Εάν ήταν στρατιωτική επιχείρηση, θα έμοιαζε με μαζική αεροπορική επιδρομή. Αφορούσε όμως τον εικονικό κόσμο του Διαδικτύου. Και είχε ειδικές ομάδες από οκτώ διαφορετικές χώρες που ένωσαν τις δυνάμεις τους για να καταστρέψουν δύο από τα βασικά όργανα προπαγάνδας του Ισλαμικού Κράτους.
Η επιχείρηση, γράφει η «Washington Post», πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Απρίλιο. Στις δύο ημέρες που διήρκεσε, η «συμμαχία των Οκτώ» κατέσχεσε υπολογιστές και ξήλωσε servers σε Ευρώπη και Αμερική, ενώ μπλόκαρε τους ιστοτόπους του ραδιοφωνικού σταθμού της οργάνωσης, Αλ Μπαγιάν, και του επίσημου πρακτορείου ειδήσεων, Αμάκ. Το Αμάκ όμως εμφανίστηκε ξαφνικά σε διαφορετική ηλεκτρονική διεύθυνση, αναγκάζοντας τη συμμαχία να επέμβει ξανά. Μάταιος κόπος. Το site εμφανίστηκε και τρίτη φορά και μετά και τέταρτη.
Σήμερα, και ενώ έχουν περάσει τέσσερις μήνες από τότε, η Europol έδωσε το σύνθημα της επίθεσης, η μάχη απέναντι στα όπλα επικοινωνίας του Ισλαμικού Κράτους έχει περάσει από αυτό που θύμιζε «σοκ και δέος» σε κάτι που μοιάζει με πόλεμο χαρακωμάτων. Η εξτρεμιστική οργάνωση έχει βρει καινούργιους τρόπους να ανεβάζει μηνύματα και βίντεο στο Internet, ενώ οι αντιτρομοκρατικές ομάδες που επεμβαίνουν μπορεί να κερδίζουν κάποιες μάχες αλλά σε καμία περίπτωση τον πόλεμο. «Τους έχουμε αναμφίβολα περιορίσει. Αλλά σε καμία περίπτωση δεν έχουμε πετύχει τον τελικό στόχο, δηλαδή να τους εξαφανίσουμε από το Διαδίκτυο» παραδέχεται ευρωπαίος αξιωματούχος στην αμερικανική εφημερίδα.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι το Ισλαμικό Κράτος δεν έχει χάσει την ικανότητά του να επιστρατεύει και να ριζοσπαστικοποιεί νέα μέλη. Ενώ δηλαδή η ισλαμιστική οργάνωση έχει ηττηθεί στρατιωτικά στο Ιράκ και στη Συρία, το «εικονικό χαλιφάτο» της επιδεικνύει αξιοσημείωτη αντοχή διατηρώντας, με μικρές μόνο διακοπές, τη δύναμη πυρός του σε προπαγανδιστικά βίντεο και ανακοινώσεις παρά τις κυβερνοεπιθέσεις, τις εδαφικές απώλειες καθώς και εκείνες σε έμψυχο δυναμικό σε ανώτατα στελέχη και τεχνικούς των μέσων επικοινωνίας του.
Παρά πάντως το εύρος της επιχείρησης, η ευρωπαϊκή αστυνομία δεν είχε αυταπάτες ως προς την επίτευξη των στόχων της. Οπως εξάλλου το θέτουν ευρωπαίοι αξιωματούχοι, «ο στόχος ήταν να καταλάβουμε πώς λειτουργούν αυτές οι υποδομές, καθώς και να αποκτήσουμε περισσότερες πληροφορίες, δηλαδή να μάθουμε πώς στήνουν το υλικό τους και πώς μπορούμε να φτάσουμε σε αυτό». Από την άλλη πλευρά, το ξήλωμα των servers επιτρέπει τον εντοπισμό των «καταναλωτών» της ισλαμιστικής προπαγάνδας, πράγμα που με τη σειρά του μπορεί να οδηγήσει στον εντοπισμό πυρήνων και σχεδίων για επιθέσεις.
Η τακτική που χρησιμοποιεί για αυτόν τον σκοπό η Europol δεν διαφέρει και πολύ από εκείνη για την εξάρθρωση στο Διαδίκτυο των κυκλωμάτων παιδικής πορνογραφίας ή άλλων παράνομων δραστηριοτήτων. Σε αυτό το πλαίσιο, κατασχέθηκε εξοπλισμός στο Βέλγιο, στη Γαλλία, στην Ολλανδία, στη Ρουμανία, στη Βουλγαρία, στη Βρετανία, στον Καναδά και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οταν ολοκληρώθηκε η επιχείρηση, αργά το βράδυ της 26ης Απριλίου, το Αμάκ και το Αλ Μπαγιάν είχαν εξαφανιστεί από το Internet. Επειτα από μερικές ημέρες ωστόσο εμφανίστηκαν σε νέα διεύθυνση που φαίνεται να είχε καταχωρισθεί στη Ρωσία.
Πώς όμως επιβιώνει το «Εικονικό Χαλιφάτο»; Η εκτίμηση των ειδικών είναι ότι οφείλει την επιβίωσή του στο γεγονός ότι λειτουργεί από δεκάδες κρυφές πλατφόρμες σε διάφορες ηπείρους. Μια Λερναία Υδρα, δηλαδή, που απλώνεται σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Οι νεοναζιστικές οργανώσεις
Το Ισλαμικό Κράτος, πάντως, δεν είναι η μοναδική εξτρεμιστική οργάνωση που κάνει ευρεία χρήση του Διαδικτύου για τη διάδοση της προπαγάνδας του και της επαφής με τους οπαδούς του. Σύμφωνα με αμερικανική έρευνα, αναλόγως αξιοσημείωτη δραστηριότητα έχουν και οι νεοναζιστικές οργανώσεις, ενώ η «ανταπόκριση» του κοινού, τουλάχιστον στην Αμερική, είναι δεκαπλάσια: η έρευνα έδειξε ότι μέσα σε ένα διάστημα τριών μηνών τον περασμένο χρόνο πραγματοποιήθηκαν 35.000 αναζητήσεις σχετικά με το Ισλαμικό Κράτος, με το μεγαλύτερο μέρος από αυτές να αφορά την αναζήτηση πληροφοριών για την ένταξη στο Ισλαμικό Κράτος. Την ίδια περίοδο, πραγματοποιήθηκαν 312.000 αναζητήσεις για πληροφορίες σχετικά με την ένταξη σε νεοναζιστικές οργανώσεις ή άλλες ρατσιστικές, όπως η Κου Κλουξ Κλαν.