Ο Τ.Σ. Ελιοτ, στο δοκίμιό του «Τι είναι Κλασικό;» («What is a Classic?»), υποστήριξε ότι η «Αινειάδα» του Βιργιλίου αποτελεί το κατ’ εξοχήν κλασικό έργο και ότι κανένας άλλος ποιητής δεν μπορεί να διεκδικήσει ή να σφετεριστεί τη θέση της. Και αυτό γιατί ο ρωμαίος επικός αποκρυστάλλωσε τη ρωμαϊκή αυτοκρατορική συνείδηση και διαμόρφωσε την ωριμότερη έκφραση της λατινικής γλώσσας, δηλαδή τα δύο θεμέλια του δυτικού πολιτισμού.
Η μετάφραση της «Αινειάδας» διά χειρός του Θεόδωρου Παπαγγελή (Αθήνα: ΜΙΕΤ 2018) είναι μακράν η καλύτερη νεοελληνική μετάφραση του ρωμαϊκού έπους. Ομως, η επισήμανση του Ελιοτ υπαινίσσεται ότι ακόμη και μια λαμπρή μετάφραση μπορεί να «μεταφέρει» στη γλώσσα μας μόνο μια ελάχιστη γεύση του περιεχομένου της «Αινειάδας». Ο μέσος αναγνώστης δεν συνειδητοποιεί τη μοναδικότητα του ποιητικού πρωτοτύπου, επειδή δεν έχει τις γνώσεις, την ικανότητα, την υπομονή ή τη διάθεση να το προσεγγίσει, και έτσι θεωρεί τη μετάφραση ως ισοδύναμο ή υποκατάστατο του λατινικού κειμένου. Το να στέκεται αυτοδύναμη η μετάφραση ως καλλιτεχνική δημιουργία συνιστά το ένα μόνον από δύο ζητούμενα. Διότι η πρώτη έγνοια του Παπαγγελή είναι πώς θα αποδώσει το λατινικό κείμενο όσο το δυνατόν πιστότερα. Κατά συνέπεια, μόνον η άγνοια και η υπεροψία του αναγνώστη ή του κριτικού μπορεί να εξηγήσουν την αδιαφορία του για τη σχέση της μετάφρασης με το πρωτότυπο. Οι μεταφράσεις της «Αινειάδας» ανέρχονται σε πολλές χιλιάδες (βλ. «Virgil and his Translators», Οξφόρδη 2018, υπό έκδοση) αλλά ο Βιργίλιος είναι μοναδικός. Η μετάφραση του Παπαγγελή δεν μας επιτρέπει να εφησυχάσουμε, αλλά αντίθετα μας παρακινεί να γνωρίσουμε την ίδια την «Αινειάδα», ώστε να πάψει κάποτε η λατρεία που ως Νεοέλληνες τρέφουμε για τις μεταφράσεις να είναι αντιστρόφως ανάλογη της πλήρους έλλειψης ενδιαφέροντος που επιδεικνύουμε για τα πρωτότυπα κείμενα της κλασικής αρχαιότητας (και όχι μόνο).
Μοιάζει με παγόβουνο
Ενα έπος όπως η «Αινειάδα» μοιάζει με παγόβουνο, από το οποίο είναι ορατό ένα μικρό μέρος της κορυφής του. Η μετάφραση «διαγράφει» τη λατινική γλώσσα, δηλαδή τον έναν από τους δύο παράγοντες που, κατά τον Ελιοτ, κατέστησαν το έπος του Βιργιλίου μοναδικά κλασικό. Ερήμην της λατινικής γλώσσας, είναι αδύνατο να συλλάβουμε τη δισχιλιετή καταλυτική επίδραση της «Αινειάδας» στον δυτικό πολιτισμό, ούτε να παρακολουθήσουμε τη λογοτεχνική δεξίωσή της κατά την αρχαιότητα, το Μεσαίωνα, την Αναγέννηση και τα νεότερα χρόνια. Ερήμην της λατινικής γλώσσας, χάνουμε την ίδια την ποίηση της «Αινειάδας»: όπως π.χ. τον πλούσιο διακειμενικό ορίζοντα του έπους, που έχει ενσωματώσει τον ανθό της ελληνορωμαϊκής λογοτεχνίας από τον Ομηρο μέχρι τις μέρες του· ή τα σχήματα που διαμορφώνουν υπόγεια την πυκνή και ακόμη μερικώς εξερευνημένη ποιητική φυσιογνωμία του (βλ. το τελευταίο βιβλίο του David Quint, «Virgil’s Double Cross: Design and Meaning in the Aeneid», Πρίνστον 2018)· ή τις αφηγήσεις και τις περιγραφές που έχουν ενσωματωθεί στα κύρια ονόματα και συγκροτούν ένα σώμα με την κυρίως αφήγηση (βλ. το βιβλίο μου «Virgil’s Aeneid: Semantic Relations and Proper Names», Οξφόρδη 1997)· και αμέτρητες άλλες πτυχές της ποιητικότητας της «Αινειάδας», η οποία παράγει συνεχώς και αδιάλειπτα νέα, πολύτιμη γνώση.
Παλαιότερες μεταφράσεις
Ο Παπαγγελής δούλεψε πάνω στη μετάφραση της «Αινειάδας» έχοντας απόλυτη συνείδηση της μοναδικότητας του έπους, την οποία άλλωστε παρουσιάζει αναλυτικά στα εκτενή προλεγόμενα. Η μετάφρασή του διαθέτει ποιητικότητα και ρυθμό, η γλώσσα του είναι σύγχρονη (όχι παλιομοδίτικη δημοτική) και συνάμα πλούσια σε λογοτεχνικές αναγωγές. Οπως επισήμανα όμως, στην αφετηρία της εντοπίζεται η έγνοια του Παπαγγελή να δώσει μιαν όσο το δυνατόν πιστότερη μετάφραση. Αυτό φαίνεται κατ’ αρχήν στην επιλογή ενός στίχου ικανού να χωρέσει τον δικό του αναλυτικό και ερμηνευτικό λόγο, δηλαδή του ιαμβικού 21σύλλαβου, που συγκροτείται από έναν οξύτονο δεκασύλλαβο και ένα παροξύτονο ενδεκασύλλαβο. Απέρριψε τον 15σύλλαβο γιατί τον περιόριζε και, εικάζω, για λόγους αισθητικούς. Τι γίνεται όμως με τον ιαμβικό 17σύλλαβο, τον οποίο επινόησε ο Πολυλάς, επεκτείνοντας τον 15σύλλαβο κατά δύο συλλαβές, για να μεταφράσει την ελεγεία 1,3 του Τιβούλλου, ρωμαίου ποιητή σύγχρονου με τον Βιργίλιο; Ο κερκυραίος κριτικός αντιλαμβανόταν τον ιαμβικό 17σύλλαβο ως το νεοελληνικό ισοδύναμο του αρχαίου εξαμέτρου και ταυτόχρονα ως την «απάντηση» σε έναν άλλο στίχο ισοδύναμο του εξαμέτρου, τον «λόγιο» δακτυλικό 17σύλλαβο (γνωστό και ως τονικό δακτυλικό εξάμετρο), ο οποίος εμφανίστηκε στο πλαίσιο της αναβίωσης των αρχαίων μέτρων. Σε δακτυλικό 17σύλλαβο, τον οποίο προώθησε κατ’ εξοχήν με τις μεταφράσεις του ο Johann Heinrich Voss (1751-1826) και εισήγαγε στην Ελλάδα ο γερμανοσπουδαγμένος Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής, συνέθεσε ο Ιάκωβος Ρίζος Ραγκαβής, πατέρας του προαναφερθέντος, την πρώτη πλήρη νεοελληνική μετάφραση της «Αινειάδας» (Κωνσταντινούπολη 1869-1870, έκδοση μεταθανάτια). Η μετάφραση της «Αινειάδας» που εκπόνησε το 1791-1792 ο Ευγένιος Βούλγαρης ήταν σε ομηρική γλώσσα και δακτυλικό εξάμετρο.
Ο αριθμός των συλλαβών
Ο ιαμβικός 17σύλλαβος καθιερώθηκε κυρίως χάρη στην Οδύσ(σ)εια του Καζαντζάκη και τις μεταφράσεις των ομηρικών επών από τους Καζαντζάκη-Κακριδή. Σε αυτόν τον στίχο συνέθεσαν μεταφράσεις της Αινειάδας η Αγγελική Πανωφοροπούλου (1971) και ο Κώστας Τσιλιμαντός (εκ. Ταξιδευτής, 2007). Αντίθετα, ο δακτυλικός 17σύλλαβος δεν βρήκε απήχηση στους νεότερους μεταφραστές έργων της κλασικής αρχαιότητας, αν εξαιρέσουμε τις εξαιρετικές λατινικές μεταφράσεις του Γιώργου Κοτζιούλα, οι περισσότερες από τις οποίες είναι αδημοσίευτες.
Επανέρχομαι στο ερώτημα γιατί ο Παπαγγελής δεν υιοθέτησε τον 17σύλλαβο αλλά τον αδόκιμο 21σύλλαβο. Η ισοδυναμία στον αριθμό των συλλαβών μεταξύ του εξαμέτρου και του 17σύλλαβου είναι πλασματική, δεδομένου ότι η λατινική και η νεοελληνική είναι διαφορετικές γλώσσες. Αν λάβει κανείς υπόψιν του ότι ο μεταφραστής διατηρεί τον ίδιο αριθμό στίχων και κυρίως ότι επιδιώκει να αποδώσει αναλυτικά και με επιμέλεια την πυκνή λατινική αφήγηση, οι απαιτήσεις σε συλλαβές αυξάνονται. Στις μεταφράσεις της Πανωφοροπούλου και του Τσιλιμαντού ο ειδικός διαπιστώνει παραλείψεις ― εκτός βέβαια από αστοχίες, που στον Τσιλιμαντό αφθονούν και εμφανίζονται ακόμη και στον τίτλο του βιβλίου («Poplius» αντί για «Publius»).
Ο 21σύλλαβος δίνει στον Παπαγγελή περισσότερο χώρο να ξετυλίξει τις μεταφραστικές φιλοδοξίες του. Ομως, σε πολλές περιπτώσεις θα αρκούσε ο 17σύλλαβος, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται «κενά», που ο μεταφραστής καλύπτει με διάφορους τρόπους. Ετσι, ενώ η «αναλυτική» μετάφραση «Το χόρτο μες στην ξέρα κι η σοδειά μαραγκιασμένη αρνιόταν να μας θρέψει» (3,142 arebant herbae et victum seges aegra negabat) είναι ευτυχής, αντίθετα η απόδοση του επιθέτου «inlustris» (6,758) με τη χρήση δύο συνωνύμων («επιφανείς, διάσημες») συνιστά παραγέμισμα, που χρησιμοποιεί συχνά ο Παπαγγελής.
Περισσότερες ευκαιρίες
Συνολικά, πάντως, ο 21σύλλαβος δίνει περισσότερες ευκαιρίες, ώστε η μετάφραση να είναι πιο προσιτή στον σύγχρονο αναγνώστη. Προς την ίδια κατεύθυνση λειτουργεί και η διάκριση των επεισοδίων (με αστερίσκο και κενό διάστημα) και ο πραγματολογικός υπομνηματισμός, ο οποίος όμως θα μπορούσε επιπλέον να περιλαμβάνει υφολογικά στοιχεία που παρέμειναν κατ’ ανάγκην αμετάφραστα (π.χ. το ονοματοπαίγνιο Silvius […] silvis στον στ. 6,763-765).
O σταθερά οξύτονος δεκασύλλαβος ενθαρρύνει τις εσωτερικές ομοιοκαταληξίες (1,1-3: «υμνώ», «λαβινικό»· 1,20-22 «το ψηλό», «κραταιό», «το χαμό»· 1,38-39 «τα παρατώ», «το γραφτό»· 1,46-47 «γερά», «θεά»), αποτέλεσμα που προσιδιάζει στη μετρική του Οβιδίου και όχι του Βιργιλίου. Επίσης, η κανονικότητα στη συγκρότηση του 21σύλλαβου, η σταθερή τομή και η περιοδική επανάληψη των προτιμώμενων θέσεων τονισμού του πρώτου ημιστιχίου (2η, 6η, 10η συλλαβή) στο δεύτερο (12η, 16η, 20ή) θυμίζει και πάλι τις «Μεταμορφώσεις» και δεν συνάδει με την ποικιλία του «στοχαστικού» εξαμέτρου της «Αινειάδας». Στην πράξη λοιπόν δημιουργούνται μετρικές συγκλίσεις ανάμεσα στην «Αινειάδα» και τις «Μεταμορφώσεις», κάτι που σίγουρα ο μεταφραστής δεν επιδίωκε (βλ. την αρχή του Προλόγου).
Ο Μιχαήλ Πασχάλης είναι ομότιμος καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης
Ποιητικότητα και ρυθμός
«Με φρένο, με φραγμό, με φυλακή…»
Πέρα από τις όποιες επισημάνσεις, η μετάφραση πετυχαίνει τον ιδανικό συνδυασμό τής κατά το δυνατόν μεγαλύτερης ακρίβειας και αξιοπιστίας με την ποιητικότητα και τον ρυθμό. Ο μέσος αναγνώστης θα εκτιμήσει τα δύο τελευταία στοιχεία, ο ειδικός θα αναγνωρίσει τα δύο πρώτα. Στον Παπαγγελή ανήκει με βεβαιότητα μια θέση στο πάνθεον των μεγάλων ελλήνων μεταφραστών έργων της κλασικής αρχαιότητας, η οποία κατά τη γνώμη μου πρέπει είναι υψηλότερη από αυτήν κάθε άλλου μεταφραστή αρχαίου έπους (ελληνικού ή ρωμαϊκού) κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Ιδού τρία τυχαία δείγματα της δουλειάς του:
1,52-54: ο Αίολος, βασιλιάς των ανέμων:
Εδώ στο κοίλωμα θεόρατης σπηλιάς ο Αίολος, ανέμων βασιλέας,
ανέμους παλαιστές και συριγμούς της θύελλας κρατεί και διαφεντεύει,
με φρένο, με φραγμό, με φυλακή κολάζοντας, αφέντης, την ορμή τους.
4,625-629: η Διδώ εύχεται αιώνια εχθρότητα ανάμεσα στην Καρχηδόνα και τη Ρώμη
«[…] Από τα κόκκαλά μου εκδικητής, όποιος κι αν είσαι που όρισαν οι μοίρες,
ν’ αναστηθείς, τσεκούρι και φωτιά στην προσφυγιά της Τροίας να κραδαίνεις,
ή τώρα ή με χρόνους με καιρούς, όταν της δύναμής σου έρθει η ώρα.
Κι αυτή η ευχή μου: θάλασσες, ακτές, τα όπλα τα δικά τους στα δικά μας
πάντα στην έχθρα, πόλεμο να ζουν παντοτινό κι αυτοί και τα παιδιά τους».
12, 950-952: ο φόνος του Τύρνου και το τέλος της «Αινειάδας»
Με τέτοια λόγια, πάνω στο βρασμό, τη σιδερένια λάμα μες στο στέρνο
την έχωσε· του Τύρνου το κορμί παράλυτο, στα μέλη του μια ψύχρα,
και μ’ ένα παραπόνου βογκητό πέταξε η ψυχή του στα σκοτάδια.
Πόπλιος Βιργίλιος Μάρων
Αινειάδα
Προλεγόμενα, μτφ, σχόλια: Θεόδωρος Παπαγγελής,
2018, σελ. 493
Τιμή: 28 ευρώ