Ο ιός του Δυτικού Νείλου απομονώθηκε για πρώτη φορά το 1937, σε μια γυναίκα με εμπύρετο νόσημα στην επαρχία Δυτικού Νείλου της Ουγκάντα. Μεσολάβησαν όμως περίπου 15 χρόνια έως ότου να γραφτεί στην Ιστορία η πρώτη επιδημία σε μια μικρή πόλη του Ισραήλ, έξω από τη Χάιφα.
Σημαντική στάση στη διαδρομή του ιού στις δεκαετίες που πέρασαν ήταν μία ακόμη επιδημία που έλαβε χώρα το 1996 στο Βουκουρέστι. Ηταν η πρώτη φορά που η νόσος καταγράφηκε επίσημα καθώς «χτύπησε» μια αστική περιοχή, με αρκετούς ασθενείς να εκδηλώνουν συμπτώματα του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος (ΚΝΣ).
Τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν επιδημίες τόσο στη Γηραιά Ηπειρο, μεταξύ άλλων στην Ιταλία, όσο και στις ΗΠΑ, με την πρώτη μεγάλη επιδημία να λαμβάνει χώρα στη Νέα Υόρκη το 1999.
Κάνοντας μια ιστορική αναδρομή για την πορεία του ιού του Δυτικού Νείλου, ο αναπληρωτής καθηγητής Παθολογίας – Λοιμώξεων της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Σωτήρης Τσιόδρας, επισημαίνει «ότι παρά τις αρχικές προσπάθειες να τον ελέγξουν, ο στόχος αυτός δεν επετεύχθη». Υπό τα δεδομένα αυτά η επιστημονική κοινότητα έχει αποδεχτεί ότι πρόκειται για μια υγειονομική απειλή με μέλλον.
Στο ερώτημα γιατί κάποιοι άνθρωποι δεν νοσούν καθόλου ύστερα από τσίμπημα μολυσμένου κουνουπιού ενώ κάποιοι άλλοι παρουσιάζουν ιδιαίτερα σοβαρά συμπτώματα, με αποτέλεσμα να απειλείται ακόμη και η ζωή τους, ο ειδικός απαντά ότι υπάρχουν κάποιοι παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο. «Λόγω της νευροτρόπου φύσης του μπορεί να προσβάλλει το ΚΝΣ. Η γενετική προδιάθεση, η ευαισθησία του οργανισμού αλλά και η αυξημένη ηλικία φαίνεται να παίζουν ρόλο».
Ειδικότερα, σοβαρές ασθένειες μπορεί να εμφανιστούν σε άτομα οποιασδήποτε ηλικίας, ωστόσο τα άτομα άνω των 50 ετών και ορισμένοι ασθενείς σε ανοσοκαταστολή (για παράδειγμα, μεταμοσχευθέντες) διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης σοβαρών επιπλοκών όταν μολυνθούν με τον ιό. Τα συμπτώματα της σοβαρής νόσου (όπως η εγκεφαλίτιδα του Δυτικού Νείλου, η μηνιγγίτιδα ή η πολιομυελίτιδα του Δυτικού Νείλου) περιλαμβάνουν κεφαλαλγία, υψηλό πυρετό, δυσκαμψία του αυχένα, δυσκοιλιότητα, αποπροσανατολισμό, κώμα, τρόμο, σπασμούς, μυϊκή αδυναμία και παράλυση. Βάσει των επιδημιολογικών δεδομένων έχει υπολογιστεί ότι περίπου ένα στα 150 άτομα που έχουν μολυνθεί έπειτα από τσίμπημα κουνουπιού θα αναπτύξει μια πιο σοβαρή μορφή ασθένειας.
Σε κάθε περίπτωση, ο Σωτήρης Τσιόδρας χαρακτηρίζει τον ιό του Δυτικού Νείλου «απρόβλεπτο στην εξέλιξή του» και «περίπλοκο». Ανάμεσα στα χαρακτηριστικά του είναι και η κυκλική πορεία του: Για παράδειγμα, πριν από δύο χρόνια εντοπίστηκαν μόνο στην Καλιφόρνια 900 κρούσματα, ενώ φέτος ο συνολικός αριθμός κρουσμάτων στις ΗΠΑ δεν έχει ξεπεράσει 240, πάρα ταύτα ουδείς μπορεί να προβεί σε εκτιμήσεις για το επόμενο καλοκαίρι.
Σύμφωνα με τον ίδιο πάντως, η φετινή ταχεία και παράλληλα δυναμική εξάπλωσή του στη χώρα μας οφείλεται (και) στις πρόωρες έντονες βροχοπτώσεις που συνοδεύτηκαν από ξηρασία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκαν οι κατάλληλες καιρικές συνθήκες που ευνόησαν την ανάπτυξη των πληθυσμών των κουνουπιών.
Η εξάπλωση. «Παράλληλα επλήγησαν φέτος νέοι δήμοι ανά τη χώρα, ενώ εξαπλώθηκε σε πολλές περιοχές εντός της Αττικής, συνεπώς ο πληθυσμός σε αυτές δεν είχε αποκτήσει ανοσία και ήταν ευαίσθητος» εξηγεί ο ειδικός. Αξίζει να σημειωθεί, σύμφωνα με τις αναλύσεις της επιστημονικής κοινότητας, ότι ο ιός του Δυτικού Νείλου δεν έχει μόνο… ένα πρόσωπο. Ειδικότερα, όσον αφορά τις γενετικές παραλλαγές του, τα μέχρι σήμερα παθογόνα στελέχη ανήκουν σε δύο ομάδες, την 1η και την 2η.
Η ομάδα 1 περιλαμβάνει στελέχη του κλάδου 1a που ανιχνεύτηκαν σε Αφρική, Ασία, Ευρώπη και Αμερική και του κλάδου 1b που ενδημεί στην Αυστραλία. Η ομάδα 2 προσφάτως αποδείχτηκε ότι περιλαμβάνει στελέχη παθογόνα για τον άνθρωπο, όπως το αρχικό στέλεχος που είχε απομονωθεί για πρώτη φορά το 1937 στην Ουγκάντα, αλλά και το στέλεχος Nea Santa-Greece που απομονώθηκε από τα αρχικά περιστατικά της επιδημίας του Νομού Κιλκίς.