Ξεκίνησε το 2010, λειτούργησε ως όχημα του πιο επιθετικού λαϊκισμού και κορυφώθηκε στο δημοψήφισμα του 2015. Ενας αντιευρωπαϊσμός που θύμιζε μεσαιωνικό κυνήγι μαγισσών. Ακριτος, ανερμάτιστος, βίαιος, δαιμονοποιούσε οτιδήποτε είχε ευρωπαϊκό πρόσημο. Η Ευρώπη ήταν (και ίσως είναι ακόμη) για περισσότερους από έξι στους δέκα Ελληνες η πηγή του κακού, η αιτία της χρεοκοπίας μας, το μακρύ χέρι που μπήκε στην τσέπη μας. Και επειδή όσοι έσερναν τότε τον χορό έπρεπε να ιδεολογικοποιήσουν τις κραυγές τους, ακούσαμε περί οραμάτων του Αντενάουερ που ξεσκίστηκαν χάριν της «Ευρώπης των τραπεζών», περί ολοκληρωτισμών και τέτοια φούμαρα. Το φαινόμενο βέβαια δεν είχε αποκλειστικά ελληνική ούγια. Ο αντιευρωπαϊσμός ξέβαψε παντού. Από το Brexit έως εκείνο το φωτομοντάζ που αποθεώθηκε, με τους ευρωπαίους ηγέτες σε μια φουσκωτή βάρκα έτοιμη προς βύθιση. Εμμονές εγωκεντρικών ανόητων που πιστεύουν ότι η ένταση της ιδεοληψίας τους μπορεί να έχει περισσότερη δύναμη από μια ιστορία αιώνων.
Τα αντανακλαστικά που καλλιεργεί η ιστορική παράδοση της Ευρώπης είδαμε χθες. Με την ενεργοποίηση του άρθρου 7 κατά της Ουγγαρίας του Ορμπαν. Δηλαδή, κατά της χειραγώγησης των θεσμών και ειδικά της Δικαιοσύνης, της στοχοποίησης των ΜΜΕ που κάνουν κριτική στην κυβέρνηση, της παγίδευσης και της δίωξης των πολιτικών αντιπάλων, της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών και των αξιών. Η Ευρώπη είναι πάντα το «σπίτι» που ξέραμε, με τις ορθάνοιχτες πόρτες. Κι αν σε μια μπόρα έσταξε λίγο το ταβάνι, αποδείχθηκε τελικά ότι είναι επαρκώς μονωμένο και δεν απειλείται από διαβρωτικούς μαδουρισμούς. Τους εθνολαϊκιστές μπορεί να τους κλειδώνει απέξω ή να τους γυρίζει την πλάτη και να τους αφήνει να μιλάνε απέναντι σε άδεια έδρανα. Και, κυρίως, ο ευρωπαϊκός πολιτικός πολιτισμός δεν πέφτει στην παγίδα των «εκλεγμένων δικτατόρων». Μια φορά την έπαθε με τον Χίτλερ. Γιατί η δημοκρατία δεν εξαντλείται στην επιβολή της άποψης των περισσότερων, αλλά τεκμηριώνεται με την προστασία, από αυτήν την άποψη, των ολιγότερων.