Μπορεί να κερδίσει κανείς 230.000 δολάρια τον χρόνο στον πόκερ; Μπορεί εάν είναι επιστημονικός συντάκτης και ξέρει να εκμεταλλεύεται τα όσα τού έχουν πει διάφοροι ειδικοί στο πλαίσιο του ρεπορτάζ του. Αυτή τουλάχιστον είναι η περίπτωση της Μαρίας Κονίκοβα, 35χρονης δημοσιογράφου που γεννήθηκε στη Μόσχα και θεωρείται μια από τις καλύτερες επιστημονικές δημοσιογράφους στις ΗΠΑ. Η Κονίκοβα εργάστηκε για τους «New York Times» και το «New Yorker», ενώ έγραψε και τρία βιβλία, εκ των οποίων το τρίτο, «The biggest bluff» («Η μεγαλύτερη μπλόφα»), της άνοιξε τα φτερά. Ο εμπνευστής της ήταν ο μεγάλος μαθηματικός Τζον φον Νόιμαν, θεωρούμενος και πατέρας του υπολογιστή.
Η Κονίκοβα έψαχνε ιδέες για το νέο της βιβλίο το οποίο θα περιστρεφόταν γύρω από το θέμα «τύχη εναντίον ικανότητας, τι μετατρέπει έναν παίκτη σε νικητή;». Από αυτό το ερώτημα οδηγήθηκε στη θεωρία των παιγνίων που διατύπωσε ο φον Νόιμαν, για να διαπιστώσει ότι το κατάλληλο εργαλείο της έρευνάς της ήταν το πόκερ: «Επειδή, αντίθετα από το σκάκι, όπου όλα είναι ορατά και υπάρχει η σωστή κίνηση», εξηγεί στους «New York Times», «στο πόκερ οι πληροφορίες σου είναι ελλιπείς και από αυτή την άποψη το πόκερ μοιάζει με τη ζωή, όπου παίρνουμε ενσυνείδητες αποφάσεις,  χωρίς όμως να ξέρουμε όλα εκείνα που πρέπει να ξέρουμε».
Το επόμενο βήμα ήταν να μιλήσει με τον Ερικ Σέιντελ, τον παίκτη του πόκερ που κατέχει το ρεκόρ νικών στο άθλημα. «Η πρώτη συνάντηση ήταν αμήχανη. Εγώ προσποιήθηκα ότι δεν ήξερα και πολλά για το πόκερ και όταν εκείνος με ρώτησε εάν ήξερα τουλάχιστον με πόσα φύλλα παίζεται εγώ του απάντησα “με 54”. Ακόμη και σήμερα ο Ερικ με ρωτάει κάθε τόσο εάν περιμένω να μου έρθουν οι δύο μπαλαντέρ». Εκείνη τη φορά πάντως ο Σέιντελ πρότεινε στη Κονίκοβα να καθήσει στην πράσινη τσόχα, φυσικά στο Λας Βέγκας και στο καζίνο «Χρυσή Ράβδος», και να μελετήσει το στυλ και τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας καθενός από τους παίκτες. Γιατί; Επειδή, δίνει την απάντηση η ίδια, «ανάλογα με τον άνθρωπο που έχουν απέναντί τους οι παίκτες του πόκερ υιοθετούν διαφορετική στρατηγική».
Κάποια στιγμή, διηγείται, κάθησε στο τραπέζι ένας «απατεώνας», ένας από εκείνους τους τύπους που κάνουν ότι δεν ξέρουν καλά τους κανόνες, για να τους υποτιμήσεις και να σε ξεπαραδιάσουν στη συνέχεια. «Αμέσως μόλις κατάλαβα την τακτική του, του είπα “εϊ, έχω διαβάσει τι κάνουν άνθρωποι σαν εσένα”». Γιατί η Μαρία Κονίκοβα δούλευε το βιβλίο της και είχε διαβάσει πολλά εγχειρίδια σχετικά με τις συμπεριφορές που αναπτύσσουν οι παίκτες γύρω από το τραπέζι του πόκερ. Την ημέρα εκείνη η δημοσιογράφος είδε να παίρνουν σάρκα και οστά οι θεωρίες που είχε μελετήσει. Και το πόκερ μετατράπηκε σε μια πρόκληση απέναντι στον ίδιο της τον εαυτό.
Από εκείνη την ημέρα άρχισε να αφιερώνει στο παιχνίδι εννέα με δέκα ώρες καθημερινά. Πώς; «Μελετούσα το παιχνίδι των πρωταθλητών, διάβαζα κι έπαιζα. Γιατί άλλος τρόπος να καταλάβεις την προσωπικότητα των παικτών δεν υπάρχει» λέει. Μιλάει ακόμη για εκείνους τους παίκτες που υποτιμούν τις γυναίκες και θεωρούν υποτιμητικό και για τον εαυτό τους να πουν «πάσο» μπροστά τους. «Με αυτούς δεν μπλοφάρω ποτέ, επειδή ξέρω ότι το πείσμα τους απέναντί μου θα τους κάνει να μη σταματήσουν μέχρι να δουν τα χαρτιά μου στο τέλος. Αντίθετα, μπλοφάρω με εκείνους που πιστεύουν ότι οι γυναίκες είναι ανίκανες να μπλοφάρουν».
Η Μαρία Κονίκοβα έχει ένα πλεονέκτημα: έχει διδακτορικό στην ψυχολογία με τον Ουόλτερ Μίτσελ, έναν από τους μεγαλύτερους μελετητές του αυτοελέγχου. «Χρειάζεται όσο τίποτε στο πόκερ» λέει.