Είκοσι χρόνια λοιπόν. Και προσπαθώ να με θυμηθώ, ως δημοσιογράφο και ως άνθρωπο, εκείνον τον μακρινό Σεπτέμβριο του 1998. Με κυβέρνηση Σημίτη, με δραχμή, με 17 Νοέμβρη, με αεροδρόμιο στο Ελληνικό. Και με ένα Ιντερνετ στο οποίο δεν μπορούσες να μπεις αν κάποιος στο σπίτι μιλούσε ταυτοχρόνως στο τηλέφωνο ενώ, όταν έμπαινες, άκουγες εκείνον τον χαρακτηριστικό ήχο της τηλεφωνικής κλήσης. Χωρίς μετρό, χωρίς Αττική οδό, χωρίς κάμερες στα κινητά, χωρίς sms. Και, κυρίως, χωρίς Google. Τότε περίπου είχα αγοράσει το πρώτο μου λάπτοπ. Ασήκωτο από το βάρος και πανάκριβο για τα δεδομένα της εποχής. Με πήρε μέρες να μάθω να το λέω χωρίς να μπερδεύεται η γλώσσα μου («φορητό κομπιούτερ» μού ερχόταν πιο εύκολο) αλλά, όταν το έμαθα, το έλεγα με τσαχπινιά και καμάρι. Το χρησιμοποιούσα ως κειμενογράφο και για να εξασκούμαι στην πρωτόγνωρη τότε αποστολή μέιλ. Δευτερευόντως. Διότι πρωτίστως το χρησιμοποιούσα για να ρίχνω ηλεκτρονικές πασιέντζες. Μου είχε κοστίσει λίγο ακριβότερα από μία τράπουλα βέβαια, αλλά προείχε το ότι ένιωθα βουτηγμένη στην τεχνολογία.
Εκείνη την εποχή, όσοι δουλεύαμε σε περιοδικά και εφημερίδες είχαμε αρχίσει να σχεδιάζουμε τα αφιερώματα για το Μιλένιουμ. Οι περισσότερες ιδέες κλεμμένες από αντίστοιχα άρθρα που ήδη δημοσιεύονταν σε μεγάλα διεθνή έντυπα. Σε κάποια από αυτά γινόταν λόγος για τις σαρωτικές αλλαγές που θα έφερνε η νέα χιλιετία. Στις οποίες πρωτοστατούσε ο υπερπολλαπλασιασμός των πηγών της γνώσης. Τότε δεν μπορούσα ακόμη να το κατανοήσω. Μόνο να το υποψιαστώ. Η πολύτομη εγκυκλοπαίδεια είχε αρχίσει να μου κλείνει θλιμμένα το μάτι από τα επάνω ράφια της βιβλιοθήκης μου.
Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ. Πότε μπήκε στην καθημερινότητά μας αυτή η μικρή λέξη – μαζί με τις συνεκδοχές της – που παραπέμπει σε λόξιγκα και θυμίζει μωρουδίστικο φώνημα; Πότε έγινε το Google το «τρίτο» ημισφαίριο του εγκεφάλου μας; Δεν νομίζω ότι είναι κάτι που μπορούμε να ορίσουμε συγκεκριμένα. Στον καθένα από εμάς έγινε με διαφορετικό τρόπο, διαφορετικούς ρυθμούς και σε διαφορετική χρονική στιγμή. Οπως συμβαίνει με τις μεγάλες επαναστάσεις (προσωπικά θεωρώ το Google μια από τις μεγαλύτερες της σύγχρονης ιστορίας του ανθρώπου), η ημερομηνία που «κηρύχθηκαν» έχει συμβολική μόνο σημασία και επετειακή χρήση. Και η συγκεκριμένη αλλιώς επέδρασε στον σημερινό τριαντάρη που τέλειωσε το λύκειο γκουγκλάροντας, αλλιώς στον σαραντάρη που το ανακάλυψε στο μεταπτυχιακό του. Και οπωσδήποτε αλλιώς στη δική μου γενιά που περάσαμε πάνω από τη μισή μας ζωή σκαρφαλωμένοι σε σκαμνιά και σε καρέκλες για να κατεβάσουμε πότε τη Δομή και να διαβάσουμε περί μενσεβίκων, πότε το αγγλικό λεξικό για να βρούμε την ακριβή ερμηνεία μιας λέξης, πότε το ελληνικό γιατί δεν ξέραμε πώς γράφεται το «τελευτήσαι», πότε την Παγκόσμια Γεωγραφία (που δεν ήταν επικαιροποιημένη) για να μάθουμε τον πληθυσμό της Βενεζουέλας. Και πότε τον Τσελεμεντέ για να φτιάξουμε πατάτες νταφνουάζ.
Η ΠΑΓΙΔΑ. Αν και έχω αρχίσει να δουλεύω ως δημοσιογράφος τα πέτρινα χρόνια της γραφομηχανής και του μπλάνκο, δεν νοσταλγώ την εποχή που γράφαμε ένα άρθρο χωμένοι και χαμένοι πίσω από επτά, οκτώ βιβλία. Ούτε πως χτυπούσαμε οκτάωρα στην Εθνική Βιβλιοθήκη και στα αρχεία του Ιδρύματος Μπότση όταν έπρεπε, μέσα από ένα κείμενο, να ανασυνθέσουμε μία εποχή. Ούτε ισχυρίζομαι ότι τότε η δουλειά μας ήταν πιο δημιουργική. Σε κάθε περίοδο, ανάλογα με τις ανάγκες, αξιολογούνται απαιτήσεις και κριτήρια. Το στοίχημα σήμερα είναι να αποφύγει κάποιος την παγίδα της αντιγραφής. Να μπορέσει να επενδύσει την πανομοιότυπα διάχυτη πληροφορία με τη δημιουργική φόδρα της δικής του γραφής. Ετσι ώστε, όταν, για παράδειγμα, αποδημεί ένας διάσημος, να μη βλέπουμε ολόιδιο το βιογραφικό του σε ηλεκτρονικό και έντυπο Τύπο στο οποίο αναπαράγονται ακόμη και τα λανθασμένα σημεία στίξης της Βικιπαίδειας. Και να θυμάται ότι το Google είναι μια μηχανή αναζήτησης. Μηχανή! Που δεν μπορεί να διακρίνει την ποιοτική διαφορά ανάμεσα στα «ψακτήρια» «Ιθάκη – Καβάφης – χρονολογία» και στο «Πατάτες – τέλειο τηγάνισμα».
Ναι, η ευκολία πρόσβασης στο Google έχει μετατρέψει τη γνώση σε πληροφορία. Είναι όμως στο χέρι του καθενός να αναγάγει τη «μασημένη» πληροφορία σε δημιουργική αφορμή για γνώση. Ναι, η βιασύνη και ο αχταρμάς πυροδοτούν εξυπνακισμούς. (Θυμάμαι έναν φίλο, από αυτούς που προσπαθούν από σκόρπιες λέξεις να συνθέσουν αφήγημα γνώσης, όταν άκουσε τον γραμμένο για τον Νίκο Πουλαντζά στίχο του Αλκη Αλκαίου «Κι εγώ απόψε θα σε χάσω και αύριο θα σε ξεχάσω», τον γκούγκλαρε, είδε πρώτο το όνομα του Πουλαντζά και αποφάνθηκε ότι αυτός είναι ο ποιητής.) Η επιπολαιότητα του χρήστη φταίει όμως, όχι το Google. Ναι, η αναπαραγωγή στοιχείων χωρίς γνωστικό υπόβαθρο μπορεί να γελοιοποιήσει κάποιον. Η αυτογελοιοποίηση όμως είναι προσωπική υπόθεση του καθενός.
ΑΥΤΟΜΑΤΙΣΜΟΙ. Κατά τα άλλα, θεωρώ ότι, στην εποχή μας, οι γενιές διακρίνονται από τους αυτοματισμούς που έχουν αναπτύξει με το Google. Προσωπικά τηλεφωνώ ακόμη σε κάποιον που ξέρει να μου δώσει πληροφορίες για μια διαδρομή ενώ ο νεότερος φίλος την έχει βρει ήδη στο Google Maps. Και μόλις προχθές έσκισα από κουτί ζαχαροπλαστείου το σημείο που ήταν γραμμένο το τηλέφωνο για να το έχω πρόχειρο. Οταν συνειδητοποίησα ότι η νεότερη φίλη το είχε βρει γκουγκλάροντας και ήδη τηλεφωνούσε, το έχωσα διακριτικά στην τσάντα μου και κοίταξα ανέμελα από το παράθυρο του αυτοκινήτου.