Είναι σαν τον αντιπυρικό συναγερμό που χτύπησε στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης από τον καπνό του σιγαρίλο του. Κάπως έτσι θα χτύπησε και ο συναγερμός εντός του Νίκου Ξυδάκη, του τότε υπουργού Πολιτισμού που κάποια στιγμή ξεχάστηκε στον πάγκο της κυβέρνησης. Ο Ξυδάκης πετάχτηκε από τον πάγκο για να υπενθυμίσει την ύπαρξή του με ένα κείμενο στο οποίο χαρακτηρίζει τους πολιτικούς του αντιπάλους «δηλωμένους εχθρούς της δημοκρατίας». «Είναι», γράφει, «διορισμένα τσιράκια του δικτάτορα Παπαδόπουλου, φανεροί εραστές της απολυταρχίας, συνοδοιπόροι εθνικοσοσιαλιστών, εχθροί της κοινωνικής πλειοψηφίας».
Η δήλωση του Ξυδάκη είναι κάτι παραπάνω από απλή υπενθύμιση της παρουσίας του. Είναι και κάτι άλλο από διχαστικό λόγο. Είναι ουρλιαχτό, είναι προσωπική αγωνία πολιτικής επιβίωσης. Και ως τέτοια δεν θα είχε καμία σημασία, όπως δεν θα είχε σημασία εάν η εκτόξευση από τον πάγκο θα του εξασφαλίσει μια θέση στην ανασχηματισμένη κυβέρνηση, εάν είχε απαντηθεί ένα ερώτημα: Ο Ξυδάκης εκφράζει μόνο τον εαυτό του ή έπιασε το πνεύμα ΣΥΡΙΖΑ για το διάστημα που έρχεται; Θα είναι, με άλλα λόγια, το προεκλογικό ύφος του ΣΥΡΙΖΑ ένας Πολάκης με καλύτερο συντακτικό και γραμματική, περισσότερο δομημένο λόγο και χωρίς κεφαλαία ανάμεσα στα πεζά, ή θα δικαιωθούν εκείνοι που είδαν τον ΣΥΡΙΖΑ να μεταλλάσσεται σοσιαλδημοκρατικά ακόμη και σε περιβάλλον Πολάκη, Καρανίκα και τώρα Ξυδάκη;
Από την απάντηση θα εξαρτηθούν πολλά. Θα φανεί, ας πούμε, εάν εκείνος ο κύκλος που άνοιξε με το «ή θα τους τελειώσουμε ή θα μας τελειώσουν» θα κλείσει με έναν ακόμη πιο άγριο τρόπο από ένα κόμμα που δεν βλέπει πια την εξουσία να έρχεται αλλά να φεύγει. Δεν είναι ο κύκλος Καστελλόριζο – Ιθάκη που υποτίθεται ότι σηματοδοτεί την οικονομική κρίση. Αλλά ο κύκλος που υπενθυμίζει ότι η κρίση αυτά τα οκτώ χρόνια ήταν πρωτίστως πολιτική.