Διπλό χτύπημα υπέστη μέσα σε μία ημέρα ο Ντόναλντ Τραμπ, καθώς ένας πρώην στενός συνεργάτης του παραδέχθηκε την ενοχή του και ένας άλλος καταδικάστηκε για οικονομικά εγκλήματα, αφήνοντας εκτεθειμένο τον αμερικανό πρόεδρο σε δικαστικούς κινδύνους και ανοίγοντας έτσι εκείνο που πολλοί περίμεναν στην Ουάσιγκτον: τον δρόμο για την παραπομπή του με την πιθανότητα της έκπτωσής του από το ύπατο αξίωμα των ΗΠΑ.
Παρά τις επί καιρό διαψεύσεις του, ο Τραμπ παραδέχθηκε ότι γνώριζε τις παράνομες δραστηριότητες, ισχυρίστηκε όμως ότι τις έμαθε κατόπιν και ότι τα χρήματα που πληρώθηκαν για να εξαγοραστεί η σιωπή δύο γυναικών δεν προέρχονται από κεφάλαια της προεκλογικής του εκστρατείας αλλά από προσωπικά του χρήματα. Ολα αυτά όμως, εξηγούν οι ειδικοί, δεν τον βγάζουν από το κάδρο των δικαστικών διώξεων.
Ο Μάικλ Κοέν, προσωπικός του δικηγόρος επί χρόνια και ο άνθρωπος που θεωρείται «fixer», δηλαδή εκείνος που τακτοποιούσε όλες τις εκκρεμείς υποθέσεις του – νόμιμες και παράνομες -, δήλωσε ένοχος σε οκτώ κατηγορίες, μεταξύ των οποίων παραβιάσεις στην προεκλογική χρηματοδότηση, και ενέπλεξε ευθέως τον Τραμπ στην πληρωμή χρημάτων σε δύο γυναίκες που είχαν ερωτική σχέση μαζί του, για να εξαγοράσει τη σιωπή τους. Μάλιστα, χθες ο δικηγόρος του Κοέν, Λάνι Ντέιβις, δήλωσε ότι ο πελάτης του «δεν θα δεχθεί ποτέ απονομή χάριτος» από «έναν άνδρα που θεωρείται διεφθαρμένος και επικίνδυνος. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ είναι ένας εγκληματίας» πρόσθεσε μιλώντας στο δημόσιο ραδιόφωνο. Για την «πιο διεφθαρμένη κυβέρνηση της Ιστορίας» έκανε λόγο το στέλεχος των Δημοκρατικών, η γερουσιαστής Ελίζαμπεθ Γουόρεν.
Ο Κοέν κατέθεσε στο δικαστήριο ότι ο Τραμπ τον διέταξε να εξαγοράσει τη σιωπή μιας πορνοστάρ και ενός μοντέλου του «Playboy» προκειμένου να μην εκτεθεί στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. «Υπό αυτή την έννοια, ο βασικός στόχος του ήταν να επηρεάσει τις εκλογές» πρόσθεσε. Πολλοί θεωρούν ότι η απονομή προεδρικής χάρης στον Κοέν θα ήταν ο μοναδικός τρόπος του Τραμπ να εμποδίσει τον επί χρόνια έμπιστο δικηγόρο του να κάνει και άλλες αποκαλύψεις. Ο δικηγόρος του Κοέν, μάλιστα, επανέλαβε δημοσίως πως ο πελάτης του μπορεί να δώσει πληροφορίες οι οποίες θα ενδιέφεραν «ιδιαίτερα» τον ειδικό ανακριτή Ρόμπερτ Μιούλερ, ο οποίος διεξάγει έρευνα για τη συνέργεια συνεργατών του Τραμπ στην προεκλογική εκστρατεία με ρώσους αξιωματούχους.
Ο Κοέν όμως δεν ήταν ο μόνος ένοχος. Ο Πολ Μάναφορτ, πρώην επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ, καταδικάστηκε για οκτώ κατηγορίες τραπεζικής απάτης και φοροδιαφυγής. Μάλιστα χθες ο Τραμπ τον επαίνεσε δημοσίως ενώ επιτίμησε τη στάση του Κοέν. «Αισθάνομαι πολύ άσχημα για τον Πολ Μάναφορτ και την οικογένειά του» έγραψε σε tweet. «Η Δικαιοσύνη ασχολήθηκε με μια φορολογική υπόθεση 12 ετών, μεταξύ άλλων, και του άσκησε τεράστια πίεση. Ομως εκείνος, αντίθετα με τον Μάικλ Κοέν, αρνήθηκε να “σπάσει” – να φτιάξει ψεύτικες ιστορίες για να κερδίσει μια “συμφωνία”» έγραψε. Τα ξαφνικά καλά λόγια του αμερικανού προέδρου για τον Μάναφορτ – που διατυπώθηκαν έπειτα από επανειλημμένες προσπάθειές του μέχρι τώρα να πάρει αποστάσεις από τον πρώην συνεργάτη του – εγείρουν το ερώτημα εάν ο Τραμπ σκοπεύει να του απονείμει προεδρική χάρη.
«Είναι η χειρότερη ώρα ολόκληρης της προεδρίας Τραμπ – μάλλον, ολόκληρης της ζωής του», έγραψε στο Twitter o Νόρμαν Αϊζεν, πρώην ειδικός σύμβουλος του προέδρου Ομπάμα για θέματα ηθικής και κυβερνητικής μεταρρύθμισης. Οι εξελίξεις στις δικαστικές αίθουσες γεννούν και σοβαρά ερωτήματα για την κρίση του Τραμπ. Από την εγκατάστασή του στον Λευκό Οίκο πέντε στενοί του συνεργάτες – ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας, ο προσωπικός του δικηγόρος, ο επικεφαλής της προεκλογικής του εκστρατείας, ο αναπληρωτής επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας και ο σύμβουλος για την εξωτερική πολιτική έχουν παραδεχθεί ή έχουν καταδικαστεί για εγκλήματα. Σύμφωνα με τους αναλυτές, ειδικά η υπόθεση Κοέν αγγίζει άμεσα τον πρόεδρο Τραμπ, καθώς είναι η πρώτη φορά που ένας βοηθός του βρίσκεται ένοχος για παράπτωμα που συνδέεται ευθέως με την προεκλογική εκστρατεία του νεοϋορκέζου μεγιστάνα. Αρα, αυτή τη στιγμή ο Τραμπ βρίσκεται πιο κοντά σε μια δικαστική υπόθεση από οποιοδήποτε σημείο των ερευνών για τις διασυνδέσεις με τη Ρωσία. «Οι εξελίξεις είναι πολύ άσχημες για τον Τραμπ, επειδή εάν γνώριζε για τις πληρωμές στις δύο γυναίκες εκ των προτέρων ή συμφώνησε για αυτές μπορεί να κατηγορηθεί πως συνωμότησε για ένα έγκλημα που πλέον έχει αποδειχθεί» σχολιάζει ο πρώην σύμβουλος του υπουργείου Δικαιοσύνης Χάρι Λίτμαν.
Το μεγάλο ερώτημα μέχρι τώρα ήταν εάν και πόσο θα συνεργαστεί με τους εισαγγελείς ο Μάικλ Κοέν που γνωρίζει πολλά. Ηδη έδωσε σημαντικές πληροφορίες και αποδείξεις δημοσίως και πλέον δήλωσε ότι ο Τραμπ είχε γνώση και συμμετείχε. Με δεδομένη την προθυμία του Κοέν να συνεργαστεί με τις δικαστικές αρχές, ποιος ξέρει τι άλλο θα αποδειχθεί. Και ας μην ξεχνάμε ότι μια άλλη, επί χρόνια, βοηθός του Τραμπ, η Ομαρόζα Νιούμαν, η οποία πρόσφατα απολύθηκε από τον Λευκό Οίκο, ισχυρίστηκε ότι έχει ηχητικά αποσπάσματα που μπορεί να επιβαρύνουν τη θέση του προέδρου. Ολοι αναμένουν και τα βίντεο μέσα από το Οβάλ Γραφείο που ψιθυρίζεται ότι έχει στην κατοχή της.
Ο «βάλτος της Ουάσιγκτον» είναι πολύ πιο βαθύς από όσο νομίζουμε
Ολες οι καταδίκες των συνεργατών του Τραμπ προέκυψαν από την έρευνα του ειδικού ανακριτή Ρόμπερτ Μιούλερ για τη ρωσική ανάμειξη στην προεκλογική εκστρατεία του 2016 στις ΗΠΑ. Οι εξελίξεις με τον Κοέν και τον Μάναφορτ συνιστούν σημαντική νίκη για τον Μιούλερ, ο οποίος δέχεται ισχυρές πιέσεις από υποστηρικτές του Τραμπ να ολοκληρώσει την έρευνα την οποία ο πρόεδρος αποκαλεί «κυνήγι μαγισσών».
Η εμφάνιση του Κοέν και του Μάναφορτ στις δικαστικές αίθουσες και η παραδοχή και η καταδίκη τους είναι το πιο καθαρό σημάδι ότι η έρευνα του Μιούλερ αγγίζει πλέον τον Τραμπ. Τον επόμενο μήνα, μάλιστα, ο Μάναφορτ, ο οποίος με την καριέρα του στο πολιτικό παρασκήνιο εκπροσωπεί τον «βάλτο της Ουάσιγκτον» τον οποίο ο νεοϋορκέζος μεγιστάνας είχε υποσχεθεί προεκλογικά να αποστραγγίσει, αντιμετωπίζει και άλλη δίκη, αυτή τη φορά για συνωμοσία εναντίον των ΗΠΑ και, πιθανώς, μεγάλη ποινή κάθειρξης.
Ομως ο Μιούλερ με τις έρευνές του έχει απλώς ξύσει την επιφάνεια. Το δράμα τώρα θα ενταθεί. Και για τον Μιούλερ, ο οποίος είχε διατελέσει διευθυντής του FBI από το 2001 έως το 2013, υπάρχουν τρεις άμεσοι κίνδυνοι. Ο πρώτος είναι να τον απολύσει ο Τραμπ – κάτι που ήδη έχει προσπαθήσει να κάνει δύο φορές. Αυτή τη φορά οι σύμβουλοί του ίσως δεν μπορέσουν να συγκρατήσουν τον πρόεδρο. Τις τελευταίες ημέρες ο Τραμπ τον αποκαλεί «αναξιόπιστο και ντροπιασμένο», ενώ τους βοηθούς του «απατεώνες» και «έξαλλους Δημοκρατικούς».
Απομένουν 11 εβδομάδες πριν από τις κρίσιμες ενδιάμεσες εκλογές για το Κογκρέσο. Οι Δημοκρατικοί ελπίζουν ότι θα μπορέσουν να αποκτήσουν τον έλεγχο της Βουλής και ίσως και της Γερουσίας. Κάτι τέτοιο θα τους δώσει την εξουσία να ξεκινήσουν τη διαδικασία για παραπομπή του Τραμπ σε δίκη, με τελικό στόχο την απομάκρυνσή του από τον Λευκό Οίκο. Επίσης θα μπορούν να επαναδιορίσουν τον Μιούλερ στη θέση του ειδικού ανακριτή του Κογκρέσου εάν ο Τραμπ τον έχει απολύσει.
Δεύτερον, ο Τραμπ μπορεί να παρεμποδίσει το έργο του Μιούλερ δίνοντας χάρη ανά πάσα στιγμή στον Μάναφορτ και σε άλλους πιθανούς στόχους της έρευνας, όπως στον γιο του Ντόναλντ Τραμπ τζούνιορ και στον γαμπρό του Τζάρεντ Κούσνερ. Αυτό θα περιορίζει την ελευθερία κινήσεων του ανακριτή ώστε να τους πιέσει να συνεργαστούν ως μάρτυρες.
Το τρίτο ρίσκο για τον Μιούλερ είναι ότι ο Τραμπ έχει διευκρινίσει σε όλους τους τόνους πως δεν πρόκειται να δεχθεί εθελοντικά να υποβληθεί σε ανάκριση. Ετσι ο Μιούλερ θα πρέπει να πάρει ένταλμα για να τον εξαναγκάσει να συμμορφωθεί. Η έφεση του Τραμπ θα φθάσει γρήγορα στο Ανώτατο Δικαστήριο. Εάν, όπως αναμένεται, ο εκλεκτός του Τραμπ, Μπρετ Κάβανο, επικυρωθεί, το δικαστήριο μάλλον θα στηρίξει τους ισχυρισμούς του ότι ένας εν ενεργεία πρόεδρος δεν μπορεί να εξαναγκαστεί να καταθέσει.
Καθένα από αυτά τα σενάρια μπορεί να φέρει τις ΗΠΑ στο χείλος της συνταγματικής κρίσης. Και μπορεί να έχει απρόβλεπτες επιπτώσεις στις ενδιάμεσες εκλογές για το Κογκρέσο.