Θρίλερ δωματίου αλλά όχι μόνον

Η αργεντίνικη ταινία «Εγκλημα στην αμμοθύελλα» («Los que aman odian», 2017) του Αλεχάντρο Μάτσι, ενώ έχει τις προδιαγραφές τυπικής μεταφοράς στον κινηματογράφο μυθιστορήματος της Αγκαθα Κρίστι, καταφέρνει να μετουσιωθεί σε κάτι πολύ πιο βαθύ, πολύ πιο ουσιαστικό, σε σημείο μάλιστα που ακόμα και η ανεύρεση του ή της δολοφόνου να γίνεται ζήτημα ήσσονος σημασίας. Η απρόβλεπτη, ανεξέλεγκτη και ενίοτε ανεξήγητα αυτοκαταστροφική γυναικεία φύση βρίσκεται εδώ σε πρώτο πλάνο και αποκρυσταλλώνεται στην πανέμορφη Λουιζάνα Λοπιγιάτο, που παίζει σαν χάντρες κομπολογιού τους άντρες όλων των ηλικιών που την περιστοιχίζουν. Οταν παίζεις με τη φωτιά όμως, τελικά καίγεσαι. Ολα αυτά μέσα σε μια απομονωμένη παραλιακή πανσιόν στην Αργεντινή της δεκαετίας του 1950, εκεί όπου κάποιοι άνθρωποι θέλουν να περάσουν λίγες μέρες γαλήνης· το μόνο που δεν θα βρουν. Το ψυχόδραμα, το τυφλό ερωτικό πάθος και ένας φόνος φτιάχνουν αυτό το εξαιρετικά εύγεστο κινηματογραφικό κοκτέιλ, χάρμα οφθαλμών σε όλους τους τεχνικούς τομείς (σκηνογραφία, κοστούμια, φωτογραφία), που μπορεί συγχρόνως να ικανοποιήσει και τους φαν του μυστηρίου του τύπου «ποιος το ‘κανε;».

Τα ρέστα

Στο «Εξπρές των Ζωντανών Νεκρών» («Train to Busan») από τη Νότια Κορέα, ο σκηνοθέτης Γιεν Σανγκ Χο υιοθετεί το γνωστό κλίμα των ταινιών ζόμπι που άρχισε πριν από 50 χρόνια με τη «Νύχτα των Ζωντανών Νεκρών» του Τζορτζ Ρομέρο και ανανεώνει το είδος μέσα από μια γοργή περιπέτεια τοποθετημένη σχεδόν αποκλειστικά μέσα σε ένα τρένο, όπου οι «κανονικοί» άνθρωποι όσο πάνε και λιγοστεύουν από τα ζόμπι που πληθαίνουν.  Το έχουμε ξαναδεί πολλές φορές (ο «Παγκόσμιος Πόλεμος Ζ» είναι ένα σχετικά πρόσφατο παράδειγμα) και το ξαναείδαμε χωρίς την αναμονή ιδιαίτερων εκπλήξεων, αν και η χορογραφία των σκηνών σύγκρουσης διατηρεί την αδρεναλίνη σε υψηλά επίπεδα.

Οσο για τη γαλλική κωμωδία «Παντρέψου με ρε φίλε» («Εpouse-moi mon pote»), ο γάμος που υπονοείται στον τίτλο είναι εκείνος που πρέπει να γίνει ανάμεσα σ’ έναν μαροκινό φοιτητή αρχιτεκτονικής (Ταρέκ Μπουνταλί – ο σκηνοθέτης της ταινίας) και τον «κολλητό» του (Φιλίπ Λασό). Μόνον έτσι ο πρώτος θα μπορέσει να πάρει τη βίζα παραμονής στη Γαλλία και μόνον έτσι ο Μπουνταλί θα μπορούσε να γυρίσει μια κωμωδία στην οποία η χυδαιότητα ανταγωνίζεται την ανοησία.

Οι επανεκδόσεις

Ο «Δολοφόνος με το αγγελικό πρόσωπο» («Le samurai», Γαλλία, 1967) είναι η πρώτη ταινία που γύρισε ο σπουδαίος Ζαν Πιερ Μελβίλ με πρωταγωνιστή τον Αλέν Ντελόν, άψογο εδώ στον ρόλο του μοναχικού επαγγελματία δολοφόνου που κυκλοφορεί στα ύποπτα σοκάκια του Παρισιού· ένα μοναχικό αγρίμι που προσπαθεί να ξεφύγει από τον κλοιό που σφίγγει γύρω του. Το ανέκφραστο πρόσωπο και το αμίλητο στόμα του Ντελόν σε συνδυασμό με την τζαζ μουσική (Φρανσουά Ντε Ρουμπέ) και την εικόνα ενός μελαγχολικού, παρακμασμένου Παρισιού εξακολουθούν να δίνουν στην ταινία έναν ρομαντικό αέρα που πηγαίνει κόντρα στη βιαιότητα της ιστορίας και κυριολεκτικά σε στοιχειώνει.

Μοναχικός όμως είναι και ο κεντρικός ήρωας της ταινίας «Οι τρεις μέρες του Κόνδορα» («Three days of the Condor», ΗΠΑ, 1975), της καλύτερης ίσως από τις αρκετές που γύρισε ο Σίντνεϊ Πόλακ, με πρωταγωνιστή τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ. Υπάλληλος γραφείου της CIA με το κωδικό όνομα Κόνδορας, ο Ρέντφορντ όταν θα βρει όλους τους συναδέλφους του στο γραφείο δολοφονημένους, θα νιώσει εντελώς μόνος μέσα σε μια Νέα Υόρκη απολύτως εχθρική. Ποιος ευθύνεται για τις εκτελέσεις και γιατί έγιναν; Συμπρωταγωνιστούν η Φέι Ντάναγουεϊ, ο Μαξ Φον Σίντοφ και ο Κλιφ Ρόμπερτσον.

Σε διαφορετικό ύφος το «Σινεμά ο Παράδεισος» («Nuovo Cinema Paradiso», Ιταλία, 1988) είναι η νοσταλγική επιστολή αγάπης του ιταλού σκηνοθέτη Τζουζέπε Τορνατόρε προς το ίδιο το μέσον του κινηματογράφου. Μέσα από την ιστορία ενός πιτσιρικά (Σαλβατόρε Κάσιο) ο οποίος μυείται στη μαγεία του σινεμά δίπλα σ’ έναν ηλικιωμένο μηχανικό προβολής (Φιλίπ Νουαρέ), ο Τορνατόρε σημαδεύει την καρδιά του συναισθηματικού θεατή και πετυχαίνει διάνα. Λατρεύτηκε σε όλον τον κόσμο, απέσπασε το Οσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας και σήμερα «κρατιέται» το ίδιο όπως τότε.