Ταυτοποιήθηκε η σορός της κυβέρνησης, αλλ’ αυτή θέλει να συνεχίσει να κυβερνά απ’ το Υπερπέραν. Και γιατί όχι, όταν εδώ έχουμε μόνο εκατό καμένους, ενώ ο Μαδούρο συνεχίζει κανονικά το σοσιαλιστικό του έργο με 500 σκοτωμένους στις διαδηλώσεις και τη μισή αντιπολίτευση στη φυλακή, και ο Ντανιέλ Ορτέγκα με άλλους 560 δολοφονημένους στις διαμαρτυρίες εναντίον του. Συγκριτικά υπάρχει ακόμα τράτο όσον αφορά τους αριθμούς –και το καλοκαίρι είναι μακρύ. Ατελείωτο.
Εξάλλου για να φτάσουμε στο ανώτατο στάδιο του σοσιαλισμού θέλει φωτιά πολλή, θέλει πολλούς καμένους να ‘ναι στους τροχούς, θέλει κι οι παραθεριστές να δίνουν το αίμα τους. Μόνο ο τελικός σκοπός μετράει στον οποίο δεν φτάνουμε ποτέ –αλλά αυτό δεν έχει σημασία, εφόσον κι εν τω μεταξύ οι μισθοί πέφτουν.
Αναλογίζεται κανείς όταν θα πάνε κάποτε σε εκλογές (λόγω του ότι είμαστε στην Ευρώπη κι όχι για κανέναν άλλο λόγο) και τις χάσουν, βέβαια, αν θα βγαίνουν απ’ τα γραφεία τους ή δεν θα θέλουν να τα αποχωριστούν και θα πρέπει να εξέλθουν από εκεί μέσα οδυρόμενοι και συρόμενοι με βίντσι. Υπερβολές, θα πεις. Οχι. Μπροστά στους ογδόντα απανθρακωμένους τίποτε, πια, δεν φαντάζει ως υπερβολή.
Στη δε ερώτηση «πώς κοιμούνται τη νύχτα;» η απάντηση είναι «μάλλον κοιμούνται σαν μωρά». Διότι η ιδεολογία τούς προμηθεύει με κάθε αναγκαίο συγχωροχάρτι, κάθε κλισέ δικαιολογία, όπως ο Σκοπός, οι δήθεν εμπρηστές και τα αυθαίρετα. Θα πεις, όλοι δεν ξέραμε από πριν για πιθανούς εμπρηστές, όπως ξέρουμε εδώ και δεκαετίες ότι υπάρχουν αυθαίρετα; Και ότι επομένως όφειλαν να κάνουν σχεδιασμούς πυρόσβεσης με βάση την ΥΠΑΡΧΟΥΣΑ, την ΟΝΤΩΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, κι όχι για κάποιο ρομαντικό, φανταστικό βουναλάκι γηπέδου γκολφ που πήρε φωτιά ή κάποιο ευγενές, γεωμετρικό προάστιο της Ζυρίχης. Σωστά, ξέραμε. Αλλά αυτοί όχι. Και αφού οι φωτιές έγιναν στην πραγματικότητα, αν εξαιρέσεις αυτήν, κατά τα λοιπά τα πήγανε μια χαρά. Και είναι περήφανοι.
Καταρχήν ο Τόσκας άλλαξε μόνο τρεις αρχηγούς σε τρία χρόνια. Θα μπορούσε να είχε αλλάξει δέκα ώστε σε λίγους μήνες να λάβουν κι αυτοί σύνταξη αρχηγού. Οσο δεν μπορούσε να προσλάβει τόσο έδινε αξιώματα ώστε να κάνει το ρουσφέτι έμμεσα. Τα φράγκα των συντάξεων έτσι κι αλλιώς τα πληρώνουμε εμείς –πάντα φταίμε εμείς. Ο Σταθάκης έβγαζε ΦΕΚ για να χτιστεί κι άλλο το Μάτι, ενώ ο Σπίρτζης συμβούλευε στην τηλεόραση πως νομιμοποιείς επιδέξια μια βίλα μέσα στο πευκόδασος και τώρα ψάχνει ως ντετέκτιβ δήθεν για αυθαίρετα. Φυσικά, μετά την μπόρα, κανένα αυθαίρετο δεν θα αγγίξουν, αφού οι ίδιοι τα νομιμοποιούσαν με μικρότερο πρόστιμο. Το θέμα είναι πως θα γλιτώσουν τώρα απ’ τη φωτιά ώστε αυτή να μην αγγίξει και την καρέκλα τους, που είναι εύφλεκτη. (Μια λύση είναι να την αντικαταστήσουν με πολυθρόνα pyrex).
Δεν βλέπετε πόσο πονηρά το διαχειρίζονται κάποιοι παράκτιοι αλιείς της εξουσίας; Δεν μιλούν για ευθύνες, όχι. Μόνο για μελό, για το αφαιρετικά ουμανιστικό μέρος, την αλληλεγγύη των πολιτών, τη διαχρονικότητα του προβλήματος των αυθαιρέτων και τα λοιπά. Το κάνουν επιδέξια, αλλά με μια αποκλειστική ουμανιστική στόχευση αλληλεγγύης: τη διατήρηση της εξουσίας που τους βολεύει. Σου λέει, πάλι αυτός να ‘ναι πασάς, πάλι εμείς δερβεναγάδες. Στοιχειώδες.
Μόνο ο άκομψος Ζουράρις κατηγόρησε ευθέως και τον λαό για τους εκατό νεκρούς, ως πολιτειακό παράγοντα –βέβαια, καταρχήν ο λαός φταίει όντως γιατί ψήφισε τον εκάστοτε Ζουράρι. Ή τον Ψινάκη. (Καλέ, τι το βασανίζετε το τεκνό με τις φωτίτσες; Αυτό ήρθε να κάνει πασαρέλα). Αρα, πράγματι ο κόσμος όντως έχει ευθύνη, αλλά, απ’ την άλλη, ήρκεσε λίγη εξουσία για να απογυμνωθούν οι εκλεγέντες εντελώς, να αποφλοιωθούν. Λες: θα έχουν πρόβλημα, μετά; Οχι. Στο κάτω κάτω, μόλις φύγουν θα αρχίσουν πάλι να φορούν κιτσάτα πέδιλα και να θυμούνται τον ιμπεριαλισμό και κυρίως, κάποιοι, τον Θουκυδίδη, απ’ τον οποίο όχι μόνο δεν έμαθαν τίποτε, αλλά δεν διδάχτηκαν καν απ’ τον Λούκι Λουκ.
Η ιδεολογία είναι η λάσπη στον πάτο της στημένης παγίδας, έγραφε ο Βίκτορ Σερζ. (Τι τράβηξε κι εκείνος απ’ αυτούς…). Εν προκειμένω, πια, το ιδεολόγημα έχει λαστέξ χρήση, κατά περίπτωση. Εννοώ ότι δύσκολο να ζητήσεις αναλύσεις στη βάση της διαλεκτικής απ’ τον Πολάκη. Στη βάση του υστερικού υλισμού, ναι, αλλά όχι του ιστορικού. Διότι εδώ, συνολικά, πλέον κινούμαστε στην περιοχή του Απερίγραπτου. Και είναι ρομαντικό να ψάχνει να βρει κανείς κάποια κλίμακα, κάποια κριτήρια, κάποιες σταθερές αναφορές και να παραγάγει συλλογισμούς –οι σύντροφοι είναι εκτός κάθε συμβατικής και ευρωπαϊκής λογικής και κρίσης. Πρόκειται για ακατανόητο αμάλγαμα, εφόσον δεν υπάρχει φυσιολογικός άνθρωπος με ευθύνη για ογδόντα καμένους και να μην έχει παραιτηθεί αυτονοήτως από αίσθημα συντριβής και καταισχύνης. Αλλά αυτά είναι αστικές ευαισθησίες, φαίνεται, δεν τους αγγίζουν. Είναι ταξική παρέκκλιση.
Εξάλλου, όπως είπε και ο 44χρονος, τώρα είναι η ώρα του αγώνα. Κι επειδή ο αγώνας δεν σταματάει ποτέ, δεν είναι και ποτέ ώρα για αξιολόγηση κι ευθύνες. Γι’ αυτό, πολύ σύντομα, εφόσον δεν θα αγγίξουν τα αυθαίρετα λόγω πολιτικού κόστους, θα εκπαιδεύσουν τον λαό: καταρχήν η γιορτή του Αϊ-Γιαννιού θα γιορτάζεται τρίπαξ ετησίως και κάθε φορά θα αναγκάζονται όλοι οι κάτοικοι της χώρας να πηδούν επί δύο μερόνυχτα πάνω απ’ τις φωτιές ώστε να εξοικειωθούν με τις φλόγες και την αποφυγή τους. Κατά δεύτερον σε όλα τα δημοτικά σχολεία της χώρας θα διδάσκεται η διαδικασία του πώς γίνεται κανείς αναστενάρης, πώς μπορεί να περπατάει ξυπόλητος επί της πυράς. Ετσι, σε λίγα χρόνια θα προκύψει ένα έθνος αναστενάρηδων, άκαυτο, πλέον, απρόσβλητο από τη φωτιά, οπότε δεν θα μπορεί να το εκμεταλλευτεί και ο Σκάι.