Πόσο συχνή είναι η αλλεργική αντίδραση μετά τη λήψη φαρμάκων; Υπάρχουν σημάδια ώστε να αναγνωρίσει κανείς έγκαιρα τα συμπτώματα της αναφυλαξίας και να δράσει αναλόγως; Μήπως δεν πρέπει να ξεκινούν τα παιδιά αντιβίωση το βράδυ;
Αυτά είναι μόνο μερικά από τα ερωτήματα που κατακλύζουν τους γονείς, με αφορμή το τραγικό συμβάν στη Φλώρινα, όπου ένα κοριτσάκι μόλις πέντε ετών έχασε πρόσφατα τη ζωή του από οξεία αναφυλακτική αντίδραση που πιθανόν να προκλήθηκε έπειτα από τη λήψη αντιβιοτικού.
Υπό τα δεδομένα αυτά, η παιδίατρος Αννα Παρδάλη αναλύει τους μύθους και τις αλήθειες που αφορούν την αναφυλαξία, παραθέτει επιδημιολογικά δεδομένα και συντάσσει έναν οδηγό αναγνώρισης των συμπτωμάτων και επιβίωσης στην περίπτωση εκδήλωσης αναφυλακτικού σοκ.
«Η αναφυλαξία είναι μια σοβαρή, απειλητική για τη ζωή αντίδραση υπερευαισθησίας του οργανισμού σε διάφορες αιτίες. Πράγματι, στις συχνότερες βρίσκουμε τα φάρμακα, τις τροφές και τους νυγμούς (τσιμπήματα) εντόμων. Λιγότερο συχνά μπορεί να οφείλεται σε βιολογικούς παράγοντες (αίμα και προϊόντα αίματος, μεταγγίσεις), συντηρητικές ουσίες και πρόσθετα τροφών, υλικά όπως το latex, δηλητήρια όπως το δήγμα φιδιού και ακόμη πιο σπάνια σαν αντίδραση στην έντονη άσκηση, στο κρύο και στη θερμότητα. Σε ένα ποσοστό 20% ο αιτιολογικός παράγοντας είναι άγνωστος» σημειώνει η ειδικός.
Συχνή αιτία. Ειδικότερα, οι τροφές είναι η πιο συχνή αιτία αναφυλαξίας στα παιδιά, ενώ στους ενηλίκους είναι τα φάρμακα και οι νυγμοί εντόμων. «Από τα φάρμακα συχνότερα είναι τα αντιβιοτικά (πενικιλίνες, κεφαλοσπορίνες), τοπικά αναισθητικά, αναλγητικά (ασπιρίνη, αντιφλεγμονώδη φάρμακα) και τα οπιοειδή. Από τις τροφές είναι το γάλα, το αβγό, το ψάρι, τα οστρακοειδή, η σόγια, οι ξηροί καρποί δέντρων, τα όσπρια και σιτηρά».
Στους ενόχους συγκαταλέγονται ακόμη και το τζόκινγκ, το τένις, ο χορός και η ποδηλασία, ενώ ακόμη και το ψύχος μπορεί – σπάνια – να οδηγήσει σε αναφυλαξία, ειδικά εάν κάποιος κολυμπά σε ψυχρό νερό. «Η αναφυλακτική αντίδραση είναι μια δυνητικά απειλητική για τη ζωή αντίδραση γιατί εξελίσσεται πολύ γρήγορα, με εκδηλώσεις από το δέρμα, το αναπνευστικό, το καρδιαγγειακό και το γαστρεντερικό σύστημα. Οι εκδηλώσεις κυρίως από το αναπνευστικό και το καρδιαγγειακό σύστημα είναι αυτές που μπορεί να αποβούν θανατηφόρες, σε χρόνο που μπορεί να μην υπερβαίνει τα 30 λεπτά.
Από την άλλη, η αναφυλαξία δεν είναι πάντα επικίνδυνη για τη ζωή, ποικίλλει σε σοβαρότητα και μπορεί να λυθεί και αυτόματα» σημειώνει η Αννα Παρδάλη. Και συνεχίζει: «Η επίπτωση (συχνότητα) στον γενικό πληθυσμό εκτιμάται από ευρωπαϊκές πληθυσμιακές μελέτες ότι ανέρχεται σε 1,5-7,9/10.000 άτομα ανά έτος. Η δε θνησιμότητα από αναφυλαξία εκτιμάται πως είναι μικρότερη από 0,001%. Επίσης είναι συχνότερη στα αγόρια έως 15 ετών, ενώ στην ενήλικη ζωή υπερέχουν οι γυναίκες».
Αντιμετώπιση. «Η θεραπεία της σοβαρής αναφυλακτικής αντίδρασης εξαρτάται από τον συνδυασμό της έγκαιρης αναγνώρισης από το περιβάλλον του ασθενούς της σοβαρότητας των συμπτωμάτων και κυρίως της δυνατότητας άμεσης, ιατρικής κυρίως, παρέμβασης με την κατάλληλη ιατρική θεραπεία» διευκρινίζει η παιδίατρος. Στην περίπτωση που κάποιος εμφανίσει τα ύποπτα συμπτώματα που παραπέμπουν σε μια τέτοια κατάσταση, η ειδικός εξηγεί ένα προς ένα τα βήματα αντιμετώπισης:
– Ελέγχουμε αρχικά εάν ο ασθενής αναπνέει και εάν έχει σφυγμό και καλούμε άμεσα για βοήθεια, είτε γνωρίζουμε είτε όχι βασικές τεχνικές καρδιοαναπνευστικής αναζωογόνησης. Απαιτείται άμεση επικοινωνία με γιατρό για καθοδήγηση παράλληλα με την έγκαιρη μετάβαση του ασθενούς στην πλησιέστερη δομή Υγείας.
– Θέτουμε τον ασθενή σε θέση ανάνηψης, δηλαδή στο πλάι.
– Ενα φάρμακο που προορίζεται για την αντιμετώπιση της αναφυλαξίας και που θα μπορούσε να χορηγηθεί άμεσα – ακόμη και από μη γιατρό, κατόπιν μικρής εκπαίδευσης και καθοδήγησης – αφορά σκεύασμα με τη φαρμακευτική ουσία αδρεναλίνη σε αυτοενέσιμη μορφή. «Εάν διαθέτουμε το σκεύασμα, δεν διστάζουμε να το χορηγήσουμε. Στα παιδιά δεν υπάρχουν σοβαρές αντενδείξεις για τη χορήγηση αυτού του φάρμακου και σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα πρέπει να διστάζει κάνεις να το χορηγήσει, ακόμη και αν δεν είναι σίγουρος ότι πρόκειται για αναφυλαξία» τονίζει η ειδικός.
Η ίδια, δε, συμπληρώνει ότι άλλα φάρμακα όπως τα αντιισταμινικά και η κορτιζόνη δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά μια πολύ σοβαρή αναφυλακτική αντίδραση.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι από το 2015 η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Αλλεργιολογίας και Κλινικής Ανοσολογίας και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) διατύπωσαν τις κατευθυντήριες οδηγίες για την αντιμετώπιση της αναφυλαξίας. Σε αυτές αναφέρονται οι ενδείξεις για συνταγογράφηση αυτοενέσιμης αδρεναλίνης:
– Προηγούμενο ιστορικό αναφυλαξίας προσκληθείσης από τροφή, latex, αεροαλλεργιογόνο άσκηση, συστηματική αντίδραση από υμενόπτερα ή ιδιοπαθούς (άγνωστου δηλαδή) αιτιολογίας.
– Υποκείμενο ιατρικό νόσημα με δυναμικό έκλυσης αλλεργικής αντίδρασης.
– Προηγούμενη αντίδραση σε φιστίκι ή ξηρό καρπό δέντρου (π.χ. καρύδι).
– Οποιαδήποτε προηγούμενη αλλεργική αντίδραση σε άτομα απομακρυσμένα από ιατρική φροντίδα.
Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στους εφήβους και στους νεαρούς ενηλίκους με ιατρικό ιστορικό σοβαρής αλλεργικής αντίδρασης, καθώς είναι απαραίτητο να εκπαιδεύονται σε ό,τι αφορά την αναγνώριση των πρώιμων συμπτωμάτων μιας αναφυλακτικής αντίδρασης και τη χρήση αδρεναλίνης.
«Και αυτό γιατί οι έφηβοι είναι μια κατηγορία ασθενών που λόγω της συμπεριφοράς της ηλικίας τους και του τρόπου ζωής τους έχουν την τάση να υποεκτιμούν τη σοβαρότητα της κατάστασης, εκθέτουν τον εαυτό τους περισσότερο σε κίνδυνο και επιτρέπουν λιγότερη επίβλεψη από το οικείο περιβάλλον τους» διευκρινίζει η Αννα Παρδάλη.
Και προσθέτει: «Γενικότερα όμως η ενημέρωση και η εκπαίδευση όλων των ηλικιακών ομάδων σε μια τέτοια επείγουσα κατάσταση, που παρά τη σπανιότητά της μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή απειλή ή και απώλεια ανθρώπινης ζωής, πρέπει να είναι στόχευση από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς Υγείας».