Η λίστα με τους 93 νεκρούς που δόθηκε στη δημοσιότητα, χθες, ήταν απαίτηση των ελλήνων πολιτών. Ηταν απαίτηση μιας κοινωνίας που δεν έχει μάθει να θεωρεί τους ανθρώπους ούτε στατιστικές ούτε μάζα.
Την έκδοση της λίστας την επέβαλε η οργή των πολιτών. Η απαίτηση από μια κυβέρνηση που περιφρονεί την ανθρώπινη ζωή να συναισθανθεί ποια κοινωνία εκπροσωπεί.
Η οργή των πολιτών, όχι γενικώς «η οργή του λαού». Η οργή των εκπροσώπων της κοινωνικής ραχοκοκαλιάς, που διεκδικούν τη ζωή τους, την επιτυχία σε αυτή και θεωρούν τεκμήριο αυτής της επιτυχίας ένα κράτος στην υπηρεσία της κοινωνίας – όχι ένα κράτος στα χέρια των πολιτικών, μια δυσκίνητη γραφειοκρατική μηχανή προς λαφυραγώγηση.
Οι πολίτες απαίτησαν να ξέρουν τα ονόματα, βοηθούν να προσεγγίσουν και τις ιστορίες των νεκρών. Τα διαψευσμένα όνειρά τους, τις σπαταλημένες ζωές τους εξαιτίας δομών στελεχωμένων από κομματόσκυλα.
Οι νεκροί στο Μάτι δεν είναι εργαλεία για τις πολιτικές βλέψεις του Τσίπρα και των φίλων του. Δεν είναι «μάρτυρες» στην κομματική φαρέτρα καμίας ιδεολογικοπολιτικής τελεολογίας.
Δεν είναι απώλειες που τις πρόσθεσε άθελά του ο ΣΥΡΙΖΑ στο μαρτυρολόγιό του – όπως τα παιδιά που πέθαναν από μαγκάλι ή όσοι αυτοκτόνησαν για οποιονδήποτε λόγο πριν ανεβεί στην εξουσία η παρέα του Τσίπρα. Ούτε ανύπαρκτοι νεκροί, όπως εκείνοι για τους οποίους ο Καλφαγιάννης έφτιαξε μνημείο στην ΕΡΤ – το μαγαζάκι της συριζανελίτικης προπαγάνδας.
Πριν πνιγούν από ασφυξία ή στη θάλασσα, πριν γίνουν κάρβουνο από τις φλόγες, υπήρξαν. Είχαν δουλειά, οικογένειες, προσωπική ζωή, φίλους, εραστές και ερωμένες. Ψήφιζαν, κάποιοι θα είχαν ψηφίσει και ΣΥΡΙΖΑ, πλήρωναν φόρους. Είχαν όνειρα.
Ανάμεσά τους, και παιδιά. Συνολικά έντεκα. Το πιο μικρό μόλις έξι μηνών. Για πολλούς, η απώλεια παιδιών ισοδυναμεί με τον δικό τους θάνατο.
Ηταν, λοιπόν, στοιχειώδης υποχρέωση σε αυτούς που χάθηκαν, αλλά κυρίως σε αυτούς που έμειναν, στους οικείους που ζουν την απώλεια, αλλά και στην κοινωνία που έχει εργαστεί πολύ ώστε οι άνθρωποι να είναι στο κέντρο και η απώλεια να προϋποθέτει το πένθος προκειμένου να συνεχίσουν να ζουν, να ξέρουν – να ξέρουμε. Τα πρόσωπα και τις ιστορίες τους.
Οι νεκροί στο Μάτι, κατά έναν τρόπο, μου θυμίζουν τους νεκρούς της Μαρφίν. Αντιμετωπίστηκαν κι αυτοί σαν ενόχληση και έγινε προσπάθεια να ξεχαστούν, να σκεπαστούν από υποτίθεται σημαντικότερα συμβάντα. Αλλά δεν υπάρχει σημαντικότερο συμβάν από την αμέλεια της πολιτικής να προστατέψει τις ζωές των ανθρώπων.