Η διάγνωση καρκίνου του μαστού κατά την κύηση έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία έτη δεδομένου ότι οι γυναίκες καθυστερούν την κυοφορία. Οταν ο ιατρός έχει να αντιμετωπίσει μια ασθενή με καρκίνο του μαστού και κύηση οφείλει να έχει υπόψη ότι πρώτιστο μέλημα είναι η υγεία της γυναίκας και κατά δεύτερο λόγο πρέπει να σκεφτεί το κύημα. Εχει αποδειχθεί ότι η πρόγνωση γυναικών με καρκίνο του μαστού είναι η ίδια με αυτή γυναικών που δεν κυοφορούν εφόσον ακολουθηθούν οι ίδιοι ογκολογικοί κανόνες και δεν υπάρχει καθυστέρηση στη διάγνωση και χορήγηση θεραπείας.
Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι για τη σταδιοποίηση και την αντιμετώπιση γυναικών με καρκίνο του μαστού, στις οποίες η διάγνωση έχει τεθεί κατά τη διάρκεια της κύησης, ακολουθούνται ειδικές διαδικασίες με σκοπό να αποφευχθεί η ακτινοβολία στο κύημα. Πιο συγκεκριμένα, η απλή ακτινογραφία θώρακος με κοιλιακό σκίαστρο και το υπερηχογράφημα ήπατος αποτελούν τη βάση για τη σταδιοποίηση, ενώ οι αξονικές τομογραφίες και το σπινθηρογράφημα οστών αντενδείκνυνται. Η μαγνητική τομογραφία χωρίς σκιαγραφικό ενδείκνυται σε περιπτώσεις υψηλής κλινικής υποψίας μεταστατικής νόσου. Οσον αφορά τη χειρουργική επέμβαση, στο πρώτο τρίμηνο προτιμάται η μαστεκτομή με μασχαλιαίο λεμφαδενικό καθαρισμό ενώ στο δεύτερο και τρίτο τρίμηνο δεν διαφέρει η χειρουργική τεχνική (ογκεκτομή – μαστεκτομή) από τις μη έγκυες ασθενείς.
Η χορήγηση χημειοθεραπείας αντενδείκνυται κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου της κύησης επειδή κατά την περίοδο αυτή αναπτύσσονται τα όργανα του εμβρύου, ενώ η χημειοθεραπεία μπορεί να χορηγείται με σχετική ασφάλεια κατά τη διάρκεια του δεύτερου και τρίτου τριμήνου. Επίσης, η ορμονοθεραπεία, δηλαδή η ταμοξιφένη, πρέπει να χορηγείται μετά τον τοκετό και η τραστουζουμάμπη (μονοκλωνικό αντίσωμα έναντι του HER-2) πρέπει να δίδεται μετά τον τοκετό λόγω αυξημένου κινδύνου ολιγοϋδράμνιου. Απαραίτητη είναι η τακτική παρακολούθηση του εμβρύου κατά τη διάρκεια της χημειοθεραπείας και ο τοκετός πρέπει να γίνεται μετά την ολοκλήρωση της 36ης εβδομάδας και τουλάχιστον 3 εβδομάδες πριν από το τελευταίο σχήμα χημειοθεραπείας.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι η αντιμετώπιση εγκύων ασθενών με καρκίνο του μαστού πρέπει να γίνεται σε εξειδικευμένα ογκολογικά κέντρα με εμπειρία στον χειρισμό τέτοιων ασθενών, με τη συνεργασία παθολόγου – ογκολόγου, χειρουργού μαστού, μαιευτήρα, παιδιάτρου και ψυχολόγου.