Στο μικρό νησιωτικό σύμπλεγμα, το 2015, υπήρχε μόνο μια μαία. Εβαζε και καμιά ένεση. Σήμερα έχει τρεις γιατρούς. Μάλιστα είχε τέσσερις, αλλά η νεοδιορισμένη έφαγε κάποιας μορφής μπούλινγκ από δυο «διεκδικητικούς» κι όπου φύγει φύγει. (Αφού έφυγε, διαμαρτύρονται για έλλειψη γιατρού στη μικρονησίδα – 10 λεπτά απ’ την πρωτεύουσα, με βάρκα).
Στα νησάκια είχε να πάει πολλά χρόνια γιατρός. Δεν είναι δελεαστικό ένα πόστο στην άκρη του κόσμου. Η νηπιαγωγός, στέριωσε προς χάριν του ενός μαθητή. Τα παιδιά του Δημοτικού, του Γυμνασίου και ο μαντράχαλος του Λυκείου, περνούν με το καΐκι απέναντι για τα σχολεία τους. Τον χειμώνα στα μικρά νησιά υπάρχει μια ερημιά, υπέροχη για τον επισκέπτη. Η βασική πολιτιστική μονάδα είναι το τοπικό, επιδοτούμενο πλοιάριο με τις προμήθειες και τις παραγγελίες και οι ζεστές συστηματικές τσιπουροποσίες συνοδεία παστής σαρδέλας. Ανακαλείς μεν το παλαιό αναγνωστικό του Δημοτικού – τα κείμενα της ενότητας «από τη ζωή στη θάλασσα» – αλλά δύσκολα προσαρμόζεσαι στην πραγματική νησιωτική ζωή. Οι αστικές ευκολίες, η πυκνότητα παροχών της πόλης, δύσκολα υποκαθίστανται. Φροντιστήρια, ωδεία, συναυλίες, παραστάσεις, χάζι στα εμπορικά κέντρα. Στα νησάκια γίνεται μια προσπάθεια εύρεσης αναλογιών. Ομως για μαγαζιά μόδας, σουπερμάρκετ, καταστήματα ηλεκτρονικών, πρέπει να ταξιδέψεις στα γειτονικά μεγαλονήσια. Για τους αγώνες των τοπικών πρωταθλημάτων, πρέπει επίσης να πάρεις το πλοιάριο. Εχω δει κορίτσια του βόλεϊ να ταξιδεύουν με σχεδόν εφτάρι, για να δώσουν αγώνα.
Δεν διαβάζουν πολύ. Ευνοεί ο καιρός, αλλά δεν ευνοεί η συνήθεια. Κυριακή οι πιο νέοι βγαίνουν με τις «γουρούνες» για κυνήγι. Κύκλος του Καρυωτάκη.
Πολλοί φεύγουν τον χειμώνα για Πειραιά. Είτε για τα «παιδιά» που είναι εγκατεστημένα και παντρεμένα στην πόλη, είτε γιατί υπάρχουν ευκολίες. Το ζεστό διαμέρισμα, η λαϊκή όπου βρίσκουν τα πάντα, τα νοσοκομεία, οι Δημόσιες Υπηρεσίες.
Στην Ελλάδα δεν υπήρξε αστικοποίηση λόγω ανάπτυξης, π.χ. άλλαξαν οι παραγωγικές δυνάμεις και αποικίστηκαν διογκούμενες οι πόλεις, όπως συνέβη σε μεγάλο βαθμό στον «κανονικό καπιταλισμό». Στην Ελλάδα έγινε το αντίστροφο. Υπήρξε «πολιτική» αστικοποίηση λόγω εθνικών καταστροφών, εμφυλίου και διώξεων, συνέρρευσε ο κόσμος στα αστικά κέντρα και αλλαγή παραγωγικού προτύπου έγινε η ίδια η εισροή. Η διόγκωση της πόλης δημιούργησε ανάπτυξη και δεν δημιούργησε την πόλη η ανάπτυξη και η παραγωγική μετεξέλιξη.
Κυρίως απ’ τη δεκαετία του ’70 και ’80, τα νησιά θεμελιώνουν την ύπαρξή τους στην ανάκτηση ενός παραγωγικού χαρακτήρα. Ο τουρισμός τα ξαναέκανε πηγή προσωπικών και εθνικών εσόδων. Δεν συνοδεύτηκε όμως αυτή η αλλαγή από την κατάκτηση των αστικών ευκολιών, την ανασύνταξη του αστικού προτύπου. Ετσι νησιά με ισχυρότατο τουριστικό προϊόν βρίσκονται σε υποτυπώδες επίπεδο από την άποψη των υποδομών και των υπηρεσιών. Η αντίφαση αναπαράγεται. Η παραγωγικά απισχνούμενη πόλη έχει το πλήθος των υποδομών, η παραγωγικά ισχυροποιούμενη περιφέρεια όχι. Η πολιτιστική παραδοχή της πόλης είναι συντριπτικά ευρύτερη. Το νησί είναι χρήσιμο τους θερινούς μήνες. Η πόλη το υπόλοιπο διάστημα, σκηνοθετώντας το νησί. Ο τόπος μας δεν «μπόρεσε να αποτελειώσει καμιά ηλικία» που θα ‘λεγε κι ο Λειβαδίτης.
Ο Δημήτρης Σεβαστάκης είναι βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Σάμου και πρόεδρος της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής