Η φυσική αλληλουχία είναι απλή. Πρώτα ξυπνάς, μετά σηκώνεσαι όρθιος και αρχίζεις τη δράση. Η μεταφορά της στην πολιτική σημαίνει: μετά την αφύπνιση, η εξέγερση. Στα γερμανικά «Αufstehen», όπως είναι το όνομα ενός κινήματος που ιδρύεται επισήμως στις 4 Σεπτεμβρίου στη Γερμανία. Εμπνευστές και πρωταγωνιστές του είναι δύο προβεβλημένες φυσιογνωμίες του κόμματος Αριστερά: το ζευγάρι και στην προσωπική τους ζωή, Οσκαρ Λαφοντέν και η Σάρα Βάγκενκνεχτ. Οι ιδρυτές της γερμανικής Εξέγερσης φιλοδοξούν να γίνει το κίνημα ο καταλύτης ενοποίησης της γερμανικής Αριστεράς. Αλλά οι ίδιοι είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο στον στόχο τους.

Αφετηρία της νέας κίνησης είναι ο βαθύς διχασμός του κόμματος Αριστερά της Γερμανίας ανάμεσα στην πτέρυγα των μετριοπαθών που εκπροσωπείται από τη σημερινή ηγεσία του κόμματος Μπερντ Ρίξινγκερ και Κάτια Κίπινγκ και το στρατόπεδο της μετακομμουνιστικής Αριστεράς που ηγείται η «κόκκινη» Σάρα Βάγκενκνεχτ. Ο φυσικός ηγέτης της Αριστεράς Γκρέγκορ Γκίζι είχε αποτρέψει την επικράτηση της «κομμουνιστικής πλατφόρμας» της Βάγκενκνεχτ, η οποία διαπιστώνει πως δεν έχει πιθανότητες επικράτησης ούτε μετά την αποχώρηση του Γκίζι. Από κοινού λοιπόν με τον συνιδρυτή της Αριστεράς, Οσκαρ Λαφοντέν, αναζητούν διέξοδο στην παράκαμψη του προβλήματος με την ίδρυση ενός κινήματος που αναζητεί μέλη και οπαδούς εντός και εκτός του κόμματος. «Πρόκειται για κίνηση που γίνεται από θέση αδυναμίας και όχι από θέση ισχύος», λέει ο πολιτειολόγος Ντίτερ Ρουχτ: Την αδυναμία να καταστήσει την άποψή της πλειοψηφική στο κόμμα, αλλά και αδυναμία της «Αριστεράς» να συμπτύξει κοινό μέτωπο με τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD) και τους Πράσινους.

Το βασικό εργαλείο για τους αντιπάλους της παγκοσμιοποίησης Βάγκενκνεχτ και Λαφοντέν είναι το Ιντερνετ. Στο Διαδίκτυο εμφανίστηκε πριν από έναν μήνα το κίνημα και μάλιστα με «άκρως παράδοξο» τρόπο. «Ολα συμβαίνουν στο παρασκήνιο, δεν υπάρχει δημόσιος διάλογος, καμία δημόσια αντιπαράθεση, καμία πρόσκληση σε κοινωνικές οργανώσεις να διαμορφώσουν ένα πρόγραμμα. Αντίθετα παρουσιάζεται ένα έτοιμο πακέτο. Αυτό έρχεται σε πλήρη αντίφαση με όσα συνιστούν ένα κίνημα», λέει ο Ρουχτ.

Επικοινωνιακά, ωστόσο, το τρικ απέδωσε: η ιστοσελίδα του κινήματος, με πολύ σύντομη περιγραφή στόχων, εστιάζει στην προτροπή «γίνε μέρος της κίνησης» με τη συμπλήρωση της φόρμας για ονοματεπώνυμο, στοιχεία επικοινωνίας, επιλογή ενδιαφερόντων. Μερικές ημέρες αργότερα οι εγγεγραμμένοι μετονομάστηκαν σε «μέλη» του κινήματος, ακόμα και αν επρόκειτο μόνο για εκείνους που απλώς είχαν εκδηλώσει ενδιαφέρον για πληροφορίες, λέει ο Ρουχτ. Ετσι το κίνημα εμφανίστηκε μέσα σε έναν μήνα να έχει 60.000 «μέλη» με μόνο συνδετικό κρίκο και κοινό παρονομαστή τη γενική διατύπωση διαμαρτυρίας κατά των κοινωνικών αδικιών και αιτήματα τις συντάξεις, προστασία των ζώων κ.λπ., που περιλαμβάνουν τα προγράμματα όλων σχεδόν των κομμάτων.

Βάγκενκνεχτ και Λαφοντέν θέλουν τη μεταφορά στη Γερμανία της αριστερής κινηματικής εμπειρίας σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Η γερμανική Εξέγερση έχει σημαντικές διαφορές με τους Ποδέμος της Ισπανίας, διαπιστώνει ο Ρουχτ, στην Ισπανία υπάρχουν ακόμα πολλές ομάδες και διασυνδέσεις περιφερειακά από τις οποίες αποκρυσταλλώθηκε το κόμμα Ποδέμος με τον Πάμπλο Ιγκλέσιας. Στη Γερμανία, εξηγεί, «έχουμε το αντίστροφο παράδειγμα: Ενα ανύπαρκτο κίνημα, το οποίο θα μετεξελιχθεί ενδεχομένως αργότερα σε κόμμα». Τις περισσότερες ομοιότητες στη συγκρότηση και στο πολιτικό περιεχόμενο παρουσιάζει με την κίνηση του Ζαν Λικ Μελανσόν της Γαλλίας, έχουν ταυτόσημες θέσεις για τη Ρωσία, τη Βενεζουέλα, την κριτική στη σοσιαλδημοκρατία. Αλλά στη Γαλλία το σοσιαλιστικό κόμμα βρίσκεται από καιρό σε «ελεύθερη πτώση», ενώ στη Γερμανία το SPD παρά τη μεγάλη συρρίκνωσή του, κρατάει τις δομές και τον βασικό πυρήνα της εκλογικής του δύναμης, συμμετέχει στην κυβέρνηση της χώρας.

Το στίγμα του «διασπαστή» και το αβέβαιο μέλλον

Βραχυπρόθεσμα, οι προοπτικές επιτυχίας της γερμανικής Εξέγερσης δεν είναι κακές, εκτιμά ο ερευνητής Ντίτερ Ρουχτ. Επικοινωνιακά, αποτελεί ήδη μιντιακό γεγονός. Το πολιτικό έδαφος και στη Γερμανία είναι εύφορο για κινήματα διαμαρτυρίας, όπως έδειξε το παράδειγμα της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD), το οποίο κινείται μεν στο ακροδεξιό φάσμα, αλλά έχει κλασικά κινηματικά χαρακτηριστικά και μεγάλη διείσδυση σε ψηφοφόρους τόσο της Δεξιάς όσο και της Αριστεράς. Οι θέσεις των Βάγκενκνεχτ – Λαφοντέν για το Προσφυγικό δεν απέχουν πολύ από εκείνες του AfD.

Αλλά μακροπρόθεσμα οι προοπτικές επικράτησης της Εξέγερσης δεν είναι πολλές. Το κόμμα Αριστερά πήρε σαφείς αποστάσεις. Αρνητικές τοποθετήσεις ήρθαν επίσης από τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Πράσινους. Η προσπάθεια να ενταχθούν στο εγχείρημα προβεβλημένες προσωπικότητες δεν απέδωσε, παρά μόνο σε πρόσωπα δεύτερης και τρίτης γραμμής. Επιπρόσθετα, είναι ευρέως διαδεδομένη η επιφύλαξη όχι μόνον έναντι επαγγελματιών πολιτικών, αλλά και συγκεκριμένα για τη Σάρα Βάγκενκνεχτ και τον Οσκαρ Λαφοντέν, που στον χώρο της Αριστεράς έχουν το στίγμα του «διασπαστή»: Ο Λαφοντέν ήταν πρόεδρος του SPD όταν το εγκατέλειψε για να ιδρύσει αργότερα την Αριστερά. «Δεν θα με εξέπληττε, εάν σε δύο-τρία χρόνια η Εξέγερση μετατραπεί σε κόμμα», λέει ο Ρουχτ. Ούτως ή άλλως Λαφοντέν και Βάγκενκνεχτ είναι πολιτικοί κομμάτων, δεν ήταν ποτέ δραστήριοι σε κινήματα και τονίζουν συνεχώς την ανάγκη μιας «νέας κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας». Και πλειοψηφίες εξασφαλίζουν κόμματα. To «κίνημα» είναι μόνο το όχημα.