Ξεκίνησε με μερικούς ανθρώπους να χορεύουν έξω, στην καλοκαιρινή κάψα. Χέρια υψωμένα, κορμιά να λικνίζονται και ρούχα βρεγμένα από τον ιδρώτα. Χόρευαν όλη τη νύχτα και την επόμενη μέρα. Σπανίως σταματούσαν για να φάνε ή να πιουν κάτι και δεν φαινόταν να τους καταβάλλει η κούραση ή ο πόνος στα πόδια που είχαν πρηστεί. Χόρευαν ακόμα χωρίς σταματημό, μερικές μέρες αργότερα. Οταν έφθασαν οι Αρχές για να παρέμβουν, οι συμμετέχοντες σε αυτό τον φρενήρη χορό ήταν πια εκατοντάδες.

Δεν μιλάμε για κάποιο rave πάρτι σε μυστική περιοχή, σαν αυτά που ευδοκιμούσαν τη δεκαετία του ’80. Πρόκειται για μια από τις πιο περίεργες επιδημίες που έχουν καταγραφεί στην ανθρώπινη Ιστορία. Συνέβη ακριβώς πριν από 500 χρόνια, το καλοκαίρι του 1518 στο Στρασβούργο. Εκεί στη διάρκεια δύο θερμών μηνών, αρκετές εκατοντάδες άνθρωποι χόρευαν ασταμάτητα αγνοώντας τα πλήθη που συνέρρεαν για να χαζέψουν το φαινόμενο. Κάποιοι κατέρρεαν και άφηναν την τελευταία τους πνοή. Οι υπόλοιποι απτόητοι χόρευαν. Τις λεπτομέρειες τις μαθαίνουμε από τον Παράκελσο, που ηγήθηκε της «ιατρικής επανάστασης» στην Αναγέννηση.

Ομως οι πλούσιοι κυβερνήτες της πόλης δεν διασκέδασαν με την εξέλιξη. Τα ήθη της εποχής ήταν αυστηρά και οι γιατροί πάλευαν να βγάλουν διάγνωση. Τελικά κατέληξαν ότι ο χορός ήταν αποτέλεσμα «υπερθέρμανσης του αίματος» στον εγκέφαλο. Ως γιατρικό συνέστησαν… περισσότερο χορό. Εδωσαν εντολή να φτιαχτεί μια πίστα δίπλα στην αγορά. Εκεί συγκέντρωναν τους χορευτές ελπίζοντας ότι η διατήρηση του έντονου ρυθμού θα έδιωχνε τελικά την ασθένεια. Προσελήφθησαν μουσικοί, ακόμα και μπράβοι για να κρατούν τους περίεργους σε τάξη. Η σκηνή θύμιζε πίνακα του Ιερώνυμου Μπος.

Οι προύχοντες άρχισαν να το ξανασκέφτονται και καθώς, παρότι οι χορευτές κατέρρεαν και πέθαιναν, δεν φαινόταν κάποιος να γίνεται καλά αποφάσισαν τελικά να απαγορεύσουν τον χορό και το τραγούδι, σε δημόσια μέρη. Με εξορκισμούς και γιατροσόφια οι αέναοι χορευτές περιορίσθηκαν σε κλειστό χώρο, μια εκκλησία. Και σιγά σιγά η επιδημία του χορού σταμάτησε.

Κάποιοι μίλησαν για την ερυσίβη, τον μύκητα που αναπτύσσεται σε νωπή σίκαλη και παράγει ένα χημικό που μοιάζει με το LSD. Ομως οι χορευτές δεν θα συνέχιζαν επί τόσες μέρες. Η πιο αξιόπιστη εξήγηση είναι πως οι χορευτές ήταν θύματα μια μαζικής ψυχογενούς ασθένειας, αυτό που αποκαλούμε «μαζική υστερία». Το γεγονός, λένε οι ειδικοί, ότι οι Αρχές αποφάσισαν να τους βάλουν σε κοινή θέα, εξηγεί την εξάπλωσή του, όπως και η μεταφορά των χορευτών σε κλειστό μέρος την εξομάλυνση της κατάστασης.

Η ζωή στο Στρασβούργο στις αρχές του 16ου αιώνα διέθετε άλλον έναν βασικό όρο για το ξέσπασμα ψυχογενούς ασθένειας: οι ιστορικοί της εποχής καταγράφουν υψηλά επίπεδα στρες: κοινωνικές και θρησκευτικές συγκρούσεις, τρομακτικές νέες ασθένειες, καταστροφές καλλιεργειών και αύξηση στις τιμές των σιτηρών. Το 1518 ήταν μια «κακή χρονιά» – όλοι αισθάνονταν πως ό,τι ήταν να πάει άσχημα, πήγε.

Αυτή τη φράση ακούμε όλο και πιο συχνά για το φετινό καλοκαίρι. Ενα καλοκαίρι σαν «τέλεια καταιγίδα». Φωτιές, πλημμύρες, θάνατοι αναπάντεχοι και μη, αλαζονικά επεισόδια, οικονομική και κοινωνική αναταραχή, ψέματα, πολλά ψέματα. Ισως όλα να είναι στη ροή της ζωής. Αλλά αν μας δείτε να αρχίσουμε να χορεύουμε χωρίς λόγο και χωρίς μουσική, μην εκπλαγείτε.