Πέρασαν 40 ημέρες από την καταστροφική πυρκαγιά του Ιουλίου και οι πυρόπληκτοι της Ανατολικής Αττικής ζουν ακόμη στο άγνωστο. Μπλεγμένοι στα γρανάζια της γραφειοκρατίας και της ανεπαρκούς κρατικής μέριμνας, καταγγέλλουν ότι δεν μπορούν να προχωρήσουν σε επισκευές των κατοικιών τους – ακόμη και με δικά τους έξοδα – επειδή δεν έχει εκδοθεί υπουργική απόφαση που να ορίζει τη διαδικασία για τις πληγείσες περιοχές. Την ίδια στιγμή, οι αρμόδιες Υπηρεσίες Δόμησης στις οποίες καταφεύγουν αρκετοί ζητώντας λύση δηλώνουν ανεπάρκεια να ανταποκριθούν λόγω υποστελέχωσης.
Οι πληγέντες βρίσκονται μπροστά σε αδιέξοδο. Καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα σε δύο κακές λύσεις: αν θα επισκευάσουν χωρίς άδειες τα σπίτια τους ή αν θα μείνουν άστεγοι μέσα στον χειμώνα. Οικογένειες με παιδιά που σε λίγες μέρες ξεκινούν το σχολείο, ηλικιωμένοι, άνθρωποι με προβλήματα υγείας περιμένουν, ανήμποροι να δράσουν, ενώ η αγωνία εντείνεται όσο ο χρόνος περνά.
Η δήλωση. Σε συνάντηση που είχε πραγματοποιήσει με τη Συντονιστική Επιτροπή Κατοίκων και Συλλόγων του Νέου Βουτζά ο υπουργός Μεταφορών και Υποδομών Χρήστος Σπίρτζης στις 20 Αυγούστου 2018 είχε αναφέρει σε σχέση με τις άδειες επισκευών: «Αν κάποιος βιάζεται και θέλει να ξεκινήσει μόνος του τις επισκευές, τότε θα πάρει την άδεια από την Υπηρεσία Δόμησης και στη συνέχεια θα απευθυνθεί σε πιστοποιημένες εταιρείες. Προβλέπεται να πάρει την αποζημίωση των 300 συν 250 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, με την προϋπόθεση, βέβαια, ότι θα έχει περάσει για έλεγχο η δευτεροβάθμια επιτροπή του υπουργείου».
Το σενάριο ακουγόταν πολύ καλό, όμως στην πράξη δεν ίσχυσε τίποτε από όλα αυτά.
Οπως εξηγεί στα «ΝΕΑ» η Β.Μ., πυρόπληκτη από τον Νέο Βουτζά, ο κόσμος είναι σε απόγνωση. «Κατοικούμε στον Νέο Βουτζά, έναν οικισμό ο οποίος είναι ολόκληρος εντός σχεδίου. Κατά τη διάρκεια της πυρκαγιάς της 23ης Ιουλίου το σπίτι μας αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα. Ο επάνω όροφος έχει υποστεί μεγάλες ζημιές και ο μεσαίος κάποιες λιγότερες. Το σπίτι χαρακτηρίστηκε κίτρινο από τα ειδικά κλιμάκια του υπουργείου που πραγματοποίησαν τις αυτοψίες» σημειώνει η ίδια.
«Το πρόβλημά μας ξεκίνησε από τη στιγμή που αποφασίσαμε να επισκευάσουμε το σπίτι. Το μόνο πράγμα που μπορέσαμε να κάνουμε μόνοι μας, χωρίς να θεωρηθεί παράνομο, ήταν να καθαρίσουμε την οικοδομή απομακρύνοντας τα μπάζα, κάτι που μας σύστησε ο μηχανικός ώστε να αναπνεύσει το κτίριο και να κρυώσουν οι τοίχοι. Από εκεί και πέρα αντιμετωπίζουμε αδιέξοδο. Για να προχωρήσουμε νόμιμα στις απαραίτητες επισκευές πρέπει να βγάλουμε άδεια. Μέσω του μηχανικού που έχει αναλάβει την υπόθεσή μας απευθυνθήκαμε στο κλιμάκιο του υπουργείου Υποδομών που βρίσκεται στον Δήμο Ραφήνας και εκείνοι μας απάντησαν ότι δεν αναλαμβάνουν φακέλους για την έκδοση αδειών γιατί δεν έχουν προσωπικό. Είπαν μάλιστα ότι τα συνεργεία που έχουν είναι μόνο για τις αυτοψίες και ότι δεν έχουν σταλεί άλλοι μηχανικοί για τους φακέλους των αδειών – όπως θα έπρεπε -, οπότε δεν αναλαμβάνουν. Τους ρωτήσαμε “και τι θα κάνουμε;” και μας απάντησαν “κάντε ό,τι νομίζετε”» λέει η Β.Μ. και συνεχίζει: «Κοντεύουμε να φτάσουμε στους δύο μήνες. Εχουν αρχίσει ήδη να πέφτουν βροχές. Μπαίνουν μέσα νερά, δεν ξέρουμε τι να κάνουμε. Προς το παρόν κατοικούμε στο υπόγειο, σε ένα κομμάτι του σπιτιού που σώθηκε, όμως το ίδιο θέμα αφορά πολλούς και κάποιοι βρίσκονται σε χειρότερη θέση από μας».
Χωρίς άδεια. Η απόγνωση θα οδηγήσει αναμφίβολα ορισμένους στην επιλογή της επισκευής χωρίς άδεια, με όσα αρνητικά επακόλουθα συνεπάγεται μια τέτοια απόφαση.
«Εχουμε το εξής φαινόμενο: ενώ οι ασφαλιστικές εταιρείες κινήθηκαν άμεσα και κάποιοι έλαβαν εγκαίρως ένα χρηματικό ποσό για να ξεκινήσουν, δεν μπορούν να κάνουν τίποτα γιατί περιμένουν την υπουργική απόφαση» συνεχίζει η πυρόπληκτη.
«Στον Νέο Βουτζά είχαμε 24 νεκρούς και ύστερα από μια τέτοια καταστροφή η ταλαιπωρία συνεχίζεται. Δεν μπορεί να υποθέσει κάποιος ότι όλα αυτά γίνονται για να ελεγχθούν αυθαιρεσίες, καθώς ο Νέος Βουτζάς είναι μια περιοχή εντός σχεδίου. Εμείς εκδώσαμε την άδεια οικοδομής το 1988 και επειδή κάηκε μέσα στην πυρκαγιά πήγαμε και βγάλαμε αντίγραφο. Πρέπει κάτι να γίνει, δεν μπορεί αυτό να συνεχιστεί άλλο…».