Δεν ονομάστηκε “Ανοιξη της Πράγας” από την εποχή του χρόνου, αλλά από το περιεχόμενο της: την ελπίδα ενός λαού για ελευθερία που, όμως, δεν άντεξε κάτω από το βάρος της στρατιωτικής εισβολής με την οποία απάντησε το Κρεμλίνο. Ο ξεσηκωμός των Τσεχοσλοβάκων όχι απλώς δεν έμεινε αναπάντητος από τη Μόσχα, αλλά εκείνη, σε μία επίδειξη τόσο ισχύος όσο και τυφλής πειθαρχίας του σοβιετικού κόσμου στα κελεύσματά της, επιστράτευσε για την εισβολή στην Πράγα δυνάμεις και από άλλες χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας με την κωδική ονομασία “Επιχείρηση Δούναβης”. Και αυτό επειδή εκείνο που εξόργισε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο τη Μόσχα ήταν το γεγονός ότι στην Πράγα δεν ξεσηκώθηκαν απλώς κάποιοι από τους αντιφρονούντες πολίτες της χώρας, ούτε κάποιες οργανωμένες αντιστασιακές ομάδες. Αντίθετα, η ίδια η κυβέρνηση της Τσεχοσλοβακίας υπό τον Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ και με μεγάλη υποστήριξη από το λαό ήταν εκείνη που αποφάσισε να προχωρήσει σε μία σειρά μέτρων μερικής έστω χαλάρωσης του ασφυκτικού καθεστώτος, ιδίως, στην αρχή, ως προς τη δυνατότητα έκφρασης των πολιτών. Και αυτό, χωρίς φυσικά να αμφισβητήσει την ισορροπία του μεταπολεμικού κόσμου: δεν ήταν καν ζήτημα απόπειρας “αυτομόλησης” της Τσεχοσλοβακίας στο “άλλο” στρατόπεδο του Ψυχρού Πολέμου. Είναι χαρακτηριστικό ότι κεντρικό θέμα για τους Τσεχοσλοβάκους, ήταν το δικαίωμά τους να μιλούν για τον Κάφκα και τα γραπτά του!
Ομως, για τη Μόσχα, μία τέτοια ενέργεια ήταν αδύνατο όχι απλώς να παραμείνει ατιμώρητη, αλλά, αντιθέτως, έπρεπε να δοθεί το τελεσίδικο παράδειγμα τι περιμένει οποιονδήποτε σε οποιαδήποτε χώρα της σοβιετικής επιρροής, που θα τολμούσε ξανά στο μέλλον να σκεφτεί κάτι αντίστοιχο. Ετσι, αμέσως μετά την Ανοιξη της Πράγας, το σύνολο των καθεστώτων αυτών φτάνει πλέον στο αποκορύφωμα της καταπιεστικότητας και στην πιο σκληρή έκφραση των κόκκινων δικτατοριών από την εποχή της εγκαθίδρυσής τους.
Το πρώτο αίτημα που διατυπώθηκε στη χώρα έναντι του συστήματος κεντρικής διεύθυνσης της οικονομίας ήρθε γύρω στο 1963 και αφορούσε πρωτίστως απόπειρες για έναν “τρίτο δρόμο” στην οικονομική πολιτική που θα επέτρεπε να εξελιχθεί λίγο η οικονομία μιας χώρας που πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο αποτελούσε πρότυπο στην Ευρώπη και τον Κόσμο. Το επόμενο και μοιραίο βήμα έγινε το καλοκαίρι του 1968, πριν από ακριβώς μισό αιώνα, με τον “Σοσιαλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο”, τον οποίο επιχείρησε να εισάγει το Κουμμουνιστικό Κόμμα της Τσεχοσλοβακίας. Ολα αυτά μπορεί να ήταν πιο κοντά σε ορισμένες θεωρητικές από τις προσεγγίσεις των πατέρων του κουμμουνισμού, ή τουλάχιστον στην “αγνή” εκδοχή τους, όμως ερχόταν σε ευθεία σύγκρουση με τις θελήσεις και τα συμφέροντα του Πολιτικού Γραφείου της τότε ΕΣΣΔ.
Η ισοπεδωτική στρατιωτική απάντηση των Σοβιετικών είχε, πέραν των κύριων συνεπειών της στην ίδια την Τσεχοσλοβακία και στο σύνολο του σοβιετικού κόσμου, συνέπειες και στη Δύση. Στη Γαλλία αλλά και αλλού στην Ευρώπη, ήταν ακόμα πολύ νωπή η εμπειρία και η ανάμνηση του Μάη του ΄68, όπως και στις ΗΠΑ, όπου πολλές δυνάμεις είχαν κινητοποιηθεί για μία σειρά θεμάτων, όπως ο πόλεμος στο Βιετνάμ, ή η ισοπολιτεία των μαύρων Αμερικανών. Μέχρι την Ανοιξη της Πράγας, όλα αυτά τα κινήματα αμφισβήτησης, είχαν και ορισμένες όψεις στις οποίες το σοβιετικό μοντέλο ασκούσε ακόμα κάποια γοητεία. Οι εικόνες των σοβιετικών αρμάτων που ισοπέδωναν την ιστορική πόλη και σκότωναν αδιάκριτα στο πέρασμά τους, στέρησαν σχεδόν καθολικά πια από τη Σοβιετική Ενωση τους όποιους ακόμα ονειροπόλους θαυμαστές της.