Την περασμένη Παρασκευή, «ΤΑ ΝΕΑ» έκαναν μια πολιτική, ηθική και συναισθηματική επιλογή: αφιέρωσαν το πρωτοσέλιδο και το οπισθόφυλλό τους στους νεκρούς από τη φονική φωτιά στο Μάτι. Δημοσίευσαν τα ονόματα και τις ηλικίες τους, συνοδεύοντάς τα με τον τίτλο «93 ψυχές ζητούν δικαίωση» και την επισήμανση ότι «κάποιοι θέλουν να πείσουν την ελληνική κοινωνία πως οι άνθρωποι αυτοί έπεσαν θύματα μιας αναπόφευκτης φυσικής καταστροφής».
Η επιλογή αυτή δεν άρεσε σε ορισμένους προσκείμενους ή παρακείμενους στο κυβερνών κόμμα, που μίλησαν για αθλιότητα, καπηλεία και καφρίλα. Δικαίωμά τους. Προφανώς έχουμε διαφορετική άποψη περί δημοσιογραφίας από εκείνους που κάποτε μιλούσαν για γερμανοτσολιάδες και σήμερα υμνούν τη συγκυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου. Η δική μας προσέγγιση και πεποίθηση, όπως όλων των έγκυρων εφημερίδων του κόσμου, είναι ότι δημοσιεύουμε την αλήθεια, όποιο κι αν είναι το όνομα του εκδότη στην ταυτότητα. Ελέγχουμε την εξουσία, όποιο χρώμα κι αν έχει. Και δεν δίνουμε λογαριασμό ούτε σε πρωθυπουργικούς συμβούλους ούτε σε κομισάριους. Μοναδικός μας κριτής, οι αναγνώστες.
Οι κατεξοχήν διακινητές των fake news δεν δικαιούνται να μιλούν για κιτρινισμό. Οι απολογητές του κυνισμού, της αναισθησίας και της χυδαιότητας δεν μπορούν να μιλούν για ηθική. Κι εκείνοι που προσπάθησαν να ρίξουν στους νεκρούς την ευθύνη για την καταστροφή θα έπρεπε να το σκεφτούν δύο φορές προτού κατηγορήσουν για καπηλεία την εφημερίδα που θέλησε να τιμήσει τη μνήμη τους.
Σε μια δημοκρατία, η άσκηση κριτικής δεν αποτελεί παραχώρηση, αλλά κατάκτηση. Δεν είναι πολυτέλεια, αλλά ανάγκη. Αλλά αυτό οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είναι πια πολύ αργά για να το καταλάβουν.