Ενα από τα κυρίαρχα πρόσωπα της τουρκικής οικονομικής κρίσης είναι ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της χώρας, ο 42χρονος Μουράτ Τσετίνκαγια.
Είναι το πρόσωπο που, αν και φέρεται να έχει τα κλειδιά της οικονομικής ανακούφισης της Τουρκίας, ο απόλυτος έλεγχος που έχει καταφέρει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν του επιτρέπει την άσκηση της νομισματικής πολιτικής. Ο Τσετίνκαγια που βρίσκεται στη θέση του προέδρου της κεντρικής τράπεζας από το 2016 γεννήθηκε το 1976 στην πόλη Τσορλού της επαρχίας Τεκιρντάγκ στην Ανατολική Θράκη. Τα σύννεφα της κρίσης στην τουρκική οικονομία άρχισαν σταδιακά να συγκεντρώνονται μετά την απόπειρα του πραξικοπήματος κατά του τούρκου προέδρου. Ο Ερντογάν επέλεξε την αυταρχική οδό διακυβέρνησης μέσω της συγκέντρωσης των εξουσιών. Πράγμα που επιβεβαιώθηκε περίτρανα μετά τις τελευταίες εθνικές εκλογές, όταν με προεδρικό διάταγμα αποφάσισε πως εκείνος θα διορίζει τον διοικητή της κεντρικής τράπεζας. Το νόμισμα της Τουρκίας, η λίρα, από την αρχή του χρόνου έχει χάσει το ένα τρίτο της αξίας του, ενώ ο πληθωρισμός κινείται στα αστρονομικά… επίπεδα του 16% και οι αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων έχουν ξεπεράσει το 20%, πυροδοτώντας προβλέψεις διεθνών αναλυτών ότι η Τουρκία οδεύει προς το ΔΝΤ. Η θέση του Ερντογάν πως «τα επιτόκια είναι η μάνα και ο πατέρας όλων των δεινών» αλλά και η πληθώρα επιτοκίων στην οικονομία έχουν αφήσει ουσιαστικά τον Τσετίνκαγια να παλεύει μόνος με τα θηρία…
Και όχι μόνο. Ο τούρκος πρόεδρος μόλις την περασμένη Πέμπτη μιλώντας σε υποστηρικτές του στην περιφέρεια Ριζέ της Μαύρης Θάλασσας επιδίωξε να καθησυχάσει τις ανησυχίες τους για το τουρκικό νόμισμα. Τους προέτρεψε να «αγνοήσουν τις εκστρατείες τους (σ.σ.: όσους επιτίθενται στη λίρα). Δεν τους χρειάζεστε. Αν αυτοί έχουν τα δολάριά τους, εμείς έχουμε τον Θεό μας…». Σε νεότερες δηλώσεις του χθες κάλεσε τους τούρκους πολίτες να βγάλουν από το στρώμα τους το ξένο συνάλλαγμα, δολάρια και ευρώ, και να το μετατρέψουν σε λίρες και είπε ότι «αυτή θα είναι η απάντηση του έθνους μου σε όσους ξεκινούν οικονομικό πόλεμο εναντίον μας».
Στον αντίποδα των διαβεβαιώσεων που επιδίωξε να δώσει ο Ερντογάν, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, σύμφωνα με χθεσινό δημοσίευμα των «Finacial Times», ανησυχεί για την έκθεση ευρωπαϊκών τραπεζών στην Τουρκία. Ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός της ΕΚΤ έχει υπό στενή παρακολούθηση τις σχέσεις των τραπεζών με τη χώρα. Κρίνει πως η ισπανική BBVA, η ιταλική Unicredit και η BNP Paribas έχουν ιδιαίτερη έκθεση. Ο κίνδυνος, σύμφωνα με το δημοσίευμα, είναι οι τούρκοι δανειολήπτες να μην μπορούν να εξυπηρετούν τα δάνειά τους εξαιτίας της αδύναμης λίρας. Χρωστούν 83,3 δισ. δολάρια σε ισπανικές τράπεζες, 38,4 δισ. δολάρια σε γαλλικές και 17 δισ. δολάρια σε ιταλικές τράπεζες.
Στις 23 Μαΐου κι ενώ η λίρα βρίσκεται σε πτώση, ο Μουράτ Τσετίνκαγια συγκαλεί έκτακτη συνεδρίαση της επιτροπής της νομισματικής πολιτικής και ανακοινώνει την αύξηση των επιτοκίων κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες. Το τουρκικό νόμισμα είχε υποχωρήσει έναντι του δολαρίου στις 4,9221 λίρες. Και η ανακοίνωση της αύξησης ώθησε τη λίρα πιο ψηλά.
Στις 24 Ιουλίου, ενώ όλοι ανέμεναν την αύξηση των επιτοκίων καθώς τον Ιούνιο είχε προηγηθεί η εκτίναξη του πληθωρισμού στο 15,39%, αυτά διατηρήθηκαν αμετάβλητα.
Η απόφαση για διατήρηση των επιτοκίων ερμηνεύτηκε ως αποτέλεσμα παρέμβασης του Ερντογάν. Ηταν το μήνυμα του Σουλτάνου για τις προθέσεις του.