Σήμερα δεν είναι όπως παλιά. Η Ιστορία τώρα γράφεται σε παρόντα χρόνο και γράφεται με τον τρόπο του Τσόρτσιλ: η Ιστορία είναι καλή με τους πρωταγωνιστές της επειδή είναι οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές της που τη γράφουν.
Ο Γερούν Ντεϊσελμπλούμ είναι ο τελευταίος στη σειρά που γράφει τη δική του ιστορία. Ή που τη διηγείται, όπως έκανε στην τηλεόραση του Αντένα όπου αποκάλυψε μεταξύ άλλων ότι ένα κομμάτι της δικής του ιστορίας γράφτηκε στον δρόμο προς το ασανσέρ: σύμφωνα με όσα είπε ο ίδιος, ώς εκεί τον κυνήγησε ο Βαρουφάκης για να τον παρακαλέσει να συνεχιστεί η διαπραγμάτευση.
Αλλά η ιστορία δεν αποτελείται μόνο από εντυπωσιακές σκηνές καταδίωξης στους διαδρόμους. Η πρόζα της ιστορίας, λέει ακόμη ο Ντεϊσελμπλούμ, δεν είχε πρωταγωνιστές τον ίδιο και τον Βαρουφάκη αλλά τον ίδιο και τον Αλέξη Τσίπρα. Με τον Πρωθυπουργό διαπραγματευόταν απευθείας, με αυτόν συζητούσε και όχι με τον υπουργό Οικονομικών που «ναρκοθετούσε τη διαπραγμάτευση».
Ο Ντεϊσελμπλούμ δεν ξεφεύγει από τον κανόνα του Τσόρτσιλ, είναι καλός με τον εαυτό του. Αλλά εκείνο που έχει σημασία είναι ότι η λεπτομέρεια της απευθείας διαπραγμάτευσης με τον Τσίπρα φωτίζει διαφορετικά το κεφάλαιο της μεγάλης ιστορίας που καταγράφηκε ως «καταστροφικό εξάμηνο Βαρουφάκη». Στην κατά Ντεϊσελμπλούμ ανάγνωση, ο Βαρουφάκης φορτώθηκε κάτι που δεν του ανήκει: ήταν εκείνος που υποτίθεται ότι χρέωσε τη χώρα με 100 ή 200 δισεκατομμύρια ευρώ. Αλλά στην πραγματικότητα ήταν ένας κομπάρσος. Ενας τιτλούχος του οποίου ο τίτλος δεν αντιστοιχούσε στην πραγματική του εξουσία, ένας αξιωματούχος χωρίς αξίωμα.
Ο Βαρουφάκης είναι κι αυτός καλός με τον εαυτό του, πολύ και επίμονα καλός. Κανέναν όμως δεν ενδιαφέρει εάν κυνήγησε αυτός τον Ντεϊσελμπλούμ στο ασανσέρ ή αν στη δική του εκδοχή ήταν ο Ντεϊσελμπλούμ που πάτησε το «στοπ» για να ακινητοποιηθεί ο θάλαμος και να μη φύγει ο Βαρουφάκης. Γιατί το ζουμί της ιστορίας βρίσκεται στον πραγματικό πρωταγωνιστή της πρόζας.