Η Τουρκία κατά τα τελευταία χρόνια της διακυβέρνησης Ερντογάν, και ιδιαίτερα μετά τις τελευταίες προεδρικές εκλογές, ακολουθεί έναν δύσβατο και δαιδαλώδη δρόμο στις διεθνείς της επιλογές και συμπεριφορές, χωρίς να υπολογίζει ότι ανήκει στο ΝΑΤΟ και πως είναι «υποψήφιο προς ένταξη μέλος της ΕΕ». Χρησιμοποιεί και εκβιάζει τους οργανισμούς, αυτούς καθώς και τα γειτονικά της κράτη, για να αποκομίσει γεωστρατηγικά, ενεργειακά και οικονομικά οφέλη.
Τελευταία, η κρίση στις σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας έχει πάρει περίπου ανεξέλεγκτες διαστάσεις, με τον «απρόβλεπτο» πρόεδρο των ΗΠΑ, ο οποίος αντιμετωπίζει τα γεωστρατηγικά και οικονομικά συμφέροντα των ΗΠΑ με εντελώς ρεαλιστικό, τεχνοκρατικό και επιχειρηματικό τρόπο, να επιβάλλει κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας και ο απρόβλεπτος Ερντογάν από την πλευρά του να απαντά με αντίμετρα.
Η κύρια αιτία αυτής της κρίσης δεν είναι βέβαια η μη απελευθέρωση του πάστορα Αντριου Μπράνσον (αποτελεί μια αφορμή), αλλά το σκληρό γεωστρατηγικό και ενεργειακό παιχνίδι των Υπερδυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής και βέβαια η αδυναμία της Τουρκίας να αποδεχθεί ότι υπάρχει ένα κουρδικό έθνος που ζητάει πατρίδα, εθνική δικαίωση και εξυπηρετεί την παρούσα χρονική περίοδο και τα εθνικά συμφέροντα των ΗΠΑ.
Συγκεκριμένα, το κύριο πρόβλημα στις σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ είναι η πολιτική της Ουάσιγκτον στη Μέση Ανατολή και τη Μεσοποταμία, η οποία προβλέπει την ίδρυση αυτόνομων κουρδικών κρατών στο Ιράκ και τη Συρία. Στο Ιράκ το κράτος έχει γίνει και λειτουργεί de jure, στη Συρία de facto από το 2011.
Ο Ερντογάν, στο πλαίσιο της πάγιας τακτικής του ανατολίτικου παζαριού, πίστεψε ότι μπορεί να παίξει βρώμικα παιχνίδια ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία, χωρίς να έχει μελετήσει σε βάθος τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ, με αποτέλεσμα σήμερα να βρεθεί απομονωμένος από τη Δύση και η τούρκικη λίρα να παραπαίει…
Ο Ερντογάν, παγιδευμένος από τα λάθη του, είναι αναγκασμένος για να διαχειριστεί την κρίση που αντιμετωπίζει, να στραφεί προς την Ευρώπη, και εδώ επιδιώκει την υποστήριξη της Ελλάδας. Σε αυτό το νέο τοπίο, η συνέχιση της κράτησης των ελλήνων στρατιωτικών δεν διευκόλυνε τις νέες επιλογές του τούρκου προέδρου και δεν δικαιολογεί βέβαια και το κλίμα ευφορίας που προσπαθεί να καλλιεργήσει η κυβέρνηση για τις μελλοντικές μας σχέσεις με την Τουρκία – και οι υπερβολές περί νέας εποχής στις μεταξύ μας σχέσεις, δεν είναι καλός σύμβουλος σε μια χώρα όπου η μνήμη είναι αδύναμη, το σήμερα κυριαρχεί και το μέλλον επαφίεται στη μοίρα.
Για την Ελλάδα, η σοβαρή αμερικανοτουρκική κρίση, αλλά κυρίως η σύγκρουση Τραμπ – Ερντογάν, προσφέρεται για συντονισμένες πολιτικές ενέργειες και πρωτοβουλίες, χωρίς τυχοδιωκτισμούς, για ασφαλέστερη υποστήριξη από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ των εθνικών μας συμφερόντων και βέβαια προάσπιση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, τα οποία βάναυσα η Τουρκία επί δεκαετίες καταστρατηγεί.
Οφείλει η ελληνική εξωτερική πολιτική, χωρίς καιροσκοπισμούς, να αδράξει την ευκαιρία, να επανατοποθετήσει τη στρατηγική της και να θέσει στο τραπέζι, με αυτοπεποίθηση, τα πραγματικά διαχρονικά προβλήματα που δημιουργεί ο τουρκικός επεκτατισμός. Η γεωπολιτική άξια της Ελλάδας ήταν πάντοτε σημαντική και ας την υποτιμούμε εμείς οι ίδιοι. Αυτή την αξία, με τα σημερινά δεδομένα, οφείλουμε να εκμεταλλευθούμε και να υπενθυμίζουμε στους εταίρους μας και να απαιτούμε οφέλη τόσο σε διπλωματικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο.
Η Ελλάδα όμως οφείλει να είναι προετοιμασμένη, διπλωματικά και στρατιωτικά, ο Ερντογάν να τα βρει και με τις ΗΠΑ και με την ΕΕ. Και τότε θα πρέπει να αντιμετωπισθεί το σοβαρό ενδεχόμενο τα εθνικά μας θέματα και κυρίως το Κυπριακό και το Αιγαίο να αποτελέσουν την «προίκα» στο νέο αυτό «σύμφωνο συμβίωσης».
Γι’ αυτό επιβάλλεται η στρατηγική μας, αυτή την περίοδο, να είναι ρεαλιστική, κρυστάλλινη ως προς τους κύριους αντικειμενικούς σκοπούς, που οδηγούν στην επίτευξη των εθνικών στόχων.
Γι’ αυτό επιβάλλεται να είμαστε ιδιαίτερα προνοητικοί και ρεαλιστές στις σχέσεις μας με τις Μεγάλες Δυνάμεις του κόσμου.
Γι’ αυτό επιβάλλεται να είμαστε πολύ προσεκτικοί στην εθνική μας στρατηγική και τακτική, διότι στις διεθνείς σχέσεις το μέγεθος μετράει και η Τουρκία είναι ένα μέγεθος πολύ σημαντικό, που για τις Υπερδυνάμεις αξίζει την ανάληψη υψηλών ρίσκων και θυσιών προκειμένου να κερδηθεί.
Καλό θα είναι να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί όταν στον βάλτο μαλώνουν τα βουβάλια.
Γι’ αυτό επιβάλλεται εθνική ομοψυχία και απαιτείται εθνική στρατηγική.
Ο στρατηγός Κωνσταντίνος Ζιαζιάς είναι επίτιμος αρχηγός ΓΕΣ