Μια σκληρή κόντρα εξελίσσεται στην Ουάσιγκτον με τον πρώην επικεφαλής της CIA Τζον Μπρέναν να δηλώνει πως δεν πρόκειται να του κλείσει το στόμα ο Ντόναλντ Τραμπ, μία ημέρα αφότου ο αμερικανός πρόεδρος ανακάλεσε την άδεια πρόσβασης που είχε ο Μπρέναν σε απόρρητα έγγραφα.

Επικεφαλής της CIA από το 2013 ώς το 2017, ο 63χρονος Μπρέναν είχε διατελέσει σύμβουλος του πρώην προέδρου Μπαράκ Ομπάμα και πρόσφατα επέκρινε τον Τραμπ, μετά τη συνάντηση που είχε με τον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν στο Ελσίνκι, για την επίδειξη συμβιβαστικής στάσης προς τον ρώσο ομόλογό του. Η άδεια, την ανάκληση της οποίας ανακοίνωσε η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Σάρα Σάντερς, προσφέρει σε υψηλόβαθμους αξιωματούχους πρόσβαση σε άκρως απόρρητες και ευαίσθητες πληροφορίες, ακόμα και μετά την αποχώρησή τους από τις θέσεις τους.

Ο πρόεδρος Τραμπ αιτιολόγησε την απόφασή του αυτή αναφερόμενος σε «κινδύνους που εγκυμονεί η απρόβλεπτη συμπεριφορά» του πρώην επικεφαλής της CIA. Σε συνέντευξή του στη «Wall Street Journal» ο Τραμπ δήλωσε ότι η απόφασή του συνδέεται με την έρευνα που βρίσκεται σε εξέλιξη για τη ρωσική ανάμειξη στην προεκλογική εκστρατεία του 2016. «Αποκαλώ την έρευνα αυτή “κυνήγι μαγισσών”, είναι ντροπή», δήλωσε ο Τραμπ. «Και αυτοί οι άνθρωποι, όπως ο Μπρέναν, ήταν εκείνοι που την ξεκίνησαν».

Η ΜΑΥΡΗ ΛΙΣΤΑ. «Ο κ. Μπρέναν έχει ιστορικό που προκαλεί αμφιβολίες για την αντικειμενικότητά του και την αξιοπιστία του», σημείωσε η Σάντερς, η οποία επανέλαβε ότι υπάρχουν και άλλα ονόματα στην άτυπη «μαύρη λίστα» του Λευκού Οίκου για την αφαίρεση της πρόσβασης σε απόρρητες πληροφορίες. Σε αυτήν περιλαμβάνονται ο πρώην επικεφαλής του FBI Τζέιμς Κόμεϊ, ο Τζέιμς Κλάπερ και ο Μάικλ Χέιντεν, που ήταν επικεφαλής των υπηρεσιών πληροφοριών.

Αργά το βράδυ, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, επικαλούμενος τον συγγραφέα ενός νέου βιβλίου που ισχυρίζεται ότι ο Μπαράκ Ομπάμα προσπάθησε να σαμποτάρει την προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ για την προεδρία, έγραψε σε μήνυμά του στο Twitter: «Ο Τζον Μπρέναν είναι μια κηλίδα στη χώρα, μας αξίζει κάτι καλύτερο από αυτό». Ο Μπρέναν αντέδρασε στην αφαίρεση της άδειάς του, σημειώνοντας ότι πρόκειται για απόφαση «που δείχνει τη βούληση για μια ευρύτερη καταστολή της ελευθερίας της έκφρασης και για τιμωρία των επικριτών», ενώ κατήγγειλε τον Τραμπ για «κατάχρηση εξουσίας». Και πρόσθεσε: «Αν οι άδειες πρόσβασης στα απόρρητα της εθνικής άμυνας μετατραπούν σε πολιτικό εργαλείο στα χέρια προσώπων όπως ο Τραμπ, αυτό θα στείλει, πιστεύω, ένα πολύ ανησυχητικό μήνυμα στα σημερινά μέλη της κυβέρνησης, ίσως και στους πρώην αξιωματούχους που εξακολουθούν να διαθέτουν την άδεια, όπως και στην επόμενη γενιά των επαγγελματιών στον τομέα των πληροφοριών και της εθνικής ασφάλειας».

Σε χθεσινό άρθρο του στους «New York Times», ο Μπρέναν αναφέρει ότι «το μόνο ερώτημα που παραμένει είναι εάν η σύμπραξη στελεχών της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ με ρώσους αξιωματούχους αποτελεί μια εγκληματική συνωμοσία, εάν σημειώθηκε παρακώλυση της δικαιοσύνης και πόσα μέλη από το περιβάλλον του Τραμπ αποπειράθηκαν να κοροϊδέψουν την κυβέρνηση καλύπτοντας τις διαδρομές των χρημάτων που ανταλλάχθηκαν».

Ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Μαρκ Ουόρνερ ανέφερε ότι με την απόφασή του αυτή ο Λευκός Οίκος προσπάθησε να κάνει έναν αντιπερισπασμό, καθώς ο πρόεδρος Τραμπ αντιμετωπίζει την πολεμική που εξαπέλυσε εναντίον του η πρώην σύμβουλός του δημοσίων σχέσεων, Ομαρόσα Μάνιγκολτ Νιούμαν, η οποία του αποδίδει έναν χαρακτήρα «ρατσιστή» και «μισογύνη».