Ο Μαρξ είχε μια έντονη απέχθεια προς το λούμπεν προλεταριάτο. Στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο», που συνέγραψε με τον Φρίντριχ Ενγκελς, το αποκαλούσε «παθητικό προϊόν σαπίλας των πιο χαμηλών στρωμάτων της παλιάς κοινωνίας» ενώ στη «18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη» μιλάει για «διεφθαρμένα και τυχοδιωχτικά αποβράσματα της αστικής τάξης».
Ακόμα πιο πολεμικός ήταν ο Λένιν που τα χαρακτήριζε «αλήτικα στοιχεία» τα οποία «διακρίνονται πότε για οξείες συγκρούσεις και πότε για καταπληκτική αστάθεια και ανικανότητα για πάλη». Αυτό το κοινωνικό στρώμα πάντοτε χαρακτηριζόταν από ένα ύφος επικοινωνίας και από μια φρασεολογία που δεν είχαν καμία σχέση με τον σεβασμό προς τον συνομιλητή, προς τον ορθό λόγο, την ευπρέπεια, την ευγένεια και το ήθος.
Δυστυχώς, η συμπεριφορά, η φρασεολογία και το ύφος των λούμπεν έχει γίνει πλέον συστατικό στοιχείο του πολιτικού λόγου του ΣΥΡΙΖΑ. Ενδεικτικά, λίγες ημέρες πριν από την πυρκαγιά στο Μάτι, δημοσιοποιήθηκε ανακοίνωση του γραφείου Τύπου του Πρωθυπουργού, με αφορμή τις δηλώσεις του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας για εκλογές πριν από τη ΔΕΘ, με πρωτοφανείς χαρακτηρισμούς: «Προτείνουμε στον κ. Μητσοτάκη, που ζήτησε εκλογές τον Αύγουστο να μην εκτίθεται στον ήλιο, διότι αυτό εγκυμονεί κίνδυνο θερμοπληξίας».
Αυτό το λούμπεν ύφος εκδηλώθηκε πλήρως μετά την καταστροφική πυρκαγιά στο Μάτι, την 23η Ιουλίου 2018.
Ενδεικτικά, ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας Παύλος Πολάκης έκανε λόγο για «το επικεφαλής βοθροκάναλο της διαπλοκής που αυτή την ώρα της μάχης ΕΠΙΤΗΔΕΣ μετέδωσε πως καρατομείται η ηγεσία της Πυροσβεστικης»! (σ.σ. Σύνταξη και ορθογραφία του πρωτοτύπου).
Στο ίδιο μήκος κύματος ο πρωθυπουργικός σύμβουλος Νίκος Καρανίκας, κυρίως όμως ο διευθυντής του Γραφείου Τύπου του Πρωθυπουργού Θανάσης Καρτερός με τα κείμενά του τόσο στην «Αυγή» όσο και στο Facebook. Από την παράθεση των ανωτέρω, είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι πρόκειται για περιστασιακές θυμικές εξάρσεις. Μάλλον μοιάζει να πρόκειται για κεντρική πολιτική επιλογή της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ να επικοινωνεί χρησιμοποιώντας ένα λούμπεν λεξιλόγιο. Πρόκειται για την επένδυση στη φρασεολογία του υποκόσμου, με την προσδοκία πολιτικής κερδοφορίας από ένα τμήμα της κοινωνίας που επικροτεί, θέλγεται, θαυμάζει και αναπαράγει αυτό το λεξιλόγιο. Πρόκειται για τη Σχολή «Θανάση Καρτερού», όπως έχουν γράψει πολλά ΜΜΕ.
Πρέπει να επισημάνουμε ότι αυτό το πολιτικό ύφος δεν συνιστά ελληνική ιδιαιτερότητα. Ο φαιοκόκκινος ριζοσπαστισμός έχει και σε άλλες χώρες χρησιμοποιήσει αυτό το εργαλείο, επενδύοντας στα κατώτερα ένστικτα των ψηφοφόρων, προσδοκώντας πολιτικά οφέλη, που σε αρκετές περιπτώσεις, τα κεφαλαιοποίησε εκλογικά.
Πρόκειται για την άρνηση της πολιτικής, την άρνηση του ορθού λόγου, την άρνηση της λογικής. Πρόκειται για εξευτελισμό της πολιτικής αντιπαράθεσης. Πρόκειται για εκτσογλανισμό του δημόσιου βίου. Υπάρχει άραγε στη χώρα μας αυτό το τμήμα της κοινωνίας που επικροτεί τις σειρήνες του λούμπεν λόγου; Είναι εκλογικά σημαντικό και σε ποιο βαθμό; Οι επικείμενες εκλογές θα είναι μια καλή ευκαιρία για να το μετρήσουμε.
Ο Πέτρος Παπασαραντόπουλος είναι εκδότης και συγγραφέας