Το μεγαλύτερο πρόβλημα της εποχής είναι η απώλεια εμπιστοσύνης στα «συστημικά» κόμματα, και γενικότερα στα κόμματα που ασκούν την εξουσία. Το αν, και σε ποιες περιπτώσεις, το φαινόμενο αυτό είναι δικαιολογημένο είναι μια μεγάλη συζήτηση. Εξηγεί πάντως σε έναν βαθμό την εκλογή του Τραμπ, με όλα τα δεινά που επιφέρει ήδη στον πλανήτη. Εξηγεί επίσης την άνοδο που παρουσιάζουν στις δημοσκοπήσεις διάφορες «αντισυστημικές» δυνάμεις, από τη Λεπέν και το AfD μέχρι τον Φειδία και τη Ζωή Κωνσταντοπούλου.
Στην Ελλάδα ζήσαμε έντονα αυτό το φαινόμενο με τον ΣΥΡΙΖΑ και την παταγώδη διάψευση των ελπίδων που είχαν δημιουργηθεί για αλλαγή της Ελλάδας και της Ευρώπης. Υστερα από μια παντοδυναμία που κράτησε αρκετά χρόνια, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι σήμερα με τη σειρά της θύμα μιας ανάλογης απώλειας εμπιστοσύνης. Οι λόγοι είναι προφανείς και χιλιοσυζητημένοι: οι χειρισμοί της σε μια από σειρά από μεγάλες κρίσεις, με τελευταία την τραγωδία των Τεμπών.
Υπάρχει διέξοδος; Τις τελευταίες ημέρες παρατηρείται εδώ κάτι αξιοσημείωτο: μια προσπάθεια της κυβέρνησης να αποδείξει ότι ανίκανη δεν είναι μόνο η ίδια, αλλά και όλοι οι υπόλοιποι. Είναι λογικό να μη μας εμπιστεύεστε ύστερα απ’ όσα κάναμε, φαίνεται να λέει στους πολίτες, αλλά μπορείτε στ’ αλήθεια να εμπιστεύεστε την αντιπολίτευση που κατάπιε αμάσητη την προπαγάνδα για το παράνομο φορτίο που δήθεν κουβαλούσε η εμπορική αμαξοστοιχία; Μα το σενάριο αυτό διακινήθηκε από τον οργανισμό που εσείς συστήσατε, απαντά η άλλη πλευρά, και περιλαμβάνεται στο πόρισμα που εσείς πολυδιαφημίσατε, χαρακτηρίζοντάς το μάλιστα «ευαγγέλιο για την εθνική αυτογνωσία». Καλά, κι επειδή εμείς λέμε μια σαχλαμάρα, επιμένει η κυβέρνηση, πρέπει εσείς να την πιστέψετε;
To κατά πόσον αυτή η διάχυση της προχειρότητας, της επιπολαιότητας και της ανικανότητας θα βοηθήσει να εκτονωθεί η δυσαρέσκεια προς την κυβέρνηση και να φουντώσει, αντιστοίχως, ένα κύμα δυσπιστίας προς πολιτικούς όπως η Ζωή Κωνσταντοπούλου, που επένδυσαν στα σενάρια συνωμοσίας, είναι κάτι που μένει να φανεί. Ενα άλλο, παράπλευρο, ερώτημα είναι κατά πόσον αυτή η εξέλιξη θα ευνοήσει τους νέους παίκτες. Και για τους μεν δελφίνους του Μητσοτάκη, είναι ακόμη νωρίς. Μήπως όμως ο Αλέξης Τσίπρας, αν και δεν συγκαταλέγεται στους «νέους», αποφασίσει ότι ήρθε η ώρα να εισβάλει και πάλι στο πολιτικό σκηνικό;
Η τελευταία δημοσκόπηση της GPO για τα Παραπολιτικά έχει ένα κακό κι ένα καλό για τον πρώην πρωθυπουργό. Το 54,5% πιστεύει ότι πρέπει να παραμείνει απλός βουλευτής. Το 33%, όμως, θέλει να τον δει να επιστρέφει, είτε ως αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ (18,4%) είτε ως επικεφαλής ενός καινούργιου πολιτικού φορέα (14,6%). Αν λοιπόν εξακολουθεί να ενδιαφέρεται γι’ αυτό το παιχνίδι, ο Τσίπρας θα περιμένει να μεγαλώσει ακόμη περισσότερο η φθορά, να αδυνατίσει ακόμη περισσότερο η μνήμη, και να εμφανιστεί ως Μεσσίας. Πάντα του άρεσε άλλωστε αυτός ο ρόλος.