Είναι ένας βασικός μεταπολιτευτικός κανόνας: κάθε ανασχηματισμός συνοδεύεται από ένα βασικό ερώτημα. Και το βασικό ερώτημα αυτού του ανασχηματισμού είναι ένα: Γίνεται αντιδεξιό μέτωπο με τις κατσαρίδες της Παπακώστα και τα όπλα του Καμμένου; Μπορεί να υπηρετήσει το αφήγημα της προοδευτικής συμμαχίας μια κυβέρνηση με τόσο βαριά σταγονίδια της ψεκασμένης Δεξιάς στους κόλπους της; Κι αν το υπηρετήσει με κάθε προπαγανδιστικό μέσο που διαθέτει, από το αγριεμένο γραφείο Τύπου του Μαξίμου έως τον τυφλά αφοσιωμένο φιλοκυβερνητικό Τύπο, μπορεί να πείσει;
Το πρόβλημα για την Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ γίνεται ακόμη μεγαλύτερο αν λάβει υπόψη του κανείς ότι η ψεκασμένη Δεξιά ασφυκτιά όταν σιωπά. Είναι αυτή η ασφυξία που όταν βρήκε την αναπνοή της μετέτρεψε τους μετανάστες σε κατσαρίδες ή υποχρέωσε τον Κουβέλη να φύγει από το υπουργείο Αμυνας σαν πολέμαρχος αφρικανικής μπανανίας με ένα αυτόματο στην πλάτη και έναν γενναιόδωρο Αμίν Νταντά να τον αποχαιρετά. Και είναι η ίδια ασφυξία που θα κάνει ενδεχομένως την Παπακώστα, μια ταπεινωμένη από τη δράση τους Παπακώστα, να χαρακτηρίσει τους Ρουβίκωνες ίσως όχι κατσαρίδες, αλλά πάντως κάτι παραπάνω από «ιδεολογικά μωρά που μπουσουλάνε», όπως είχε πει ο Τόσκας, κάτι που θα θυμίσει ότι η σκληρή Δεξιά δεν είναι απέξω ή τουλάχιστον δεν είναι μόνο απέξω, αλλά μέσα στην ίδια την κυβέρνηση.
Το υπενθυμίζει ήδη ο Καμμένος πότε με το αυτόματο του Αμίν Νταντά και συνήθως με το Μακεδονικό. Αν το όπλο του αμετακίνητου Καμμένου ήταν μια συμβολική πράξη ισχύος, ένα μήνυμα στην ίδια του την κυβέρνηση, η πρόταση για δημοψήφισμα ήταν μια υπενθύμιση ότι οι Αμίν Νταντά του κόσμου τούτου θα παλεύουν πάντα για την επιβίωσή τους, την επιβίωση που περνάει μόνο από την εξουσία, με τον τρόπο που ξέρουν: με αυτόματα όπλα και υπερπατριωτικές βόμβες.