ναζητώντας το νόημα του «Duende» («Nτουέντε») μέσα από το κείμενο του Λόρκα, ο Σταμάτης Κραουνάκης έστησε μια παράσταση λόγου και ήχου, όπου η θεατρικότητα προκύπτει μέσα από το ίδιο το έργο σε συνδυασμό με τη μουσική και τα τραγούδια. Κυρίως όμως η θεατρικότητα οφείλεται στον ίδιο τον συνθέτη: Γιατί είναι εκείνος που παραδίδει στο κοινό μια λιτή, ουσιαστική και βαθιά ποιητική εκδοχή του ισπανού δημιουργού, η οποία συνδυάζει τη διαχρονική εσωτερική αναζήτηση της ανθρώπινης ψυχής με τα μεγάλα ερωτήματα της τέχνης. Κι ο ίδιος γίνεται μέρος της.
Ο ισπανός ποιητής και θεατρικός συγγραφέας Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα (Federico del Sagrado Corazon De Jesus Garcia Lorca 1898-1936) παρά τη σύντομη ζωή του, άφησε το διαχρονικό αποτύπωμά του: ανήκει στη λεγόμενη γενιά του ’27, την «αργυρή εποχή» της ισπανικής λογοτεχνίας. Δολοφονήθηκε με το ξέσπασμα του Ισπανικού Εμφυλίου από αγνώστους, που πιθανόν να συνδέονταν με τον εθνικιστικό φασισμό. Ο Λόρκα υποστήριζε τους Δημοκρατικούς. Τον έριξαν σε ανώνυμο τάφο ο οποίος δεν έχει βρεθεί, παρά το γεγονός ότι ολοένα και περισσότερα καινούργια στοιχεία συμβάλλουν στον εντοπισμό του.
Το πλούσιο θεατρικό του έργο – «Ματωμένος Γάμος», «Γέρμα», «Το σπίτι της Μπερνάρντα Αλμπα», «Η θαυμαστή μπαλωματού», «Δόνα Ροζίτα», «Περλιμπλίν και Μπελίσα», καθώς και οι ποιητικές του συλλογές μεταφράστηκαν σε όλο τον κόσμο. Στα ελληνικά ξεχωρίζουν οι υπογραφές του Ελύτη, του Γκάτσου, του Σολομού στη μετάφραση ποίησης και θεατρικών. Βαθιά επηρεασμένος από τη μητέρα του, ο Λόρκα αγάπησε τη λογοτεχνία και τις τέχνες, το πιάνο, τη μουσική, ενώ εκείνη ήταν που του μετέδωσε τις ευαισθησίες της για τον ανθρώπινο πόνο. Στα τέλη της δεκαετίας του ’20 ο Λόρκα βυθίζεται ολοένα και περισσότερο στη κατάθλιψη, ενώ οι ενοχές για την ομοφυλοφιλία του αυξάνονται.
Το «Duende» είναι ένα κείμενο που προέρχεται από διάλεξη του Λόρκα στο Μπουένος Αϊρες, κατά τη διάρκεια περιοδείας του στη Λατινική Αμερική, τον Οκτώβριο του 1934. Περιλαμβάνεται στα άπαντά του που εκδόθηκαν μετά τον θάνατό του. Ο τίτλος ανήκει σε εκείνες τις αμετάφραστες λέξεις, στις λέξεις «χρήσης» και όχι έννοιας, και το περιεχόμενό της, η σημασία της είναι δύσκολο να αποτυπωθεί με ακρίβεια.
Κάπου ανάμεσα στην τέχνη, τον Θεό, τον έρωτα και τον θάνατο, κάπου ανάμεσα σε μια θεατρική παράσταση και μια μουσική τελετουργία, κάπου ανάμεσα στη δύναμη της ζωής και το πνεύμα της γης, βρίσκεται η αφετηρία και η δύναμη του «Ντουέντε». Γήινο και άυλο μαζί, δυνατό και αδύναμο, έμπνευση και ταλέντο, το duende αποδεικνύεται συνώνυμο της ανθρώπινης φύσης – αλλά δεν το μοιράζονται όλοι.
Το θέαμα που έστησε ο Σταμάτης Κραουνάκης, παντρεύοντας το κείμενο με δέκα μελοποιημένα ποιήματα του Λόρκα από το «Libro de poemas», δεν είναι θέατρο. Ούτε μουσική παράσταση. Ενα πιάνο κι ένα τσέλο, δύο νέοι ηθοποιοί – ερμηνευτές με ξεχωριστές ικανότητες στο τραγούδι και ο ίδιος ο συνθέτης. Ενα ξύλινο τραπέζι, μπολ, καρποί, μικρόφωνα, καρέκλες, κινήσεις. Εχοντας την προσωπική του σφραγίδα – διόλου τυχαίο το τσιγάρο που ανάβει επί σκηνής, αν και κάπως εμβόλιμο ή ακόμα και άκαιρο, το «Duende» είναι μια θεατροποιημένη εκδοχή ποίησης. Κι ως τέτοια αφήνει το στίγμα της.