Το βράδυ της 20ής Αυγούστου 1968, στις 23.00 ακριβώς, όλοι οι διοικητές σωμάτων, μεραρχιών, ταξιαρχιών, συνταγμάτων και ταγμάτων της ειδικής στρατιάς που είχε σχηματιστεί με απόφαση των «πέντε αδελφών κομμάτων» (ΕΣΣΔ, Πολωνίας, Βουλγαρίας, Ανατολικής Γερμανίας και Ουγγαρίας), άνοιξαν σύμφωνα με την εντολή έναν από τους πέντε σφραγισμένους φακέλους που είχαν. Ταυτόχρονα, έκαιγαν ενώπιων των επιτελαρχών τους τους υπόλοιπους τέσσερις. Στον φάκελο περιλαμβανόταν το σχέδιο δράσης κάθε μονάδας, οι αντικειμενικοί στόχοι και το χρονοδιάγραμμα. Ξεκινούσε η επιχείρηση «Δούναβης», δηλαδή η εισβολή 500.000 αντρών και 5.000 αρμάτων μάχης και μεταφοράς προσωπικού στην Τσεχοσλοβακία, θέτοντας τέλος στην περίοδο που έμεινε γνωστή στην Ιστορία ως «Η άνοιξη της Πράγας».
Τα γεγονότα του καλοκαιριού του 1968 στην Τσεχοσλοβακία δεν ήταν ούτε κεραυνός εν αιθρία, ούτε κάτι ξεκομμένο από την γενικότερη μεταπολεμική πορεία του κομμουνιστικού στρατοπέδου. Είχαν προηγηθεί η εξέγερση των εργατών στο κατεχόμενο από τους σοβιετικούς ανατολικό τμήμα της Γερμανίας το 1953, η εξέγερση εργατών στη Βουδαπέστη και άλλες ουγγρικές πόλεις το 1956, αλλά και η άγνωστη εξέγερση των σοβιετικών εργατών στην πόλη Νοβοτσερκάσκ το 1962 που πνίγηκε στο αίμα. Η γενεσιουργός όμως αιτία όλων αυτών ήταν η σύντομης διάρκειας «σοβιετική άνοιξη» ή «το λιώσιμο των πάγων» που ξεκίνησε το 1956 με το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ και επισφραγίστηκε με ένα ιδιότυπο «κοινωνικό συμβόλαιο» ανάμεσα στη σοβιετική κομματική ελίτ και τη σοβιετική κοινωνία, σύμφωνα με το οποίο «αποκλειόταν κάθε επιστροφή στα χρόνια της μεγάλης τρομοκρατίας 1936 – 1938 ενώ η ελίτ αναλάμβανε την υποχρέωση της σταθερότητας και της ευημερίας της κοινωνίας, χωρίς ακρότητες». Η περίοδος αυτή έληξε αναίμακτα, εν πολλοίς, χάρη στο αυλικό πραξικόπημα στους κόλπους της ΚΕ του ΚΚΣΕ που αποκαθήλωσε τον Νικήτα Χρουστσόφ και έφερε στην εξουσία τον Λεοντίντ Μπρέζνιεφ, ο οποίος χάρισε και το όνομά του στο περίφημο «Δόγμα» της γεωπολιτικής του Κρεμλίνου, σύμφωνα με το οποίο, σε περίπτωση «απόπειρας παλινόρθωσης του καπιταλισμού» σε κάποια χώρα του «σοσιαλιστικού στρατοπέδου», οι υπόλοιπες είχαν κάθε δικαίωμα να επέμβουν και να σώσουν τα «επιτεύγματα της οικοδόμησης της νέας κοινωνίας». Ουσιαστικά, η Ανοιξη της Πράγας ήταν μία προσπάθεια μεταρρύθμισης εκ των έσω, δηλαδή μέσω του δεσπόζοντος κόμματος, του κομμουνιστικού συστήματος, το οποίο αδυνατούσε να ικανοποιήσει τις στοιχειώδεις ανάγκες του πληθυσμού, ενώ παράλληλα, το αστυνομικό κράτος που είχε επιβληθεί, διαπίστωνε την αναποτελεσματικότητά του στην πάταξη κάθε ετερόδοξης, εικονοκλαστικής, αντιπολιτευτικής φωνής.
Το μονολιθικό, αρχαϊκό σύστημα που είχε επιβληθεί στην ΕΣΣΔ από το 1917, δεν ταίριαζε για λόγους ιστορικούς, πολιτισμικούς και ψυχολογικούς στις κοινωνίες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες αντιμετώπιζαν τα κομμουνιστικά καθεστώτα που είχαν εγκαθιδρυθεί χάρη στις σοβιετικές λόγχες και τα τεθωρακισμένα, ως συνεργάτες των νέων κατακτητών. Αυτό ίσως να εξηγεί και τη στάση των εκπροσώπων των υπόλοιπων τεσσάρων κρατών που συμμετείχαν στη Διάσκεψη της Μπρατισλάβας, όπου αποφασίστηκε η εισβολή. Σύμφωνα με τα πρακτικά που είδαν το φως της δημοσιότητας πολλά χρόνια αργότερα, οι ηγέτες των χωρών αυτών κράτησαν την πλέον αδιάλλακτη στάση. Ηξεραν πως αν δημιουργείτο το πρώτο ρήγμα, το domino effect θα παρέσερνε όλα τα καθεστώτα. Συνέβη βέβαια, ύστερα από 22 χρόνια, μα το 1968 κανείς δεν μπορούσε να το φανταστεί.
Ο Ψυχρός Πόλεμος ήταν στο αποκορύφωμά του. Η αντιπαράθεση των δύο στρατοπέδων είχε περάσει σε νέα φάση μετά την πυραυλική κρίση στην Κούβα στις αρχές της δεκαετίας, ενώ το «Δόγμα Μπρέζνιεφ» υποχρέωνε την ΕΣΣΔ να αναπτύσσει δυνάμεις σε όλες τις ηπείρους, προκειμένου να παρεμποδίσει τη γεωπολιτική ισχύ της Δύσης και να εδραιώσει τη δική της.
Η Ανοιξη της Πράγας όμως ήταν, ταυτόχρονα, και το εναρκτήριο λάκτισμα μιας μακρόχρονης, βασανιστικής, διαλυτικής πορείας τόσο για την Τσεχοσλοβακία, όσο και για τις υπόλοιπες χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας (αντίπαλου δέους του ΝΑΤΟ), η οποία κατέληξε στην πλήρη κατάρρευση αυτών των καθεστώτων το 1990 – 1991.
Την ίδια στιγμή, τα γεγονότα στην Πράγα, η εικόνα του αυτοπυρπολημένου Γιαν Πάλεχ, τα σοβιετικά τεθωρακισμένα στους δρόμους της πόλης και οι οδομαχίες των απλών πολιτών, έκαναν τον κύκλο του κόσμου, προκάλεσαν κύματα συμπαράστασης της διεθνούς κοινής γνώμης, στέρησαν το ηθικό πλεονέκτημα από τα κομμουνιστικά καθεστώτα και, κυρίως, προκάλεσαν έντονες ιδεολογικές συζητήσεις στους κόλπους του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, προκαλώντας διασπάσεις – όπως στην Ελλάδα – και την εμφάνιση νέων προσεγγίσεων της κομμουνιστικής θεωρίας και πρακτικής, όπως ο Ευρωκομμουνισμός.
Ωστόσο, η σημασία της Ανοιξης της Πράγας ήταν τεράστια. Απέδειξε πως η κομμουνιστική θεωρία και πολιτική, παρά το γεγονός ότι όμνυε στον άνθρωπο, δεν ήταν τίποτα άλλο παρά ένα σκληρό, ανελέητο, απάνθρωπο ολοκληρωτικό καθεστώς. Ενα καθεστώς στο οποίο το κομματικό ιερατείο, ως κάτοχος, νομέας και φορέας της δικής του απόλυτης αλήθειας, αδιαφορούσε για τον άνθρωπο και τις ανάγκες του, τα απαράγραπτα δικαιώματά του και με τη χρήση της γυμνής από κάθε ηθικό έρεισμα βίας επέβαλλε την κυριαρχία του. Αυτό οδήγησε στη μεταστροφή ενός μεγάλου μέρους της δυτικής διανόησης, η οποία μέχρι τότε έβλεπε με συμπάθεια το κομμουνιστικό πείραμα. Η αρχική ρωγμή έγινε χάσμα και η αντίστροφη μέτρηση είχε αρχίσει. Είχε τελειώσει η εποχή των ψευδαισθήσεων.
Ο Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης είναι δημοσιογράφος, μεταφραστής, εκδότης του περιοδικού για τον ρωσικό πολιτισμό «Στέπα»