Τη Δευτέρα, τελειώνει το τρίτο και χειρότερο Μνημόνιο που υπέγραψε η χώρα με τους δανειστές της. Ο Αλέξης Τσίπρας και οι συνεργάτες του είχαν σκοπό να πανηγυρίσουν γι’ αυτό, αν το οδυνηρό ξάφνιασμα της ελληνικής κοινής γνώμης από τις τεράστιες αμέλειες του κράτους στην πυρκαγιά στο Μάτι αλλά και από την έντεχνη προσπάθεια αποφυγής των κυβερνητικών ευθυνών δεν τροφοδοτούσε μια υπόγεια οργή και μια τάση απόλυτης απαξίωσης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Ηδη η Εισαγγελία ερευνά κρατικές ευθύνες – και προφανώς δεν είναι άμοιρα κάποιων απ’ αυτές εκλεγμένα ή διορισμένα κυβερνητικά στελέχη. Ούτως ή άλλως, οι 96 τάφοι δεν είναι μέγεθος που θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με εξουσιαστικό παχυδερμισμό.
Αλλά οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δεν θα πανηγυρίσουν για ακόμα ένα λόγο. Επειδή αυτό που ο Τσίπρας ορίζει ως «καθαρή έξοδο» από το Μνημόνιο είναι μια προπαγανδιστική επινόηση – και η προπαγάνδα δεν φτάνει πάντοτε για να κρύψεις τα δεδομένα της πραγματικότητας. Επί της ουσίας, η έξοδος από το τρίτο Μνημόνιο σηματοδοτεί την είσοδο σε μια νέα, μακρά περίοδο επιτήρησης, όπου συστηματικά οι δανειστές θα ψάχνουν τις τσέπες μας. Απλώς, πλέον θα αποσκοπούν να πάρουν, δεν θα κάνουν τίποτα όμως για τη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας, η οποία πρέπει να βρίσκει δανεικά στην ελεύθερη αγορά. Οπου, προφανώς, τα επιτόκια θα είναι πολλαπλάσια των επιτοκίων που πληρώνουμε για τα μνημονιακά δάνεια.
Θα δικαιούνταν ο Τσίπρας να μιλήσει για καθαρή έξοδο υπό μία μόνο προϋπόθεση: ότι η χώρα θα είχε δημιουργήσει τις προϋποθέσεις της ανάπτυξής της. Οτι οι επιχειρήσεις, ευνοημένες από ένα περιβάλλον κινήτρων, θα επένδυαν στην υψηλή τεχνολογία, στη γνώση, στις υποδομές. Αυτό, θα συνέβαλλε ώστε σήμερα να συρρέουν εδώ υποψήφιοι για καλές εργασίες. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Δεν έγινε δυνατή έστω η έναρξη έργων στην περιοχή του Ελληνικού – στη μόνη ορατή μεγάλη επένδυση με μετρήσιμη αναπτυξιακή διάσταση. Αντίθετα, το κύμα εξόδου από τη χώρα, προς ελκυστικότερες αγορές, όσων έχουν τα προσόντα συνεχίζεται αδιάκοπο. Η Ελλάδα συνεχίζει να είναι τόπος χωρίς μέλλον για όσους έχουν προσόντα και φιλοδοξίες.
Και δυστυχώς, όχι μόνο για τον Τσίπρα αλλά και για όλους μας, ο έγκυρος διεθνής Τύπος το επισημαίνει, διαλύοντας τις τελευταίες αυταπάτες. Ο «Economist», για παράδειγμα, κάνει λόγο για τις συνέπειες της υποχώρησης του ΑΕΠ κατά 25% την τελευταία δεκαετία, ενώ περιγράφει την κατάσταση σχεδόν όπως είναι: ανεπαρκές, δυσκίνητο (και πελατειακό) Δημόσιο, υψηλοί φόροι, αδύναμοι θεσμοί και δημογραφική κατάρρευση. Αν προσθέσετε και τις λαϊκιστικές πολιτικές, καταλαβαίνετε σε τι κόλαση μπαίνουμε, με δεδομένο μάλιστα ότι η χώρα πρέπει να πετυχαίνει μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα για τις επόμενες τέσσερις δεκαετίες. Αυτή είναι η κληρονομιά του Μνημονίου των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Κάποτε, ο Ηλίας Πετρόπουλος περιέγραφε την Ελλάδα σαν μια δυστοπία: μια βαλκανική παραπεταμένη χώρα, στην ευρωπαϊκή άκρη, ξεκομμένη, καταδικασμένη να διαχειρίζεται τα προβλήματά της και τις φαντασιώσεις της στα όρια του γεωγραφικού χώρου της. Από μια διαβολική εύνοια της τύχης, είχαμε καταφέρει να είμαστε κάτι πολύ καλύτερο. Κι ύστερα ήρθαν ο Τσίπρας, ο Βαρουφάκης, ο Καμμένος, ο Τσακαλώτος, ο Σκουρλέτης, ο Κοτζιάς, η Ζωή Κωνσταντοπούλου, ο Φλαμπουράρης, ο Παππάς… Και έβαλαν τη σφραγίδα τους.