Ο λογαριασμός ήρθε πάλι. Οι φορολογούμενοι καλούνται και πάλι να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη για να πληρώσουν έναν φόρο για τον οποίο ο σημερινός Πρωθυπουργός τους διαβεβαίωνε ότι είναι «παράλογος» και ως παράλογος «δεν διορθώνεται, αλλά καταργείται».
Ο Αλέξης Τσίπρας έδινε αυτήν την υπόσχεση τέσσερις μήνες πριν αναλάβει την εξουσία. Οι φορολογούμενοι, στο μεταξύ, όχι μόνο δεν είδαν τον παράλογο φόρο να καταργείται, αλλά να αυξάνεται επιπλέον. Ο παράλογος φόρος έγινε για ένα εκατομμύριο φορολογουμένους ακόμη πιο δυσβάσταχτος και θεσμοθετήθηκε για να υπηρετήσει τη λογική της κυβέρνησης – μια λογική φορολογικής αφαίμαξης που με τη σειρά της υπηρετεί παροχολογικές και εκλογικές σκοπιμότητες.
Μόνο που αυτή η λογική είναι παράλογη, όπως θα έλεγε και ο Πρωθυπουργός. Είναι παράλογη επειδή η φορολογική αφαίμαξη έχει ένα και μόνο αποτέλεσμα: την εξαφάνιση της μεσαίας τάξης. Μια τάξη που διευρύνθηκε στη χώρα μας μετά τη Μεταπολίτευση με συμπολίτες μας που προέρχονταν από τα φτωχότερα οικονομικά στρώματα και προόδευαν με τον μόχθο τους και την εργασία τους.
Αυτόν τον μόχθο και αυτήν την εργασία δείχνει να περιφρονεί η κυβέρνηση επιμένοντας στη διχαστική πρακτική του διαχωρισμού των ψηφοφόρων σε εκείνους που αποτελούν την εν δυνάμει εκλογική της πελατεία και επιχειρεί να υφαρπάξει την ψήφο τους και σε εκείνους που δεν θεωρεί «δικούς της» και επομένως εχθρεύεται. Ο παράλογος φόρος, εν κατακλείδι, δεν υπηρετεί παρά έναν πολιτικό παραλογισμό.