Τα λαϊκά στρώματα στη Δύση προδόθηκαν δύο φορές. Πρώτα από την Αριστερά, που τους υποσχέθηκε ότι θα τους λυτρώσει από την εργασία και τους άφησε απροστάτευτους στις επιθέσεις των αγορών. Υστερα από τη Δεξιά, που τους υποσχέθηκε ότι θα τους σώσει με την εργασία και δημιούργησε τις κοινωνίες του 1%. Στη σημερινή μεταβιομηχανική κοινωνία, που είναι πολύ λιγότερο προστατευτική και οδηγεί σε πολύ μεγαλύτερους αποκλεισμούς, τα στρώματα αυτά στρέφονται για προστασία στους λαϊκιστές της ριζοσπαστικής Αριστεράς και της Ακρας Δεξιάς. Αλλά θα προδοθούν για τρίτη φορά.
Αυτά λέει ο σπουδαίος γάλλος οικονομολόγος Ντανιέλ Κοέν σε συνέντευξή του στο γαλλικό περιοδικό L’Obs με αφορμή την κυκλοφορία του νέου του βιβλίου με τον ντιλανικό τίτλο «Πρέπει να πούμε ότι οι καιροί άλλαξαν». Οι σημερινοί προλετάριοι, τονίζει, είναι η εργατική τάξη των υπηρεσιών. Και για να παράγουν ανάπτυξη, καλούνται να αλλάξουν χαρακτήρα, να αποκτήσουν «ψηφιακή» υπόσταση (homo digitalis), ώστε να μπορούν να κάνουν πολλά πράγματα ταυτοχρόνως.
Οταν ιδρύθηκε το ΠΑΣΟΚ, πριν από 44 ακριβώς χρόνια, ο κόσμος ήταν εντελώς διαφορετικός από τον σημερινό. Διαφορετικές ήταν και οι ανάγκες μιας κοινωνίας που μόλις έβγαινε από τη χούντα. Η επίκληση λοιπόν εκείνης της περιόδου και των ηγετών της είναι μεν θεμιτή για συμβολικούς λόγους, δεν βοηθά και πολύ όμως στην αντιμετώπιση των σημερινών προβλημάτων. Ούτε είναι ιδιαίτερα χρήσιμο να λέγεται για τον ΣΥΡΙΖΑ «να πάνε εκεί από όπου ήρθαν!»
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εκμεταλλεύτηκε απλώς την οργή των Αγανακτισμένων. Εκτοξεύτηκε στην εξουσία και για να απαντήσει στις ανάγκες των ξεχασμένων, των left behind. Απέτυχε παταγωδώς – για λόγους πολύ πιο σύνθετους από το ότι «εφάρμοσε μνημονιακές πολιτικές». Και επιχειρεί να ντύσει αυτή την αποτυχία με έναν διχαστικό πολιτικό λόγο. Αυτό δεν απαλλάσσει όμως τους επικριτές του από την ανάγκη να αποφεύγουν τις αοριστολογίες και να αναζητήσουν συγκεκριμένες απαντήσεις σε μια παγκόσμια επανάσταση.
Ο Ντανιέλ Κοέν, για παράδειγμα, εμφανίζεται κριτικός απέναντι στον σοσιαλφιλελευθερισμό τύπου Μακρόν, που καταπολεμά την πρόσοδο και τα προνόμια των insiders προκειμένου να ανοίξει χώρος για τους outsiders, και προτιμά την κλασική σοσιαλδημοκρατία, που επιδιώκει τη λύτρωση του ατόμου από τις οικογένειες, τις εκκλησίες και τις αγορές. Οπως λέει, πρέπει να ξαναδούμε τη διπλή κριτική του Μάη του ’68: μια κριτική κοινωνική, κατά της εκμετάλλευσης των εργαζομένων, και «καλλιτεχνική», κατά της κοινωνίας της κατανάλωσης.
Ακόμη λοιπόν κι αν η Φώφη Γεννηματά ακολουθεί τους ίδιους δρόμους με τον Ανδρέα Παπανδρέου, όπως βεβαιώνει στο προχθεσινό της άρθρο στα «ΝΕΑ», αυτό δεν αρκεί. Αν θέλει να αποφύγει μια νέα προδοσία, η ελληνική Κεντροαριστερά πρέπει να ανοίξει καινούργιους δρόμους, κι αυτό θα απαιτήσει αποτελεσματικότερα εργαλεία γιατί τα αγκάθια είναι πιο τοξικά και πιο ανθεκτικά. Δεν αρκεί η εναλλαγή στην εξουσία. Χρειάζεται και ο επανεκπολιτισμός της.