Την περασμένη εβδομάδα είχαμε δύο συνταρακτικές αποκαλύψεις που φώτισαν απρόσμενα την εθνική τραγωδία στο Μάτι. Ο υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Χρήστος Σπίρτζης αποκάλυψε ότι το μοιραίο οικόπεδο, όπου βρήκαν μαρτυρικό θάνατο είκοσι έξι άνθρωποι – ανάμεσά τους και η προσφιλής μας ηθοποιός Χρύσα Σπηλιώτη –, ανήκει σε συγγενή στελέχους της Νέας Δημοκρατίας. Το συγκρατήσατε; Συγγενής στελέχους. Πώς λέμε ο πρωινός γαλατάς του τρίτου ξαδέλφου του μπατζανάκη του επιλοχία στα Τάγματα Εφόδου του Ερνστ Ρεμ; Κάπως έτσι. Από κοντά του και ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας Παύλος Πολάκης θέλησε να μας πείσει ότι αυτή που είδαμε στο Μάτι ήταν μια στρεβλή εικόνα. Πώς όταν πάμε στο λούνα παρκ και μπαίνουμε στην αίθουσα με τους μαγικούς καθρέφτες; Εκεί δεν βλέπουμε τον εαυτό μας πιο ψηλό, πιο κοντό, πιο χοντρό ή πιο αδύνατο από όσο είναι στην πραγματικότητα; Το ίδιο συνέβη και στο Μάτι. Ο δυσανάλογος αριθμός των νεκρών θόλωσε την επιτυχία της εκκένωσης. Δεν είχαμε εκατοντάδες ή και χιλιάδες θύματα, όπως οφείλαμε να έχουμε, σε περίπτωση που η εκκένωση είχε αποτύχει. Είχαμε γύρω στα εκατό. Τζάμπα πράμα.
Εκ πρώτης όψεως παρατηρούμε ότι οι απόψεις των Σπίρτζη – Πολάκη έχουν διατυπωθεί κατά τρόπο κόσμιο (άθλος υπεράνθρωπος, ιδίως για τον απύλωτο Πολάκη, ανδραγάθημα που θα πρέπει να το διηγείται και στα εγγόνια του) και δεν εκφράζουν κάτι καινοφανές. Πηγάζουν από την ανάγκη να τονιστεί ότι οι κυβερνητικές ευθύνες για την τραγωδία είναι διαχρονικές και συχνά το μέγεθος μιας καταστροφής μουδιάζει την κρίση μας και μας απαλλάσσει από τον κόπο να σκεφτούμε πώς θα αντιδρούσαμε εάν το ανθρώπινο κόστος ήταν ασυγκρίτως μεγαλύτερο. Θυμίζουν εκείνη τη ρήση, για την πατρότητα της οποίας πολλοί ερίζουν, αλλά συνήθως την αποδίδουμε στον Στάλιν: «Ενας νεκρός είναι τραγωδία· ένα εκατομμύριο νεκροί είναι στατιστική». Θέλω να σταθούμε σε αυτή τη λεπτή διαφορά. Οι απόψεις των δύο υπουργών δεν εκφράζουν κάτι τερατώδες. Τερατώδης είναι ο τρόπος που εκφέρονται. Η παντελής απουσία, όχι πένθους, αλλά έστω και στοιχειώδους συναίσθησης αλληλεγγύης προς τα θύματα και τους οικείους τους. Θα μπορούσαν κάλλιστα να τις βάλουν στα χείλη των ηρώων τους συγγραφείς όπως ο Τζορτζ Οργουελ, ο Αλντους Χάξλεϊ ή ο Φραντς Κάφκα. Προφήτες δυστοπιών όπου το Είναι έχει θυσιαστεί προς χάριν του Φαίνεσθαι. Οπου ο Πρωθυπουργός της χώρας επισκέπτεται ξημερώματα και στα κλεφτά τον τόπο της τραγωδίας, σε απόλυτα ελεγχόμενο και προστατευμένο επικοινωνιακό περιβάλλον, μόνο και μόνο για να ανεβάσει κατόπιν τρία – τέσσερα αποστειρωμένα ενσταντανέ στο Instagram. Οπου ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας φωτογραφίζεται στητός μέσα στα χαλάσματα αδιαφορώντας εάν έτσι στέλνει στους πολίτες ένα ισχυρό μήνυμα ταύτισης του θεσμικού του ρόλου με τα αποκαΐδια.
Αργά ή γρήγορα θα πάμε σε εκλογές, ίσως και ανεξάρτητα από τη θέληση της κυβέρνησης (που πριμοδοτεί το όσο δυνατόν πιο αργά) ή της αξιωματικής αντιπολίτευσης (που συντάσσεται, εξυπακούεται, με το όσο δυνατόν πιο γρήγορα). Σχεδόν όλοι προβλέπουν ότι οι επερχόμενες εκλογές θα είναι οι πιο «βρώμικες» της μεταπολιτευτικής περιόδου και όσοι επιθυμούν να πολιτευθούν με τον σταυρό στο χέρι, καλύτερα να πάνε από τώρα και να κλειστούν σε μοναστήρι. Σχεδόν όλοι εκλαμβάνουν αυτή τη «βρωμιά» σαν φυσικό φαινόμενο, παρόμοιο με τον μεγάλο σεισμό που ακολουθεί πάντοτε τη μακρόχρονη συσσώρευση ενέργειας. Είμαστε σε θέση να αποτρέψουμε ένα τόσο δυσοίωνο σενάριο; Δεν είμαι καθόλου σίγουρος. Μπορούμε όμως να τεθούμε σε επιφυλακή. Να γυμνάσουμε την όσφρησή μας. Να μυρίσουμε τη «βρωμιά» όπου και αν την εντοπίσουμε. Ιδίως πίσω από την κοσμιότητα.