Στις εκλογές Μαρτίου 1933 θα εκλεγεί πρώτο κόμμα με 38,07% των ψήφων και 116 έδρες το Λαϊκό Κόμμα (Παναγής Τσαλδάρης). Δεύτερο το Κόμμα Φιλελευθέρων (Ελευθέριος Βενιζέλος) με 33,29% και 80 έδρες.
Μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων ο Νικόλαος Πλαστήρας επισκέπτεται στο σπίτι του τον Βενιζέλο και τον ερωτά: «Οι Λαϊκοί θα έχουν την απόλυτη πλειοψηφίαν. Τι θα γίνει; Θα παραδώσετε την εξουσίαν;». «Φυσικά» του απάντησε ο Βενιζέλος.
Ο Πλαστήρας, παρασυρόμενος ίσως από τον θαυμασμό που έτρεφε προς τον Μουσολίνι και το καθεστώς του λόγω της μακρόχρονης παραμονής του στην Ιταλία, εισηγήθηκε ως λύση την επιβολή δικτατορίας. Ο Βενιζέλος του απάντησε:
«Νομίζω, αγαπητέ φίλε στρατηγέ Πλαστήρα, ότι δεν είσαι ικανός να κάνεις τον δικτάτορα, μετά δύο-τρεις μήνες θα καταπέσης οικτρώς. Να μεταβήτε εις Ιταλίαν και να πείσετε τον Μουσολίνι να έλθει εδώ να γίνει δικτάτωρ. Τότε ίσως αποφασίσω να γίνει δικτατορία».
Το κίνημα θα αποτύχει και ο Ελευθέριος Βενιζέλος θα είναι και πάλι στόχος της Δεξιάς και των βασιλοφρόνων. Οργανώθηκε επιχείρηση για την εξόντωσή του.
Συνεδρίαση της Βουλής 15ης Μαΐου 1933. Ο Ιωάννης Μεταξάς, ο μετέπειτα δικτάτορας της 4ης Αυγούστου 1936, επί δύο ώρες ανέπτυσσε το κατηγορητήριο κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου για το κίνημα του Πλαστήρα.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος υποστήριξε ότι ενώ διαφωνούσε με την πρωτοβουλία του Πλαστήρα, δεν μπορούσε και να το αποτρέψει. «Είχον, λοιπόν, ένα στρατηγόν επαναστάτην, όπως με κατηγόρησαν, ο οποίος προσέφερε μεγάλας υπηρεσίας εις τον τόπον…».
Στο σημείο αυτό διακόπηκε από βουλευτές και πολίτες από τα θεωρεία με κραυγές: «Δολοφόνοι, «άτιμοι», «κάτσε κάτω», «να φύγετε»… Ξαφνικά μπήκαν στην αίθουσα κάποια περίεργα άτομα και άρχισαν να κατευθύνονται προς το βήμα με απειλητικές διαθέσεις. Οι βουλευτές των Φιλελευθέρων συγκρότησαν προστατευτικό κλοιό γύρω από τον Βενιζέλο. Ηρεμος αυτός, κάλεσε τον Πρόεδρο της Βουλής να επιβάλει την τάξη. Εκείνος παρακολουθούσε αδιάφορος – ή και χαρούμενος – το επεισόδιο. Ο Βενιζέλος άφησε τελικά το βήμα δηλώνοντας ότι δεν μπορούσε πλέον να συνεχίσει την αγόρευσή του. Ηταν η τελευταία αγόρευσή του στη Βουλή και ο «πρόλογος» της δεύτερης απόπειρας δολοφονίας του.
6 Ιουνίου 1933. Αμπελόκηποι. Την επομένη στα «Αθηναϊκά Νέα» δημοσιεύτηκε αφήγηση του ίδιου του Βενιζέλου: «Ενώ επροχωρούσαμε επιστρέφοντες από την Κηφισιάν μεταξύ Αμαρουσίου και Χαλανδρίου και πλησίον του κέντρου “Παράδεισος”, ως πληροφορούμαι τώρα ότι λέγεται, ήκουσα αλλεπαλλήλους πυροβολισμούς ριπτομένους εναντίον μας.
Οι πρώτοι πυροβολισμοί ερρίφθησαν κατά του αυτοκινήτου της ασφαλείας μου, το οποίον και ηχρηστεύθη ευθύς αμέσως, διότι αι σφαίραι είχον διατρήση τα ελαστικά. Οι πυροβολισμοί ερρίπτοντο από αυτοκίνητον ανοικτόν, πλήρες επιβατών, το οποίον ηκολούθει το ιδικόν μου από ελαχίστης αποστάσεως. Με εβοήθησεν η γνώσις των κινδύνων και συνέστησα από του πρώτου πυροβολισμού εις την γυναίκα μου να καθήσωμεν κάτω εις το αυτοκίνητον, ώστε να δίδωμεν μικρότερον στόχον. Εις μίαν στιγμήν ετραυματίσθη ο σωφέρ και εσταμάτησε το αυτοκίνητον. Του είπα τότε να προχωρήση οπωσδήποτε, όπερ, παρ’ όλον το τραύμα του, και κατώρθωσε να πράξη. Το αυτοκίνητον των δολοφόνων μας παρηκολούθησεν, ενώ οι επιβαίνοντας αυτού επυροβόλουν συνεχώς εναντίον μας.
Υπολογίζω ότι ετρέχαμεν επί δύο ή τρία χιλιόμετρα και συγκεκριμένως από του “Παραδείσου” μέχρι σχεδόν του Πτωχοκομείου πυροβολούμενοι, πότε εκ των όπισθεν και πότε εκ των πλαγίων. Κατά το διάστημα αυτό συναντήσαμε τρία λεωφορεία, άτινα ανήρχοντο από τας Αθήνας εις Κηφισιάν. Οι δολοφόνοι μόλις έβλεπαν το λεωφορείον εσταμάτον τους πυροβολισμούς, διά να τους επαναλάβουν μόλις το εξεπερνούσαν. Εις μίαν στιγμήν ερωτώ την γυναίκα μου πώς είνε. Μου απέκρυψεν ότι είχε δεχθή τέσσαρας σφαίρας και μου είπεν ότι μόνον μία σφαίρα την έθιξε. Πριν φθάσωμεν εις το Ψυχικό οι πυροβολισμοί εσταμάτησαν. Προφανώς τα ρεβόλβερ των δολοφόνων είχον κενωθή. Τα εγέμισαν εκ νέου και μας επετέθησαν με νέαν ομοβροντίαν μεταξύ Ψυχικού και Πτωχοκομείου. Ημείς επροχωρήσαμε και εχάσαμε τα ίχνη του αυτοκινήτου των δολοφόνων.
«Ημείς», εξηκολούθησε ο κ. Βενιζέλος, «την εγλυτώσαμεν. Δυστυχώς εις εκ των ανδρών της ασφαλείας μου ετραυματίσθη σοβαρώς, επίσης δε και ο σωφέρ μου φέρει τρία τραύματα εις τον αριστερό βραχίονα».
Την απόπειρα είχε οργανώσει ο διοικητής της Γενικής Ασφάλειας Ιωάννης Πολυχρονόπουλος με συμμετοχή του αδελφού του, ο οποίος οδηγούσε το αυτοκίνητο των δραστών και του λήσταρχου Καραθανάση.
Ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Τσαλδάρης πρότεινε στον Βενιζέλο «συμψηφισμό». Να αμνηστευτούν οι κινηματίες και εκείνος να συναινέσει «σε ομαλή διέξοδο από την περιπλοκή της απόπειρας». Ο Βενιζέλος θα απορρίψει την πρόταση.
Για το πραξικόπημα θα παραπεμφθούν σε δίκη 36 αξιωματικοί. Η δίκη δεν θα διεξαχθεί, αλλά οι περισσότεροι θα δικαστούν για βαρύτερα αδικήματα. Τελικά θα αποστρατευθούν 46 αξιωματικοί όλων των όπλων. Ηταν όλοι βενιζελικοί.
Εξαιρέθηκαν οι Οθωναίος, Μαζαράκης και Τσιμικάλης γιατί είχαν μεγάλη ακτινοβολία στις λαϊκές τάξεις. Η δίκη με 18 κατηγορουμένους άρχισε στις 22 Φεβρουαρίου 1935, αλλά δεν τελείωσε ποτέ! Μετά το αποτυχημένο κίνημα του Βενιζέλου της 1ης Μαρτίου 1935 αναβλήθηκε επ’ αόριστον.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος θα αναχωρήσει για το Παρίσι. Υστερα από έναν χρόνο, 18 Μαρτίου 1936, ώρα 10.30, θα σταματήσει η καρδιά του εθνάρχη.
Οι φιλοβασιλικοί με συνθήματα «έξω ο τρισκατάρατος» ματαίωσαν τη μεταφορά της σορού πρώτα στην Αθήνα για την απονομή των καθιερωμένων τιμών. Η σορός μεταφέρθηκε κατευθείαν στην Κρήτη!
Ο Γιώργος Ρωμαίος είναι δημοσιογράφος – συγγραφέας.
Βιβλία: Το τετράτομο «Η περιπέτεια του κοινοβουλευτισμού», «Η Ελλάδα των δανείων και των χρεοκοπιών», «Από τον Οθωνα στην καγκελάριο Μέρκελ – 180 χρόνια οι Γερμανοί στην Ελλάδα», «Η Ευρώπη και η Ελλάδα – Από την κρίση στην ελπίδα» (εκδόσεις Πατάκη)