Οι κομμένοι υπουργοί από το νέο σχήμα της κυβέρνησης είδαν την πόρτα της εξόδου, ο καθένας για διαφορετικούς λόγους, αλλά πρωτίστως επειδή είχαν περάσει κάτω από τον πήχη των προσδοκιών του Μαξίμου. Για ορισμένους από αυτούς μάλιστα είχε διαμορφωθεί το κλίμα καιρό τώρα, είχαν υπάρξει προειδοποιήσεις, ενώ είχε εκφραστεί και δυσφορία σε συγκεκριμένες στιγμές της κυβερνητικής τους διαδρομής.
Η Λυδία Κονιόρδου για παράδειγμα, που από σήμερα παραδίδει το υπουργείο Πολιτισμού, είχε κριθεί ανεπαρκής για το χαρτοφυλάκιο, ενώ καθόλου τυχαία από τον προηγούμνο μίνι ανασχηματισμό τής είχε επιβληθεί ως υφυπουργός ο Κώστας Στρατής, με την κυρίαρχη ανάγνωση της κίνησης να την επιβλέπει αλλά και να τρέχει υποθέσεις πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά.
Ο Παναγιώτης Κουρουμπλής, από την άλλη, έχασε το υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής αφού, όπως λένε πηγές του Μαξίμου, έκλεισε τον κύκλο του ως υπουργός, ενώ είναι γνωστό και στους παροικούντες την κυβερνητική Ιερουσαλήμ πως δεν απέκτησε ποτέ ώσμωση με τους άλλους υπουργούς, καθώς και το βαθύ κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ που δεν τον είδε με καλό μάτι, αλλά ως μέρος ενός παλαιού πολιτικού συστήματος.
ΕΛΛΕΙΨΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ. Ο Σταύρος Κοντονής δεν είναι πια υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αφού, όπως λένε οι καλά γνωρίζοντες, δεν είχε καθόλου καλή σχέση με τα άλλα υπουργεία στο κομμάτι της συνεργασίας.
Ο Βαγγέλης Αποστόλου αποχωρεί από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, αφού επίσης κρίθηκε πως δεν μπορούσε άλλο να συμβάλει στο κυβερνητικό έργο και παρότι είχε συμμάχους εσωκομματικά που τόνιζαν πως είχε έργο, όπως την εκκαθάριση των μητρώων των αγροτικών συνεταιρισμών.
Ο Γιάννης Τσιρώνης δεν είναι πια αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και στη θέση του πάει ο έτερος Οικολόγος Γιώργος Δημαράς, αφού συχνά ο Τσιρώνης προκαλούσε αναταράξεις, όπως με τον νόμο για τα αδέσποτα ζώα.
Επίσης, ο Γιάννης Αμανατίδης αντικαθίσταται από τον Μάρκο Μπόλαρη ως υφυπουργός Εξωτερικών για θέματα Θρησκευμάτων και αυτό λογίζεται από πολλούς ως αλλαγή φρουράς στο πεδίο του Μακεδονικού, αλλά και ως προσέγγιση εκ νέου προς την Εκκλησία.