Τέσσερα νέα μέτρα – φωτιά κατά των συνταξιούχων, από το 2019, δρομολογούνται από τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η κυβέρνηση με το τρίτο Μνημόνιο, τον αρνητικό αντίκτυπο των οποίων θα επιχειρήσει να θολώσει ο Πρωθυπουργός με νέες υποσχέσεις από το βήμα της ΔΕΘ, για τις οποίες ωστόσο δεν έχει εξασφαλιστεί η έγκριση των δανειστών.
Οι υποσχέσεις έστω και σε επίπεδο προθέσεων για αναστολή των προβλεπόμενων περικοπών στις συντάξεις από 1/1/2019 αναμένεται να αποτελέσουν κομβικό σημείο στο πακέτο προεκλογικών εξαγγελιών του Αλέξη Τσίπρα από τη Θεσσαλονίκη. Αλλά το νέο επικοινωνιακό αφήγημα που στήνει η κυβέρνηση κάθε άλλο παρά επιβεβαιώνεται από τη στάση των δανειστών, οι οποίοι με αλλεπάλληλες δηλώσεις τους τις τελευταίες μέρες ζητούν απαρέγκλιτη εφαρμογή των ψηφισμένων μέτρων του τρίτου Μνημονίου, μεταξύ των οποίων είναι και οι περικοπές στις συντάξεις.
Για την κυβέρνηση, που αντί για την επαναφορά της 13ης σύνταξης επέβαλε τον γνωστό νόμο Κατρούγκαλου με τις 22 μειώσεις κόστους 10 δισ. ευρώ, οι επερχόμενες νέες περικοπές απειλούν να βάλουν «φωτιά» στο εσωτερικό της και να επιταχύνουν τον δημοσκοπικό κατήφορο της χώρας, καθώς αυτή οδεύει προς τις κάλπες. Ο χρόνος ήδη μετράει αντίστροφα εις βάρος της, αφού βάσει των μνημονιακών δεσμεύσεων οι μειώσεις στην «προσωπική διαφορά» των παλαιών συνταξιούχων θα πρέπει να εμφανιστούν στα εκκαθαριστικά τους τον ερχόμενο Δεκέμβριο.
Ωστόσο δεν είναι μόνο οι μειώσεις στην προσωπική διαφορά των παλαιών συνταξιούχων που επιφυλάσσουν νέες επιβαρύνσεις για τους απόμαχους της δουλειάς. Μαζί με αυτές έρχονται άλλα τρία επώδυνα μέτρα, τα οποία προβλέπονται στο τρίτο Μνημόνιο, επιβεβαιώνοντας έτσι ότι βρίσκεται σε πλήρη ισχύ, παρά τους κυβερνητικούς πανηγυρισμούς για την έξοδο από αυτό.
Ειδικότερα, τα νέα δυσβάσταχτα μέτρα που έρχονται – αντί για την «καθαρή» έξοδο που επικαλείται η κυβέρνηση – είναι τα εξής:
1. Συντάξεις. Από 1/1/2019 μειώνεται η «προσωπική διαφορά» τόσο στις κύριες όσο και στις επικουρικές συντάξεις, οι οποίες καταβάλλονταν κατά τη 12η Μαΐου 2016. Η μείωση αυτή θα αφορά και τις καταβαλλόμενες κατά την παραπάνω ημερομηνία συντάξεις χηρείας. H «προσωπική διαφορά» θα προκύψει από τον επανυπολογισμό των κύριων συντάξεων με βάση τις διατάξεις του νόμου Κατρούγκαλου. Ο επανυπολογισμός θα αφορά τις κύριες συντάξεις οι οποίες καταβάλλονταν ή τις είχαν αιτηθεί ασφαλισμένοι κατά τη 12η Μαΐου 2016. Με τον όρο «προσωπική διαφορά» νοείται η διαφορά μεταξύ επανυπολογισθείσας και καταβαλλόμενης σύνταξης. Αν αυτή η διαφορά είναι αρνητική – δηλαδή αν η επανυπολογισθείσα σύνταξη είναι χαμηλότερη από την καταβαλλομένη –, τότε θα κοπεί. Ωστόσο η περικοπή δεν θα ξεπερνά το 18% της καταβαλλομένης σύνταξης. Αν η «προσωπική διαφορά» είναι θετική – δηλαδή η συνυπολογισθείσα σύνταξη είναι υψηλότερη της καταβαλλόμενης – τότε η καταβαλλόμενη θα αυξηθεί μέχρι του σημείου να φτάσει την επανυπολογισθείσα. Ωστόσο αυτή η αύξηση θα γίνει σταδιακά, σε πέντε ετήσιες δόσεις.
Επισημαίνεται ότι οι νέες παρεμβάσεις του Μεσοπρόθεσμου (το οποίο ψηφίστηκε πρόσφατα) εκτός από την περικοπή των κύριων και των επικουρικών συντάξεων μέσω επανυπολογισμού μέχρι 18% επί της καταβαλλόμενης σύνταξης (εκτός των συντάξεων υπερηλίκων ΟΓΑ, ΟΓΑ και Τραπέζης της Ελλάδος), προβλέπουν την κατάργηση των οικογενειακών επιδομάτων, καθώς και την αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών σε μη μισθωτούς κατά 17,64% και ανέρχονται σε 3,02 δισ. ευρώ. Μετά τη μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 2.650 εκατ. ευρώ το 2019, η ετήσια απώλεια θα είναι 1,25 συντάξεις. Εάν δε προστεθεί και η μείωση του αφορολογήτου από 9.545 ευρώ (2014) σε 5.680 ευρώ (2020), η απώλεια θα ανέλθει από 1 έως 3 συντάξεις ετησίως. Οσον αφορά τους συνταξιούχους του Δημοσίου οι περικοπές θα είναι οι πλέον επώδυνες! Η συνολική συνταξιοδοτική δαπάνη Μαρτίου 2018 για τους 471.845 συνταξιούχους του Δημοσίου είναι 500,226 εκατ. ευρώ (μηνιαίως) ή 6.002,7 εκατ. ευρώ (ετησίως). Η περικοπή ανέρχεται σε 1.121 εκατ. ευρώ ετησίως, δηλαδή διαμορφώνεται στα 4.881,7 εκατ. ευρώ. Συνεπώς, η ετήσια απώλεια ανέρχεται σε 2.371 ευρώ ή 2,24 συντάξεις. Δηλαδή, είναι μεγαλύτερη από τη μείωση του 18% επί της καταβαλλόμενης σύνταξης! Εάν δε προσθέσουμε και τη μείωση του αφορολογήτου, τότε οι συνταξιούχοι του Δημοσίου θα χάνουν τρεις συντάξεις ετησίως! Επίσης η περικοπή των επικουρικών (επίσημα στοιχεία) ανέρχεται σε 232 εκατ. ευρώ ετησίως. Το ποσό των απωλειών έρχεται να προστεθεί στα 64 δισ. ευρώ που έχασαν μέχρι τώρα οι συνταξιούχοι από τις 27 μνημονιακές περικοπές, οδηγώντας στη φτωχοποίηση τους απόμαχους της δουλειάς.
2. Από το 2022 όλοι οι ασφαλισμένοι θα μπορούν να βγουν στη σύνταξη μόνο εφόσον έχουν κλείσει 40 έτη ασφάλισης στα 62 έτη τους ή αλλιώς θα βγαίνουν στη σύνταξη στα 67 τους, εφόσον έχουν κλείσει τουλάχιστον 15 έτη ασφάλισης.
3. Από το 2020 καταργείται πλήρως το ΕΚΑΣ για τους χαμηλοσυνταξιούχους των 664 ευρώ, έπειτα από μία περίοδο (2015 – 2019) σταδιακής μείωσης, η οποία έχει στοιχίσει ήδη το ΕΚΑΣ στους συνταξιούχους των 774 ευρώ.
4. Από το 2019 έως και το 2022, επίσης, δεν θα καταβληθούν οι προβλεπόμενες ονομαστικές αυξήσεις (βάσει της εξέλιξης του ΑΕΠ και του πληθωρισμού) σε όλες τις καταβαλλόμενες κύριες συντάξεις.
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΗ. Στο μεταξύ, πανελλαδική κινητοποίηση στην Αθήνα οργανώνει στις 3 Σεπτεμβρίου ο Σύλλογος Συζύγων Θανόντων. Ως γνωστόν ο νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων χηρείας, σύμφωνα με τον νόμο Κατρούγκαλου, μπορεί να επιφέρει μείωση έως και 66% στις συντάξεις χηρείας.
Ο σύλλογος διεκδικεί τα έξης:
1. Αρση των ηλικιακών κριτηρίων χορήγησης σύνταξης χηρείας που καθορίστηκαν με το άρθρο 12 ν. 4387/2016, που φαίνονται παρακάτω:
(α) Είσαι 52 έως 55 ετών την ημέρα που απεβίωσε ο/η σύζυγος, χορηγείται σύνταξη για 3 έτη, διακόπτεται και χορηγείται ξανά στην ηλικία των 67 ετών.
(β) Είσαι κάτω των 52 ετών την ημέρα που απεβίωσε ο/η σύζυγος, χορηγείται σύνταξη μόνον για 3 έτη και μετά διακόπτεται οριστικώς.
2. Επαναφορά του ποσοστού της σύνταξης στο 70% που θα εδικαιούτο ο εκλιπών, όπως ήταν στο πρόσφατο παρελθόν και όχι στο 50% που καθορίσθηκε με το άρθρο 12 του ν. 4387/2016, ανεξαρτήτως ηλικίας. Διατήρηση του 70% στους παλαιούς δικαιούχους σύνταξης χηρείας.
3. Μη εφαρμογή του επανυπολογισμού των συντάξεων των εκλιπόντων από τον Μάιο του 2016, αλλά να ισχύσει ό,τι και στους άλλους συνταξιούχους.
4. Να μειωθεί η διάρκεια έγγαμου βίου για χορήγηση σύνταξης.