Αυτές τις μέρες που μας συντάραξαν τα γεγονότα που σκόρπισαν πόνο πολύ αλλά και οργή στην κοινωνία μας, ένα ξέσπασμα της φύσης που πάντα πειθαρχώντας στους δικούς της νόμους ανατρέπει έργα ανθρώπινα που όταν σχεδιάζονται καυχώνται πως νικούν τη φύση, την υποτάσσουν, την εκμεταλλεύονται και την απομυζούν, ο νους μας πηγαίνει σε σημαντικά λογοτεχνικά, θεατρικά, μουσικά, εικαστικά έργα που αποτυπώνουν αυτές τις φυσικές εξάρσεις που ανατρέπουν τις ισορροπίες και την υπερηφάνεια της ανθρώπινης επινοητικής δημιουργικότητας.
Αυτοί οι άνεμοι που σπέρνουν στο διάβα τους τρόμο, καταστροφή, θάνατο έγιναν συχνά από τη λογοτεχνία και την όλη τέχνη σύμβολα των ανθρωπίνων παθών. Πόσο συχνά δεν διαβάζουμε να καταγράφεται από έναν συγγραφέα ή έναν κινηματογραφιστή μια κρίση ανθρώπινη, μια αρρώστια, ένας πόλεμος, μια συναισθηματική έκρηξη, ερωτικής απελπισίας, μίσους και εγκληματικής δράσης με αναφορές σε φυσικές εκρήξεις, τρικυμίες, ανεμοστρόβιλους, καταιγίδες ή γαλήνιες θαλάσσιες επιφάνειες, ήρεμα ποτάμια ή πάλι καταρράχτες, πλημμύρες.
Η φύση, βεβαίως, δεν έχει ηθική, δεν γνωρίζει το καλό, το κακό, το ωφέλιμο, την καταστροφή. Δεν αντιλαμβάνεται πως κάθε ενέργειά της μπορεί να σημαίνει πλούτο, φτώχεια, αφανισμό, θάνατο για την ανθρώπινη κοινότητα.
Γι’ αυτό από τα αρχαιότερα κείμενα της ανθρώπινης κοινωνίας μας διασώθηκαν προσευχές, τελετές, λιτανείες, όπως άνθρωποι απελπισμένοι καταφεύγουν σε θεϊκές δυνάμεις ικετεύοντας για βροχή σε εποχές ξηρασίας και πυρκαγιάς, για κατευνασμό θυελλωδών ανέμων που καταστρέφουν τα φυτά, για ημέρωμα των χειμάρρων που πλημμυρίζουν τη σπορά, για κοίμηση της ανεμικής που στέλνει πλοία και ναύτες στον βυθό της θάλασσας.
Πρέπει, βέβαια, να σημειώσω εδώ πως λίγες είναι οι φορές που οι φυσικές εξάρσεις, οι ασύμμετρες απασχόλησαν τη λογοτεχνία και τις τέχνες της κλασικής εποχής. Σπάνια π.χ. διαβάζουμε σε τραγικό κείμενο μεταφορές όπου τα ανθρώπινα πάθη χαρακτηρίζονται με όρους των φυσικών μεταμορφώσεων. Μόνο στον Ευριπίδη της τελευταίας περιόδου, που μερικοί μελετητές ανιχνεύουν τα πρώτα δείγματα ενός δυναμικού ρομαντισμού.
Βέβαια στο έπος, ιδιαίτερα στην «Οδύσσεια», πολύ συχνά ο μεγάλος ποιητής περιγράφει δεινές θαλάσσιες εξεγέρσεις, καταστροφικές, αλλά πουθενά η φύση και οι φάσεις των φαινομένων της δεν θεωρούνται ως ανάλογα ψυχικών ανθρώπινων εξάρσεων.
Η φύση στο έπος συχνά επίσης εξεγείρεται, όπως στην «Ιλιάδα» που αηδιάζει με την κτηνωδία της ανθρώπινης συμπεριφοράς και ο ποταμός που δέχεται πτώματα μετά τις φονικές μάχες θυμώνει και αρχίζει να πετάει από την κοίτη του στον κάμπο ανθρώπινα κατακρεουργημένα σώματα.
Η φύση και οι μεταμορφώσεις της αρχίζουν να γίνονται αναλογικά πρότυπα για τις ανθρώπινες πράξεις μετά την κλασική περίοδο, ήδη από τα πρώτα χρόνια της ελληνιστικής περιόδου.
Ενώ στην κλασική εποχή ο άνθρωπος είναι απέναντι στη φύση, την αντιμάχεται, την τιθασεύει, τη νικά ή τον νικά, στα πρώτα «ρομαντικά» χρόνια τα ανθρώπινα αισθήματα αντανακλούν φυσικά πάθη. Ο άνθρωπος είναι παιδί της φύσης και στις ενέργειές του ανιχνεύονται ανάλογες με τις φυσικές εξάρσεις, ισορροπίες, απότομες μεταβολές και καταστροφικές μανίες.
Συχνότατα η φύση συμπαρίσταται, άλλοτε αγανακτεί, συμπάσχει και επεμβαίνει στην Ιστορία έτσι ώστε όχι σπάνια μια νίκη στα πεδία των μαχών προσγράφεται στη συμβολή των καιρικών φαινομένων που έσπευσαν ως αρωγά και άλλοτε συντελεί στην ολοκληρωτική καταστροφή στρατευμάτων. Θυμηθείτε τον Στρατηγό Χειμώνα που διέλυσε τη ναπολεόντεια εκστρατεία στη Ρωσία. Ετσι και στη λογοτεχνία και ιδιαίτερα στο θέατρο τα καιρικά φαινόμενα, ως παθολογία ή φυσιολογία της φύσης, γίνονται ερμηνευτικά κλειδιά για να ανιχνεύσουμε πράξεις, εγκλήματα, θυελλώδεις έρωτες και καταιγίδες παθών που κινούν τον άνθρωπο είτε ως άτομο είτε ως μάζα στο πεδίο της Ιστορίας.
Ας μείνω στο θέατρο. Ενα «Μελτεμάκι» οδηγεί τον Παντελή Χορν να μελετήσει την αναστάτωση που φέρνει στην ψυχή ενός μεσήλικου παντρεμένου το πέρασμα από τη ζωή του μιας έφηβης που ως σώμα και ψυχισμό φέρνει στην κουρασμένη καθημερινότητα ενός άντρα την αύρα μιας ξενοιασιάς, αθωότητας και ερεθιστικής θηλύτητας.
Από την άλλη όμως πλευρά σε μια άλλη εκδοχή των ίδιων συνθηκών η εισβολή ενός θήλεος στη ζωή ενός μεσόκοπου παίρνει την οργή που έχει το «Μπουρίνι», έργο του Μπόγρη. Το μπουρίνι περνάει βίαια, σαρώνει, συχνά λεηλατεί, ανατρέπει, αναστατώνει, τραυματίζει θανάσιμα, τουλάχιστον συναισθηματικά τις ζωές των ανθρώπων, αφήνοντας στο πέρασμά του ερείπια παθών, αποκαΐδια πόθων, ρημαΐλα.
Κλιμακώνω. Μετά το μελτέμι, μετά το μπουρίνι, η θύελλα. Υπάρχει ένα θεατρικό αριστούργημα του ρωσικού ρομαντισμού, η «Θύελλα» του Οστρόφσκι, που έχει παρασταθεί στην ελληνική σκηνή και από το εθνικό θέατρο και από ιδιωτικούς θιάσους.
Αν το Μπουρίνι έρχεται και φεύγει σε μικρό χρονικό διάστημα, σαρώνει και απέρχεται, η Θύελλα έχει διάρκεια και ξεριζώνει, ξεσπιτώνει, αφήνει πίσω της νεκρές ψυχές, συναισθηματικά πτώματα, πληγές ανεπούλωτες.
Και ακολουθεί η Καταιγίδα. Θα αναφερθώ χρονικά ανάποδα. Πρώτα στο έργο μ’ αυτόν τον τίτλο. «Καταιγίδα» του Στρίντμπεργκ, που είχαμε την ευκαιρία να τη δούμε πριν από τριάντα χρόνια που η Αθήνα ήταν η πρώτη πολιτιστική πρωτεύουσα χάρη στη Μελίνα Μερκούρη στο Εθνικό Θέατρο με σκηνοθέτη τον μείζονα καλλιτέχνη του θεάτρου Μπέρκμαν αλλά και σε μια θαυμάσια παράσταση του Γιώργου Μιχαηλίδη.
Η Καταιγίδα είναι σ’ αυτή την εκδοχή η σύγκρουση μέσα στο περίκλειστο «πεδίο μάχης» της συζυγικής στέγης. Το αιώνιο θέμα του Στρίντμπεργκ εδώ παίρνει τη μορφή μιας θανάσιμης αλληλοεξόντωσης όταν ανάμεσα σε έναν μουχλιασμένο γάμο εισβάλλει ο Αλλος που αναστατώνει όχι την ψυχή της συζύγου αλλά και του συζύγου!
Από μεταφραστική λαθεμένη παράδοση του έργου του Σαίξπηρ επίσης «Καταιγίδα» μεταφράστηκε πριν από ενάμιση αιώνα «Τρικυμία» κι έτσι μας παραδόθηκε. Το κύκνειο δράμα του μέγιστου ποιητή της Ευρώπης, έργο σχεδόν διαθήκης, αισθητικής και ιδεολογικής και ηθικής εγκαθιδρύει μια δραματουργική διαδικασία στη θεατρική Ιστορία. Αναφέρεται στα ανθρώπινα πάθη που οδηγούν σε εγκλήματα εξαιτίας της δίψας για εξουσία που φέρνει στην επιφάνεια βαθιές, ζωώδεις, κτηνώδεις ορμές. Η φυγή προς τη φύση, την παρθένα, τη γαλήνη της διαδοχής των εποχών, ακόμη και η συνύπαρξη με τη φυσική τερατωδία είναι μια επιστροφή στις πηγές πριν από τον πολιτισμό και τον αγώνα, συχνά αιματηρό, για την κυριαρχία πάνω στους άλλους.
Μετά την καταιγίδα η ζωή ξαναβρίσκει τις χαμένες ισορροπίες της, καταθέτει τα όπλα, καταθέτει ακόμη και την τέχνη για να επιστρέψει στον χαμένο παράδεισο που είχε εγκαταλείψει εξαιτίας της πείνας και της δίψας για γνώση, που για τον ποιητή της Γραφής είναι η γνώση θλίψη. Θυμίζω πως ένα θεατρικό έργο που κάποτε κυριάρχησε και στην ελληνική σκηνή, «Σιμούν» του Λενορμάν, είναι το πρώτο θεατρικό κείμενο που προσεταιρίζεται την φροϊδική ψυχανάλυση για να προσεγγίσει τα ανθρώπινα πάθη.
Μελτέμια, μπουρίνια, θύελλες, καταιγίδες, Σιμούν: Ποιος είπε πως ο άνθρωπος δεν είναι παιδί της φύσης;