Με την Ελλάδα να βρίσκεται, παρά την κυβερνητική προπαγάνδα, σε απέλπιδα κατάσταση, μας διαφεύγει το τι συμβαίνει συνολικά στην Ευρώπη. Την ώρα που ο κόσμος αλλάζει δραματικά, η Ευρώπη έχει ξεχάσει ότι η ανυπαρξία και η επικέντρωση στη διασφάλιση της εσωτερικής ηγεμονίας μιας χώρας στους κόλπους της κάθε άλλο παρά απαντούν στα επιτακτικά ερωτήματα και του παρόντος και, κυρίως, του μέλλοντος.

Η Ευρώπη έχει ήδη πίσω της μία χαμένη δεκαετία. Η πλήρης πολιτική επιβολή του Βερολίνου έβαλε την επανεθνικοποίηση της ευρωπαϊκής πολιτικής στο επίκεντρο από την πίσω πόρτα: προχθές, η Ανγκελα Μέρκελ καλωσόρισε θερμά ένα ακόμη βήμα αυτής της πορείας: την υποψηφιότητα Βέμπερ για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Διόλου απίθανο είναι δε, η υποψηφιότητα Βέμπερ να βγάλει τελικά πρόεδρο της Επιτροπής ακόμα και την ίδια. Ταυτόχρονα, μία άλλη περιφερειακή σαρωτική επανεθνικοποίηση συντελείται λόγω των άλυτων προβλημάτων, ιδίως του Μεταναστευτικού. Αποτέλεσμα αυτών; Ενα εκρηκτικό μείγμα εγκαθίσταται και η Ευρώπη παραλύει: ούτε εξελίσσεται σε ένα τίμιο «ομοσπονδιακό» μοντέλο, όπου τα βάρη και οι δυσκολίες θα αντιμετωπίζονται από κοινού, ούτε και κινείται, έστω, προς την αντίθετη κατεύθυνση. Δεν κάνει τίποτα. Απλώς κοιτάει. Δεν δίνει απαντήσεις, δεν εξελίσσεται και, όπως είναι φυσικό σε καιρούς που τις απαιτούν, σταδιακά αποδομείται εκ των έσω. Κάτι που ενώ πολύ καλά το αντιλαμβάνεται, επιμένει να υποκρίνεται ότι δεν το καταλαβαίνει.

Στην Ιταλία, η αποσχιστική, ήδη κυβερνητική, Λέγκα του Βορρά είναι πλέον το πρώτο κόμμα. Ταυτόχρονα, στην ίδια τη Γερμανία η οποία, ειδικά στη Σαξονία, ζει τον καλπασμό της Ακροδεξιάς, το εθνικιστικό ξενοφοβικό AfD καταγράφεται τώρα για πρώτη φορά ως δεύτερο κόμμα σε ομοσπονδιακό επίπεδο έχοντας αφήσει πλέον πίσω του το SPD. Στην Αυστρία, η αντίστοιχη Ακροδεξιά είναι κυβέρνηση – για να μη μιλήσει κανείς για το τι συμβαίνει στην Ουγγαρία. Ολες αυτές οι χώρες συνθέτουν το σύνολο σχεδόν των παλιών «Κεντρικών Αυτοκρατοριών» της «Μεσευρώπης» και την καρδιά της κυρίαρχης σημερινής πολιτικής της συσσωμάτωσης, κάτι που θα επιταθεί έπειτα και από το Brexit, το οποίο προστίθεται σε όλα τα παραπάνω καθιστώντας την Ευρώπη ακόμα πιο μονομερή. Ισως γι’ αυτό η Ανγκελα Μέρκελ δήλωσε προχθές: «Εχουμε την ίδια άποψη ότι είναι δυσάρεστο, αλλά πρέπει να προσπαθήσουμε να διαπραγματευθούμε έτσι ώστε οι πολύ καλές, πολύ στενές σχέσεις να είναι δυνατές με τη Βρετανία στη συνέχεια». Πάει πια η οξεία και απειλητική ρητορική Βερολίνου – Βρυξελλών, πάνε και οι μαύρες προφητείες για το αύριο της Βρετανίας που τόσο έντονα εκτοξεύονταν πριν από το δημοψήφισμα: αυτοί που κυριαρχούν στην ΕΕ αντιλαμβάνονται πλέον ότι δεν τους παίρνει να κάνουν τα λιοντάρια. Και τρέμουν μήπως τη θέση της Μέι πάρει ο Τζόνσον.

Τέλος, το σχέδιο Μακρόν για την εξέλιξη του ευρωπαϊκού οικοδομήματος βρήκε, παρά τα ωραία διπλωματικά λόγια, οριστικά τοίχο στο Βερολίνο. Η τελευταία ευκαιρία για αλλαγή δεν υπάρχει πια, την κατάπιαν τα εθνικά συμφέροντα της Γερμανίας και οι αδράνειες του συστήματος των Βρυξελλών τις οποίες τόσο έντεχνα εκείνη αξιοποιεί.

Ομως υπάρχουν και επιτεύγματα: τη μοναδική φορά που η Ευρώπη αποφάσισε να ρωτήσει για κάτι τους πολίτες της ήταν για το αν θα πρέπει ή όχι να… διατηρηθεί η θερινή ώρα! Ε, τι; Λίγο είναι;