Το πόσο δεινοπαθεί διαχρονικά η παιδεία στη χώρα μας φαίνεται από αυτό που έγραψε η Αννα Διαμαντοπούλου στο Facebook: έξι ανακοινώσεις για το σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ από την ίδια κυβέρνηση μέσα σε τριάμισι χρόνια! Μόνο η φιλοσοφία των αλλαγών μένει σταθερή: πιο λίγες απαιτήσεις, πιο λίγα μαθήματα, πιο λίγα προσόντα.
Δικαίως ο Κυριάκος Μητσοτάκης δηλώνει πως όταν αναλάβει την εξουσία θα καταργήσει όλους τους νόμους των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ («εκτρωματικούς» τους είχε χαρακτηρίσει τον περασμένο Οκτώβριο – κι ακόμη δεν είχε κατατεθεί ο τελευταίος νόμος Γαβρόγλου!) και θα φέρει έναν δικό του νόμο για την παιδεία. Το πρόβλημα είναι πως ακόμη κι αν ο νόμος αυτός είναι καλός, και σύγχρονος, και λειτουργικός, η αντιπολίτευση πάλι θα δεσμευτεί ότι θα τον καταργήσει. Γιατί έτσι λειτουργούμε στην Ελλάδα: αντί να σχεδιάζουμε μακροπρόθεσμα τις μεταρρυθμίσεις και να επενδύουμε σε αυτές, τις υποβάλλουμε μονίμως σε εκλογικές σκοπιμότητες.
Το κόμμα του ίδιου Μητσοτάκη άλλωστε, υπό άλλη ηγεσία φυσικά, είναι εκείνο που άρχισε να ξηλώνει έναν από τους λίγους νόμους που είχε συναντήσει πολύ μεγάλη συναίνεση στο Κοινοβούλιο. Ηταν ο περίφημος «νόμος Διαμαντοπούλου». Δεν επιβλήθηκε από κανένα Μνημόνιο και καμιά τρόικα. Υπερψηφίστηκε τον Αύγουστο του 2011 από 255 βουλευτές. Περιελάμβανε πράγματα αυτονόητα για τον δυτικό κόσμο αλλά επαναστατικά για την Ελλάδα: κατάργηση του ασύλου, θέσπιση των Συμβουλίων Διοίκησης, δημιουργία επιτροπών αξιολόγησης. Αρχισε να εφαρμόζεται στο ένα ανώτατο ίδρυμα μετά το άλλο. Αλλά οι υπουργοί Παιδείας που ακολούθησαν είχαν άλλη γνώμη.
Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος έκανε τις πρώτες αλλαγές, που η Διαμαντοπούλου είχε χαρακτηρίσει «ύβρι για τη δημοκρατία». Ακολούθησε ο Αριστείδης Μπαλτάς, που τον Φεβρουάριο του 2015 έκανε στη Βουλή την ιστορική δήλωση πως ο νόμος κατεδάφισε ό,τι είχε επιτύχει το Πανεπιστήμιο από το 1982 και μετά (στην ίδια ομιλία είχε υποστηρίξει ακόμη ότι άμεση προτεραιότητα είχε η αντιμετώπιση της «ανθρωπιστικής κρίσης» στα σχολεία και ότι η σχέση Εκκλησίας – Κράτους είναι προβληματική, αλλά «αδύνατο να διαχωριστεί»). Την ταφόπετρα στον νόμο-πλαίσιο την έβαλε ο Νίκος Φίλης. Τα Συμβούλια είχαν ξηλωθεί και το άσυλο είχε επιστρέψει, μαζί με τους αιώνιους φοιτητές.
Το brain drain για το οποίο τόσο πολλοί χύνουν κροκοδείλια δάκρυα είναι άμεσα συνδεδεμένο με τη διαρκή περιπέτεια της παιδείας σε αυτόν τον τόπο. Η λειτουργία των ΑΕΙ είναι μια από τις πλευρές αυτής της περιπέτειας. Το σύστημα εισόδου σε αυτά είναι μια άλλη. Το μεγαλύτερο πρόβλημα του νόμου Γαβρόγλου δεν είναι η εξασφάλιση του αδιάβλητου των εξετάσεων. Ούτε η κατάργηση των Λατινικών. Είναι η χρησιμοποίηση των 16χρονων και 17χρονων μαθητών για την υπηρέτηση στόχων που έχουν χαράξει κάποιοι κομματικοί γραφειοκράτες. Και που δεν έχουν φυσικά καμιά σχέση με αυτό που τόσοι έχουν εξαγγείλει και κανείς δεν έχει τολμήσει: την κατάργηση των Πανελλαδικών Εξετάσεων.