρόλο».
Πολύπλοκη τεχνική
Η Χαρίκλεια Μπρεκουλάκη σε συνέντευξή της στη «Lifo» αναφέρει ότι το 2013 η τότε έφορος αρχαιοτήτων Ημαθίας, Αγγελική Κοτταρίδη, της χορήγησε σχετική άδεια ώστε να γίνουν ενδεικτικές μετρήσεις των χρωμάτων, φωτογραφίσεις και εφαρμογές απεικονιστικών τεχνικών «που θα μας επέτρεπαν να δούμε στοιχεία χρώματος και σχημάτων που δεν ήταν ορατά με γυμνό μάτι. Από αυτή την πρώτη πιλοτική εξέταση της τοιχογραφίας έγινε σαφές ότι ο αρχαίος ζωγράφος είχε χρησιμοποιήσει μια πολύ πιο ευρεία κλίμακα χρωστικών από αυτή που νομίζαμε και σε μεγαλύτερη έκταση, και ότι η τεχνική που χρησιμοποίησε ήταν ιδιαίτερα πολύπλοκη για τα δεδομένα της εποχής της. Προφανώς άξιζε να διερευνηθούν πιο συστηματικά τόσο η σύσταση των χρωμάτων όσο και η ζωγραφική τεχνική. Παράλληλα, με τη χρήση ειδικής φωτογράφισης ορατής επαγόμενης φωταύγειας και φθορισμού φάνηκαν σχεδιαστικές λεπτομέρειες που δεν είχαν γίνει αντιληπτές μέχρι τότε με γυμνό μάτι».