Η ελληνική κυβέρνηση, παρά το επικοινωνιακό show και το success story που θέλει να καλλιεργήσει στην κοινωνία και την οικονομία εν’ όψει ΔΕΘ αλλά και λόγω των επικείμενων βουλευτικών εκλογών το 2019, δεν φαίνεται να βρίσκει ανταπόκριση στο διεθνές περιβάλλον.
Τόσο ο Πρωθυπουργός όσο και οι υπουργοί του πληρώνουν τώρα την έλλειψη σαφούς οικονομικής στρατηγικής, τις συνεχείς οριζόντιες περικοπές και την απουσία διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που τελικά αντανακλώνται στις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων.
Πιο συγκεκριμένα, η αγορά των ομολόγων δείχνει ήδη τις διαθέσεις της, με την απόδοση των ελληνικών τίτλων να σπάνε το φράγμα του 4,6%, γεγονός που ισοδυναμεί όχι με έξοδο στις αγορές, αλλά με έξοδο από κάθε πιθανή γραμμή χρηματοδότησης παγκόσμια, από τη στιγμή που η χώρα δεν βρίσκεται πλέον σε πρόγραμμα προσαρμογής.
Η κυβέρνηση βρίσκεται να σφυροκοπείται από τις διεθνείς αγορές κυρίως για δύο λόγους. Ο ένας είναι ο διεθνής παράγοντας και η κρίση των αναδυόμενων αγορών, κυρίως της Τουρκίας και της Αργεντινής, που μπορούν να παρασύρουν αδύναμες και μη ανταγωνιστικές οικονομίες όπως η ελληνική, δημιουργώντας μια διάχυση του προβλήματος ρευστότητας στην ΕΕ και προκαλώντας συστημικούς κινδύνους.
Ο δεύτερος λόγος, που συνδυάζεται με το διεθνές μακροοικονομικό περιβάλλον, είναι η οικονομική πολιτική της ίδιας της κυβέρνησης, που αντί να εστιάσει στον οικονομικό κύκλο επικεντρώνεται στον εκλογικό, με αποτέλεσμα να φθάνει ως είδηση στις χρηματαγορές ότι ετοιμάζει ένα σημαντικό πακέτο παροχών, ικανό να εκτρέψει από την πορεία της τη χώρα, χωρίς τις απαραίτητες δικλίδες της συμφωνημένης δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Με βάση τα παραπάνω, η κυβέρνηση αντιμετωπίζει μια συνολική δυσπιστία τόσο από τους εταίρους και δανειστές όσο και από τις διεθνείς αγορές, οι οποίες καλούνται να αξιολογήσουν τόσο το αξιόχρεο της Ελλάδας όσο και την επενδυτική διαβάθμιση των τίτλων που εκδίδει, σε συνδυασμό με τα ασφάλιστρα κινδύνου, που είναι τα υψηλότερα στην ΕΕ και θυμίζουν εποχές 2015.
Αν η κυβέρνηση, και κατ’ επέκταση η χώρα, δεν κοιτάξει να καταρτίσει έναν προϋπολογισμό με λογικές δαπάνες και χωρίς μονομερείς παροχές, τότε πολύ γρήγορα είναι πιθανό να βρεθεί, με την παρούσα κατάσταση των ελληνικών ομολόγων, σε ένα νέο Μνημόνιο, το οποίο θα τη βυθίσει περισσότερο στην ύφεση, με άγνωστες δημοσιονομικές και κοινωνικές συνέπειες.
Η παρούσα οικονομική συγκυρία και η εκτόξευση των αποδόσεων των ομολόγων δεν είναι ένα τεχνικό φαινόμενο, αλλά η αποτύπωση της πραγματικότητας μιας πολιτικής που δεν πείθει και βρίσκει απέναντί της θεσμούς, δυνητικούς επενδυτές αλλά και τους ίδιους τους πολίτες της χώρας.
Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός