Είναι μια ιστορία θα έλεγε κανείς βγαλμένη από τη φαντασία των σεναριογράφων της σειράς «The Americans», ο άνθρωπος που την καταθέτει, ωστόσο, ένας πρώην στρατιώτης της SAS, επίλεκτης μονάδας του βρετανικού στρατού, που υπογράφει με το ψευδώνυμο Τομ Σορ, ορκίζεται πως είναι πέρα για πέρα αληθινή: μέλη της οργάνωσης Φράξια Κόκκινος Στρατός που είχαν διεισδύσει στο κίνημα υπέρ της ελευθερίας στη Λειψία, σχεδίαζαν να δολοφονήσουν τον πρόεδρο της ΕΣΣΔ Μιχαήλ Γκορμπατσόφ κατά την επίσκεψή του στην Ανατολική Γερμανία στις 7 Οκτωβρίου του 1989.
Θα έδιναν έτσι στους Ρώσους το άλλοθι που χρειάζονταν προκειμένου να βγάλουν τα τεθωρακισμένα και να ανακτήσουν τον πλήρη έλεγχο αυτής που ήταν, την εποχή εκείνη, μια χώρα του Συμφώνου της Βαρσοβίας στο χείλος της εξέγερσης. Αν η συνωμοσία για τη δολοφονία του Γκορμπατσόφ είχε στεφθεί με επιτυχία, η ιστορία της Ευρώπης, στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, και πέραν αυτού, θα ήταν αναμφισβήτητα πολύ διαφορετική. Αλλά απέτυχε. Χάρη στον «Τομ Σορ». Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει στο βιβλίο που κυκλοφόρησε την Παρασκευή στη Βρετανία, με τίτλο «Pilgrim Spy».
Ο Σορ λέει πως αυτή την ιστορία δεν την είχε πει στο παρελθόν ούτε στη σύζυγό του. Και αν αποφάσισε να την αποκαλύψει τώρα, είναι γιατί «οι περισσότεροι από τους εμπλεκόμενους είναι νεκροί ή απόμαχοι, δεν αποκαλύπτονται επιχειρησιακά μυστικά και δεν τίθενται σε κίνδυνο ζωές». Ενιωσε λοιπόν πως «ήταν ένα σημαντικό επεισόδιο της ευρωπαϊκής Ιστορίας» που δεν έπρεπε να χαθεί. Οπως δεν πρέπει να ξεχαστούν όλοι εκείνοι οι άνθρωποι, στη Λειψία, που έθεσαν σε κίνδυνο τη ζωή τους, παλεύοντας υπέρ της μεταρρύθμισης και της δημοκρατίας – αυτοί που τελικά επέφεραν την πτώση του Τείχους και τη Γκλάσνοστ στην Ανατολική Ευρώπη.
Ο «Σορ» στάλθηκε στην Ανατολική Γερμανία το 1989 από τις βρετανικές υπηρεσίες ασφαλείας με αποστολή να μάθει λεπτομέρειες για μια επικείμενη σοβιετική στρατιωτική επιχείρηση. Τέτοια στοιχεία ο βρετανός κατάσκοπος δεν βρήκε, ήρθε όμως σε επαφή με μέλη του κινήματος υπέρ της δημοκρατίας στη Λειψία. Τους επέτρεψε μάλιστα να χρησιμοποιούν τον ασύρματο των ειδικών δυνάμεων στον οποίο είχε πρόσβαση, ώστε να τους βοηθήσει να διαδοθούν οι ειρηνικές «διαδηλώσεις της Δευτέρας» που ελάμβαναν χώρα στη Λειψία. «Λίγες εβδομάδες αργότερα, έκανα συντήρηση στον ασύρματο σε απομονωμένη τοποθεσία όταν ξαφνικά ήρθα αντιμέτωπος με δύο ενόπλους. Κατάφερα να τους εξουδετερώσω, στη διάρκεια της ανάκρισης όμως μου είπαν πως ήταν μέλη της Φράξιας Κόκκινος Στρατός» – πιο συγκεκριμένα, της επονομαζόμενης «τρίτης γενιάς» της οργάνωσης, που έδρασε τη δεκαετία του 1980 και έως το 1998. «Είχαν διεισδύσει στο κίνημα της ελευθερίας, ήξεραν για τον ασύρματο, τον ήθελαν», γράφει ο Σορ.
Το πραγματικό σοκ όμως ήρθε για αυτόν λίγο αργότερα, όταν οι δύο ένοπλοι του αποκάλυψαν, υπό πίεση, τη συνωμοσία για τη δολοφονία του Γκορμπατσόφ στη διάρκεια της επίσκεψής του στο Βερολίνο για τους εορτασμούς των 40ών γενεθλίων της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Ο Σορ αποφάσισε πως η συνωμοσία έπρεπε να εμποδιστεί πάση θυσία, και έκανε ό,τι έπρεπε για αυτό. Του είχαν πει, τότε, πως πηγή της ήταν ανώτερα στελέχη του Πολίτμπιρο και της KGB. Σύμφωνα μάλιστα με τον ίδιο, δύο από τους άνδρες που είχαν εμπλακεί στο σχέδιο βρίσκονται ακόμα εν ενεργεία και στη λίστα των πλέον καταζητούμενων της Γερμανίας.
Ο πρώην κατάσκοπος – που έβλεπε συχνά – πυκνά μπροστά του τότε τον ταγματάρχη Βλαντίμιρ Πούτιν, επικεφαλής της KGB στη Σαξονία, αλλά άγνωστο ακόμα σχεδόν σε όλους – δηλώνει σήμερα «υπερήφανος που έπαιξα έναν μικρό ρόλο στην απελευθέρωση ενός έθνους». Ομολογεί ωστόσο πως τα όσα είδε, και τα όσα αναγκάστηκε να κάνει πριν και αμέσως μετά την Πτώση του Τείχους «τον άλλαξαν για πάντα προς το χειρότερο».