Διακόσια χρόνια Ιστορίας και περισσότερα από 20 εκατομμύρια εκθέματα έγιναν καπνός μέσα σε ένα βράδυ. Η πυρκαγιά που ξέσπασε τα ξημερώματα της Δευτέρας στο Εθνικό Μουσείο του Ρίο Ντε Ζανέιρο κατέκαψε ολοσχερώς τις συλλογές του, ανάμεσα στις οποίες συγκαταλέγονται και ελληνικές αρχαιότητες. Αν και οι πυροσβέστες προσπάθησαν να απομακρύνουν με τα χέρια ό,τι μπορούσαν, η μάχη με τη φωτιά αποδείχθηκε άνιση.

Θεμελιωμένο το 1818, το Μουσείο ήταν το παλαιότερο επιστημονικό ινστιτούτο της χώρας και ένα από τα μεγαλύτερα της Νότιας Αμερικής. Στις προθήκες του υπήρχαν σημαντικά εκθέματα, όπως η «Λουτσία», ένα κρανίο ηλικίας 11.500 ετών που θεωρούνταν ένα από τα πιο παλιά ανθρώπινα απολιθώματα στην αμερικανική ήπειρο. Οπως και οστά από μοναδικά βραζιλιάνικα όντα του παρελθόντος σαν τον μακρυλαίμη δεινόσαυρο Maxakalisaurus. Εξαιτίας του ειδικού ενδιαφέροντος των βραζιλιάνων αυτοκρατόρων του 19ου αιώνα, το Μουσείο είχε την πιο παλιά συλλογή με αιγυπτιακές μούμιες και αρχαιότητες στη Λατινική Αμερική.

Ακόμα και το ίδιο το κτίριο ήταν ιστορικής σημασίας. Στέγασε την εξόριστη βασιλική οικογένεια της Βραζιλίας από το 1808 έως το 1821. Αργότερα, το συγκρότημα χρησιμοποιήθηκε ως παλάτι για τους αυτοκράτορες μετά τον πόλεμο της ανεξαρτησίας μέχρι το 1889, οπότε στο εσωτερικό του εγκαταστάθηκαν οι πρώτες συλλογές του Μουσείου.

ΕΝ ΟΨΕΙ ΕΚΛΟΓΩΝ. Πέρα από τις υλικές ζημιές στο ίδιο το Μουσείο, η πυρκαγιά προκάλεσε σάλο στη Βραζιλία εν όψει των εθνικών εκλογών του Οκτωβρίου. Ο Λουίς Ντουάρτε, αντιπρόεδρος του Μουσείου, μιλώντας στη βραζιλιάνικη τηλεόραση κατηγόρησε τις προηγούμενες κυβερνήσεις για εγκατάλειψη του Μουσείου και οικονομικό μαρασμό, οδηγώντας το σε μια «προαναγγελθείσα τραγωδία». Το πλάνο ανακαίνισής του, ύψους 4,5 εκατ. ευρώ, που εξήγγειλαν μόλις τον περασμένο Ιούλιο, συμπεριελάμβανε ένα σύγχρονο σχέδιο πυρασφάλειας, το οποίο δεν πρόλαβε να εφαρμοστεί. Ο Ρενάτο Ροντίγκες Καμπράλ, καθηγητής στο Τμήμα Γεωλογίας και Παλαιοντολογίας, ανέφερε πως οι τελευταίες εργασίες συντήρησης της καλωδίωσης του κτιρίου έγιναν πριν από 15 χρόνια. Από την πλευρά του ο πρόεδρος της χώρας Μικέλ Τεμέρ σε δήλωσή του τόνισε: «Η καταστροφή του κτιρίου, όπου κάποτε έμεναν αυτοκράτορες, είναι μια ανυπολόγιστη απώλεια για τη Βραζιλία. Διακόσια χρόνια δουλειάς, έρευνας και γνώσης χάθηκαν».