Τον αποκαλούσαν «Πάπα των φτωχών» και όχι άδικα: από εκείνους προερχόταν και εκείνους είχε υπηρετήσει για χρόνια στην πατρίδα του την Αργεντινή. Το ίδιο προσπάθησε όσο μπορούσε και ως επικεφαλής της Αγίας Εδρας στη Ρώμη και, συνεπώς, ως ο μεγαλύτερος πλανητικής κλίμακας θρησκευτικός ηγέτης, με ό,τι αυτό επιπλέον σημαίνει και συνεπάγεται. Το έκανε σταθερά, με όλους τους τρόπους: με το διαρκές παράδειγμα του ίδιου του βίου του, με τις πράξεις, με τον λόγο, μα, κυρίως, με κάτι πολύ βαθύτερο και ακόμα πιο πρωτόγνωρο για την εξίσου ισχυρή όσο και αδιανόητα συντηρητική Καθολική Εκκλησία και την ακλόνητη επιμονή της σε «αρχές» και «δογματισμούς» ενάντια στον χρόνο και τη ζωή.
Η ουσία της διακονίας του Πάπα Φραγκίσκου, που μια διάστασή της ήταν ο «Πάπας των φτωχών», ήταν ότι υπήρξε ένας περίπου «αναρχικός» ποντίφικας. Ενας Πάπας που αμφισβήτησε όσα δεν έχουν αμφισβητηθεί ποτέ μέχρι σήμερα στην Αγία Εδρα. Και το έκανε δημόσια και με τρόπο διδαχής. Οχι επιθετικά. Πάντοτε μέσα από την ανάγκη που γεννούσαν οι ανεπάρκειες της Εκκλησίας μπροστά στις τραγωδίες των ανθρώπων, ειδικά όταν αυτές οφείλονταν σε δογματικού χαρακτήρα αρτηριοσκληρωτικές θέσεις και συμπεριφορές, που απολύτως τίποτα δεν μπορεί να τις νομιμοποιεί πια στην εποχή μας. Ούτε καν η υποτιθέμενη «εξ αποκαλύψεως αλήθεια», ούτε η δογματική της, ηλικίας, φέτος, 1.700 ετών…
Οι αρχηγοί της Καθολικής Εκκλησίας είναι (σχεδόν) πάντοτε δημοφιλείς ανά τον κόσμο κατά τρόπο που ουδείς άλλος άνθρωπος είναι. Αυτή όμως είναι μία εντελώς ιδιαίτερη μορφή δημοφιλίας που δεν σχετίζεται με τα πρόσωπα αλλά με τον ρόλο – είναι ex officio de facto πάγια συνιστώσα της λειτουργίας του καθολικού κόσμου: ο Πάπας δεν αντιμετωπίζεται ως πρόσωπο, όχι από κάποιο είδος αδιαφορίας, αλλά επειδή όταν πλέον ανέλθει στον θώκο του, μέγα μέρος των πιστών πραγματικά δεν τον βλέπει πλέον έτσι, αλλά σαν κάτι απροσδιόριστα πολύ μεγαλύτερο από τον ίδιο τον άνθρωπο που υπήρξε – και φυσικά, παράλληλα, συνεχίζει να υπάρχει εντός του. Είναι κάτι άλλο, διαφορετικό, ακατάληπτα θείο.
Ο Φραγκίσκος υπήρξε ο πρώτος Πάπας που πέτυχε ακριβώς αυτό: η δημοφιλία του ως προσώπου, ως φορέα θέσεων, απόψεων, πράξεων, ιδεών και, πάνω απ’ όλα, αμφισβητήσεων, ερωτημάτων, αμφιβολιών για, περίπου, τα πάντα και, εν τέλει, η συστράτευσή του όχι πλέον με την παγίως ερμητική γραμμή των προκατόχων και του «πρωτοκόλλου» του Βατικανού, αλλά μακράν περισσότερο με την πλευρά του λαού του, υπήρξε μια πραγματική επανάσταση για τα δεδομένα αυτού του απροσμέτρητης ισχύος θεσμού.
Αμφισβητίας ηγέτης των Ρωμαιοκαθολικών είναι κάτι που οι ηγεσίες τους θα θεωρούσαν κάποτε κάτι μεταξύ κακόγουστου φτηνού αστείου, βέβηλου πνεύματος ή, αν το έπαιρναν κάπως λίγο μόνο στα σοβαρά, του πιο φρικτού τους εφιάλτη. Ολα αυτά έγιναν πραγματικότητα στο πρόσωπο του Φραγκίσκου, από ένα κονκλάβιο το οποίο δεν κατέφυγε σε εκείνον από θετική, μα από αρνητική, εντελώς, επιλογή: έκρινε, με πολύ βαριά καρδιά πολύ μεγάλο μέρος του, ότι η ραγδαία ηθική κατάπτωση της Καθολικής Εκκλησίας σε πλήθος μέτωπα είχε πλέον φτάσει να τη φέρει στο χείλος του γκρεμού στα μάτια πάρα πολλών πάλαι ποτέ πιστών της. Και ότι μόνον εκείνος θα μπορούσε, ακριβώς επειδή ήταν αυτός που ήταν, να την πάρει στην πλάτη του και να την επαναφέρει.
Η κρίση τους ήταν σωστή – και συμμετείχαν σε αυτήν, για λόγους επιβίωσης, και πολλοί που δεν ήθελαν ούτε να το φαντάζονταν ότι θα γινόταν. Οχι μόνον τότε, αλλά και πολύ μετά, όταν λόγια του Πάπα που πολλοί ίσως από τους ανά τον κόσμο πιστούς δεν κατανοούσαν τη βαθύτερη σημασία τους, συχνά έκαναν το καθολικό ιερατείο να ανεβάζει πίεση σε επίπεδα επείγουσας νοσηλείας…
Ομως οι πιστοί, που όλα αυτά τους είναι (δυστυχώς) ξένα, τον λάτρεψαν. Και δικαίως. Ηταν ο πρώτος «δικός τους» Πάπας και έτσι, γνήσια, τον θρηνούν. Ενώ το όποιο οπισθοδρομικό κατεστημένο της Αγίας Εδρας όχι μόνο δεν απαλλάχθηκε τώρα από τις ιδέες του, αλλά του έβαλε ακόμα πιο δύσκολα. Τι θα κάνει; Θα συνεχίσει (έντρομο) μπροστά; Θα «παγώσει» εδώ; Ή θα γυρίσει πίσω;