Οταν ανέλαβε τα ηνία της Πορτογαλίας, στα τέλη του 2015, ο Αντόνιο Κόστα βάλθηκε να «γυρίσει τη σελίδα της λιτότητας». Να καταργήσει, πιο συγκεκριμένα, μέτρα τα οποία είχε εφαρμόσει η προηγούμενη, κεντροδεξιά κυβέρνηση στη διάρκεια του επώδυνου προγράμματος προσαρμογής (2011-2014) που είχε διαπραγματευτεί με τις Βρυξέλλες και το ΔΝΤ έναντι ενός πακέτου διάσωσης ύψους 78 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Στον δημόσιο τομέα αναίρεσε τις περικοπές σε μισθούς και συντάξεις και μείωσε την εργάσιμη εβδομάδα από τις 40 στις 35 ώρες. Παράλληλα, αύξησε τον κατώτατο μισθό, μείωσε τον φόρο εισοδήματος, ιδιαίτερα για τους χαμηλοαμειβομένους, και επανέφερε τέσσερις επίσημες αργίες.
Η συμμαχία του κόμματός του, των Σοσιαλιστών, με τους κομμουνιστές και την καπιταλιστική Αριστερά έχει προεδρεύσει μιας ισχυρής ανάκαμψης. Η ανάπτυξη έφτασε πέρυσι στο 2,7%, το υψηλότερο ποσοστό της τελευταίας δεκαετίας, ενώ η ανεργία έχει πέσει κάτω από το 7%, έναντι 12,5% το 2015. Κάποια σύννεφα έχουν ήδη όμως κάνει την εμφάνισή τους στην «άνοιξη της Λισαβόνας». Το επιβεβαιώνει ο κοφτός τρόπος με τον οποίο απάντησε, στις αρχές του καλοκαιριού, ο πορτογάλος πρωθυπουργός στα συνδικάτα των εκπαιδευτικών που απαιτούν την αναπροσαρμογή των μισθών τους, έπειτα από εννέα χρόνια χωρίς την παραμικρή αύξηση: «Είναι πολύ απλό. Δεν έχουμε τα χρήματα».
ΕΝΤΑΣΕΙΣ. Οι διαπραγματεύσεις των συνδικαλιστών με την κυβέρνηση αναμένεται να επαναληφθούν σύντομα, έπειτα από μήνες διαμαρτυριών και απεργιακών κινητοποιήσεων. Το κατηγορηματικό «χρήματα δεν υπάρχουν» του Κόστα προοιωνίζεται, σύμφωνα με τους «Financial Times», τεταμένες συζητήσεις αναφορικά με τον προϋπολογισμό ανάμεσα στη σοσιαλιστική κυβέρνηση μειοψηφίας και τους ακροαριστερούς της εταίρους. Παράλληλα, αναδεικνύει τις εντάσεις στους κόλπους μιας συμμαχίας που επιδίωξε να καταστήσει την ανατροπή της λιτότητας συμβατή με τη δημοσιονομική πειθαρχία – καθώς και τους περιορισμούς αυτής της προσέγγισης.
Αναδυόμενος από την κρίση χρέους της ευρωζώνης, ο Κόστα κέρδισε δημοτικότητα εντός των τειχών και θαυμασμό εκτός ως πρωτοπόρος μιας εναλλακτικής στρατηγικής στα σκληρά δημοσιονομικά μέτρα που υποστηρίζουν η Γερμανία και άλλες βορειοευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Κεντροαριστερά κόμματα ανά την Ευρώπη παίρνουν κουράγιο από τα ζηλευτά ποσοστά δημοτικότητάς του, βλέποντας στην πολιτική προώθησης της ανάπτυξης και της δημοσιονομικής πειθαρχίας που ακολουθεί έναν «τέταρτο δρόμο» (για να δανειστούμε την έκφραση που χρησιμοποίησε πρόσφατα ένας βετεράνος του βρετανικού Εργατικού Κόμματος, ο Πίτερ Μάντελσον, εκθειάζοντας τον Κόστα) ανάμεσα στον νεοφιλελευθερισμό και τον παραδοσιακό αριστερό παρεμβατισμό.
ΑΥΤΑΠΑΤΗ. Αλλοι όμως εκτιμούν πως η συνταγή του είναι βασισμένη σε μια «αυταπάτη» ανακούφισης της λιτότητας, η οποία όχι μόνο δεν είναι βιώσιμη, αλλά είναι και επιβλαβής, μακροπρόθεσμα, για την οικονομία. «Η ιδέα ότι η λιτότητα ανατράπηκε είναι μύθος» λέει ο Πέδρο Σάντα – Κλάρα, καθηγητής Οικονομικών στη Nova School of Business and Economics της Λισαβόνας. «Στην πραγματικότητα, οι αυξημένες σημερινές δαπάνες έχουν τουλάχιστον αντισταθμιστεί από τις δραστικές περικοπές στις δημόσιες επενδύσεις, την υψηλότερη φορολογία και τις χαμηλότερες κοινωνικές μεταβιβάσεις».
Σύμφωνα με τον Φεντερίκο Σάντι, έναν αναλυτή στο Eurasia Group, η λεπτή γραμμή πάνω στην οποία προσπαθεί να ισορροπήσει η κυβέρνηση «γίνεται όλο και πιο επισφαλής καθώς οι επιπτώσεις στις δημόσιες υπηρεσίες γίνονται πιο απτές και η ανάπτυξη εμφανίζει σημάδια επιβράδυνσης».
Αρκετοί αναλυτές, ανάμεσά τους και ο Φεντερίκο Σάντι, θεωρούν πως η σταδιακή αναίρεση των μέτρων λιτότητας έπαιξε μεν κάποιο ρόλο στην ανάκαμψη της Πορτογαλίας, δεν μοιάζει να ήταν όμως ο καθοριστικός παράγοντας: εκείνα που βάρυναν περισσότερο, επισημαίνουν, είναι, μεταξύ άλλων, η ανάπτυξη των εξαγωγών, η τουριστική άνθηση και μια μείωση των επιτοκίων που χαμήλωσε σημαντικά το κόστος εξυπηρέτησης του τεράστιου δημόσιου χρέους της χώρας.
ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΗ. Οι επικριτές του Κόστα επισημαίνουν την υποβάθμιση των δημόσιων υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των νοσοκομείων και του σιδηροδρομικού δικτύου, ως απόδειξη ότι η κυβέρνηση έχει περικόψει τις δημόσιες επενδύσεις προκειμένου να αναπληρώσει για τη γενναιοδωρία της έναντι των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα. Οι μειώσεις στον φόρο εισοδήματος, προσθέτουν, έχουν αντισταθμιστεί από αυξήσεις σε έμμεσους φόρους. «Το πρόβλημα είναι πως η πολιτική της κυβέρνησης δεν είναι βιώσιμη» επιμένει ο Σάντα – Κλάρα. «Δανείζεται από το μέλλον. Στο τέλος, οι περικοπές στις επενδυτικές δαπάνες θα πρέπει να αναστραφούν».