«Ηρθα για να μοιράσω όραμα» είπε το Σάββατο ο Αλέξης Τσίπρας από το Βελλίδειο. Η ελληνική εκδοχή του «I have a dream», όμως, κράτησε μόνο μερικά λεπτά. Οι δεσμεύσεις του, που έφεραν επικίνδυνα σε προεκλογικές υποσχέσεις, άρχισαν πριν καλά καλά τελειώσουν οι χλιαρές αναφορές σε ένα «μέλλον με αυτοπεποίθηση και σιγουριά» και στην Ελλάδα «της νέας εποχής που ανατέλλει για τον τόπο».
Τόσο η ομιλία του όσο και η χθεσινή συνέντευξη Τύπου ελάχιστα θύμιζαν πως κάποτε, στο ίδιο μέρος, ο ίδιος πολιτικός έβγαζε πύρινους λόγους, εξαγγέλλοντας μονομερείς ενέργειες. Στη φετινή ΔΕΘ το αφήγημα της εξόδου από τα προγράμματα διάσωσης και της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας ήταν εντελώς συστημικό – με φοροαπαλλαγές που γίνονται έπειτα από συζήτηση και «με βάση τα στοιχεία» και με περικοπές συντάξεων που θα έρθουν «αφού εξηγήσουμε πως το μέτρο είναι αχρείαστο δημοσιονομικά, μη διαρθρωτικό και αντιαναπτυξιακό».
Παραδόξως, η παρουσία Τσίπρα άντλησε στοιχεία ακόμα και από τον μεταρρυθμιστικό λόγο του Εμανουέλ Μακρόν, ενώ συνοδεύθηκε και από σοσιαλδημοκρατικές αναφορές, πασπαλισμένες με ολίγη «πράσινη ανάπτυξη» του Γιώργου Παπανδρέου. Για πρώτη φορά επιχείρησε άνοιγμα στη μεσαία τάξη, παρότι με όσα ανακοίνωσε την πλήττει βαθύτερα. Τίποτα από αυτά, βέβαια, δεν κατάφερε να κρύψει την παροχολογία – αν και ο όρος, όπως τονίστηκε επανειλημμένα, δεν αρέσει στον Πρωθυπουργό. Προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, αύξηση του κατώτατου μισθού: όλα μπήκαν στο τραπέζι, ακόμα κι αυτά που έχουν συμφωνημένη ημερομηνία εφαρμογής το 2021, σε μια προσπάθεια δέσμευσης της επόμενης κυβέρνησης και, πάντα, υπό μεταμνημονιακή επιτήρηση.
Κυρίως, όμως, τίποτα δεν κατάφερε να κρύψει την τακτική πόλωσης που εξακολουθεί να επιλέγει η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Από τη μία ο Πρωθυπουργός ανακοίνωσε την εκκίνηση των διαδικασιών για τη συνταγματική αναθεώρηση και από την άλλη συνέχισε τις αναφορές στο «παλιό πολιτικό σύστημα» και σε «δυνάμεις ακραίου νεοφιλελευθερισμού, που φέρουν τη βαριά ευθύνη για τη χρεοκοπία της χώρας». Κυρίως, έγινε εμφανές πως όσα ανοίγματα προς το Κέντρο κι αν επιχειρήσει, εκ δεξιών του θα κάθεται για πάντα – ή τουλάχιστον, για όσο του επιτρέπει το ποσοστό του – ο Πάνος Καμμένος.
Για τον Πάνο, με αγάπη
Ο γάμος ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν σφραγίστηκε μόνο με λόγια αιώνιας πίστης – αν και υπήρξαν κι αυτά. «Εκτιμώ και σέβομαι την θέση Πάνου Καμμένου. Ομως επειδή τον γνωρίζω καλά, σας διαβεβαιώνω ότι ο Καμμένος δεν θα θέσει σε διακινδύνευση την πορεία ανάκαμψης της οικονομίας και την πολιτική σταθερότητας της χώρας» ανέφερε ο Πρωθυπουργός, καθιστώντας σαφές ότι δεν φοβάται για την τύχη της κυβέρνησης με τυχόν διαφοροποίηση των ΑΝΕΛ στη συμφωνία των Πρεσπών. Και ίσως ούτε θα ‘πρεπε, καθώς οι δεσμεύσεις του απέναντι στον κυβερνητικό του εταίρο επιβεβαιώνουν πως θα συνεχίσουν μαζί ώς τις εκλογές. «Μέχρι το τέλος του έτους, και έπειτα από την επίμονη και διαρκή πίεση του υπουργού Εθνικής Αμυνας, καταβάλλουμε σε ενστόλους αναδρομικά ύψους σχεδόν 1 δισ. ευρώ. Διότι έχουμε τη δυνατότητα» επισήμανε ο Τσίπρας από την Θεσσαλονίκη – αποδίδοντας τα εύσημα στον Καμμένο και όχι στις αποφάσεις του ΣτΕ που θεωρήθηκαν δεσμευτικές ακόμα και από τους ευρωπαίους εταίρους. Αυτό φανερώνει την πίεση από τον δεξιό συγκυβερνήτη του.
Κεντροαριστερά ανοίγματα
Η δεδομένη σχέση με τους ΑΝΕΛ δεν εμπόδισε τον Τσίπρα να συνεχίσει το επικοινωνιακό φλερτ με την Κεντροαριστερά – «ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μια δύναμη με διακριτή ταυτότητα, αλλά δεν αρνείται τον διάλογο και τη συμπόρευση», ανέφερε χαρακτηριστικά. Η προσπάθεια διεμβολισμού λαμβάνει χώρα σε δύο επίπεδα: σε ευρωπαϊκό, όπου οι δύο χώροι «βρίσκονται σε συνεχή διάλογο», και σε τοπικό. Ερωτώμενος για πιθανότητα στήριξης του «πράσινου» περιφερειάρχη Κρήτης Σταύρου Αρναουτάκη, τόνισε πως «η Κρήτη έχει περιφερειάρχη που είναι εξαιρετικά ικανός και αποδεδειγμένα έχει σημαντικό έργο. Είναι ένα από τα πρόσωπα με τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε με θετικό πρόσημο να συνεργαστεί για να οικοδομήσει πλατιά πλειοψηφία». Παρόμοιο τόνο χρησιμοποίησε τόσο για τον Γιάννη Μπουτάρη όσο και για τον περιφερειάρχη Δυτικής Ελλάδας Απόστολο Κατσιφάρα. «Τις τελικές αποφάσεις θα τις πάρει η Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ» επεσήμανε. Παρατήρηση απαραίτητη, αν λάβει κανείς υπόψη την επιφυλακτική στάση που κρατά μερίδα του κόμματος σε ανοίγματα προς στελέχη που δεν προέρχονται ούτε έχουν προσεταιριστεί από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Μισές κουβέντες για το Μάτι
Στις αναφορές του στην τραγωδία στο Μάτι ο Πρωθυπουργός δεν ήταν ούτε κατατοπιστικός ούτε πειστικός. Στην ερώτηση των «ΝΕΩΝ» αν γνώριζε την ύπαρξη νεκρών κατά τη διάρκεια της σύσκεψης το βράδυ της φωτιάς, ο Τσίπρας απάντησε πως «θα έπρεπε να ήμασταν πολύ ανόητοι αν το μέλημά μας ήταν να κρύψουμε τους νεκρούς. (…) Οι νεκροί ούτε κρύβονται ούτε εικάζονται». Απέφυγε να τοποθετηθεί επί της ουσίας, παρότι του επισημάνθηκε ότι σχετικά έγγραφα δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αμφιβολίας. Προτίμησε, κατά την προσφιλή συνήθεια των κυβερνώντων κάθε φορά που ερωτώνται επί του θέματος, να κάνει λόγο «για όρια στην κριτική», τονίζοντας πως «οι πολίτες αντιλαμβάνονται ότι επιχειρείται να κερδηθεί πολιτική υπεραξία πάνω σε αποκαΐδια και νεκρούς». Την ίδια απάντηση έδωσε και λίγο αργότερα, σχετικά με την αποστολή της σχετικής δικογραφίας στην Βουλή, καλύπτοντας πλήρως τους υπουργούς του. Ούτε σε αυτό έπεισε.
Καλά και κακά συλλαλητήρια
Μια νέα προσέγγιση επιχείρησε και για τα συλλαλητήρια για το ονοματολογικό της ΠΓΔΜ, υπό το βάρος και των χαμηλών δημοσκοπικών ποσοστών που συγκεντρώνει στη Βόρεια Ελλάδα. Παρότι τόσο ο Τσίπρας όσο και στελέχη της κυβέρνησης από την πρώτη στιγμή έκαναν λόγο για «ακροδεξιές διαμαρτυρίες», ο Πρωθυπουργός επιχείρησε να διαχωρίσει τις κινητοποιήσεις του περασμένου Φεβρουαρίου από εκείνες του Σαββάτου. «Τον περασμένο Φλεβάρη είχαμε συμμετοχή πολιτών που είχαν μια σεβαστή άποψη, εντούτοις χθες δεν είδαμε ανθρώπους με παρόμοιες ευαισθησίες, αλλά ακραία στοιχεία» ανέφερε χαρακτηριστικά χρωματίζοντας τις διαδηλώσεις. «Οι πολίτες πρέπει να διαχωρίσουν τη θέση τους από μικρές ομάδες που αναπτύσσουν ρητορική μίσους» επεσήμανε. Ξεκαθάρισε πως οι προκλήσεις της σκοπιανής πλευράς, που μιλά για «μακεδονική γλώσσα και ταυτότητα» αποτελούν «προεκλογική ρητορική».
Πιο ενδιαφέρον, ωστόσο, είναι το ότι ο Τσίπρας άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο πρόωρης προσφυγής στις κάλπες. Σύμφωνα με τον ίδιο, η στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης είναι η προκήρυξη εκλογών στο τέλος της τετραετίας. «Ολα, όμως, θα εξαρτηθούν και από την πορεία των πραγμάτων τους επόμενους μήνες» σχολίασε σιβυλλικά, αφήνοντας εμμέσως ανοιχτό το ενδεχόμενο τετραπλών εκλογών τον Μάιο.