Οι κακές γλώσσες της αντιπολίτευσης λένε ότι στο Μαξίμου σχεδιάζουν τη στρατηγική τους με ορίζοντα ημέρας. Είναι μια κριτική που πιθανόν έχει βάση σε κάποια ζητήματα. Αν όμως συνδέσει κανείς μεταξύ τους μια σειρά από συριζαϊκές κινήσεις στην πολιτική σκακιέρα, θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι το στενό πρωθυπουργικό περιβάλλον σχεδιάζει με ορίζοντα πολύ πιο μακρινό. Συγκεκριμένα, με ορίζοντα την επόμενη τετραετία, εκείνη που πιθανότατα ο ΣΥΡΙΖΑ θα βρίσκεται στα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και η ΝΔ, όπως οι δημοσκοπήσεις δείχνουν, στην κυβέρνηση.

Μακεδονικό, τα προνομοθετημένα μέτρα που εξήγγειλε από τη ΔΕΘ ο Τσίπρας, απλή αναλογική, η κυβερνητική αντιμετώπιση των επιτοκίων δανεισμού της χώρας, το κατά τη νεοδημοκρατική ανάγνωση «τέταρτο Μνημόνιο» και τα συμφωνηθέντα με τους εταίρους υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα μέχρι το 2060. Ολα ναρκοθετούν την επόμενη μέρα του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Μόνο οι τσιπρικές εξαγγελίες από βήματος Βελλιδείου, εφόσον προνομοθετηθούν ώς το τέλος του τρέχοντος έτους – όπως υποσχέθηκε ο Πρωθυπουργός -, δεσμεύουν την επόμενη κυβέρνηση να εφαρμόσει πολιτικές που δεν είναι δικές της για διάστημα τουλάχιστον τριών τέταρτων της θητείας της. Συν τοις άλλοις, τα περισσότερα από τα μέτρα που ανακοίνωσε το προηγούμενο Σαββατοκύριακο «κόβουν φόρους αυξάνοντας ταυτόχρονα τις κρατικές δαπάνες», υποστηρίζουν οι νεοδημοκράτες. Η εν λόγω συνταγή από μόνη της αρκεί για μια νέα οικονομική αποτυχία.

Παρεμπιπτόντως, σύμφωνα με γνωστό αναλυτή, «αν δούμε τα στοιχεία των δημοσκοπήσεων συγκεντρωτικά, φαίνεται πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα βρίσκεται στην αξιωματική αντιπολίτευση διατηρώντας ένα ποσοστό γύρω στο 20%. Αυτό σημαίνει ότι θα έχει δύναμη». Θα έχει δύναμη, θα προσέθετε κάποιος, να επιστρέψει «αποτελεσματικά» στην αντιπολιτευτική τακτική που ακολουθούσε από το 2012 και μέχρι το 2015. Οι προαναφερθείσες νάρκες αλλά και η παραπάνω δημοσκοπική εκτίμηση είναι γνωστές στην Πειραιώς. Εξού και το μήνυμα που ήδη εκπέμπει το κόμμα είναι πως «η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ τελειώνει το βράδυ των εκλογών». Για τον ίδιο λόγο ο γαλάζιος αρχηγός σε όλα τα πρόσφατα ταξίδια του στο εξωτερικό έχει παρουσιάσει, σύμφωνα πάντα με τους στενούς του συνεργάτες, το δικό του σχέδιο για τη μεταμνημονιακή εποχή της χώρας. Σπεύδοντας, βέβαια, να καθησυχάσει τις ανησυχίες των εταίρων για την τήρηση των συμφωνηθέντων. Αυτό που διατείνεται ότι θα αλλάξει είναι «το μείγμα της πολιτικής».

Τα πλεονάσματα. Οι στόχοι, όμως, τους οποίους έχει συμφωνήσει με τους Ευρωπαίους και περάσει από το Κοινοβούλιο ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένουν. Στόχοι όπως το πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022 και μετά 2,2% από το 2023 έως το 2060, που όλοι οι οικονομικοί αναλυτές εντός και εκτός συνόρων συμφωνούν ότι είναι ανέφικτοι, αφού καμία χώρα της ευρωζώνης δεν τους έχει πετύχει, καθώς έχει επισημάνει και το Bloomberg. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, στη ΝΔ ελπίζουν ότι θα κατορθώσουν σε δεύτερο στάδιο να επαναδιαπραγματευθούν τα πλεονάσματα.

Παράλληλα, η κυβερνώσα Αριστερά, παρά τη ρητορεία περί ανάκτησης της εθνικής κυριαρχίας από την 21η Αυγούστου, έχει συμφωνήσει σε ένα πλαίσιο αυστηρής μεταμνημονιακής εποπτείας – το οποίο προβλέπει τριμηνιαίες αποστολές της τρόικας στην Ελλάδα για αξιολόγηση καθώς και έκδοση τριμηνιαίων αναφορών με τα ευρήματα της Κομισιόν που θα υποβάλλονται στο Ευρωκοινοβούλιο, την ελληνική Βουλή και το EuroWorking Group. Μόνο αν αυτές οι αναφορές είναι θετικές θα ενεργοποιούνται τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους. Γι’ αυτό και η ΝΔ μιλούσε για ένα άτυπο τέταρτο Μνημόνιο, επειδή η χώρα θα ελέγχεται αλλά δεν θα χρηματοδοτείται.

Ο δανεισμός. Η λιγότερο προφανής νάρκη που έχει βάλει ο ΣΥΡΙΖΑ στην επόμενη κυβέρνηση είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζει – και μάλιστα δημοσίως – τα ελληνικά επιτόκια δανεισμού, τα οποία στην ανάγνωση αρκετών οικονομικών μυαλών της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι στην πράξη απαγορευτικά για δανεισμό από τις αγορές. Μιλά, φέρ’ ειπείν, ο Πρωθυπουργός για το περιλάλητο μαξιλάρι, που θα υπάρχει για δυόμισι χρόνια, σαν να αδιαφορεί για το γεγονός πως αν το μαξιλάρι χρησιμοποιηθεί, η χώρα θα παραδέχεται επί της ουσίας στους επενδυτές την οικονομική της αδυναμία. Και η πιθανότερη αντίδραση των αγορών σε κάτι τέτοιο θα είναι να μη δανείζουν πια στην Ελλάδα. Αρα, μια γαλάζια κυβέρνηση οφείλει πρώτα απ’ όλα να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των αγορών.

Η απλή αναλογική. Πέρα όμως από τα δημοσιονομικά, καθαρά πολιτικά μιλώντας, ο Μητσοτάκης έχει μπροστά του τον σκόπελο της προεδρικής εκλογής του 2020. Δεν είναι λίγοι οι έμπειροι κοινοβουλευτικοί της ΝΔ που ανησυχούν για μια επανάληψη του 2014, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ μπλόκαρε την εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας προκειμένου να οδηγήσει τη χώρα σε πρόωρες εκλογές. Με αυτό το πρίσμα αναλύουν και τη θεσμοθέτηση της απλής και άδολης αναλογικής από την πρώτη φορά Αριστερά. «Δεν την πέρασαν γιατί είναι πάγια θέση της Αριστεράς, την πέρασαν για να γίνουν με αυτό το εκλογικό σύστημα οι εκλογές του 2020, αν τις προκαλέσουν» επισημαίνουν.

Σε μια τέτοια περίπτωση το επικρατέστερο σενάριο είναι πως κανένα κόμμα δεν θα κατορθώσει να πιάσει αυτοδυναμία. Και με βάση τον – για να το πούμε κομψά – κατακερματισμό του πολιτικού συστήματος, υπάρχει σοβαρή πιθανότητα αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας. Σύμφωνα, μάλιστα, με μια εκτίμηση, η απλή αναλογική ίσως οδηγούσε σε προκήρυξη εκλογών κάθε μήνα, κάνοντας έτσι πραγματικότητα το μαοϊκό τσιτάτο, που τόσο αρέσει στους συριζαίους συντρόφους, «μεγάλη αναταραχή, υπέροχη κατάσταση». Ο Μητσοτάκης, από την πλευρά του, έχει δηλώσει ότι σκοπεύει να αλλάξει τον εκλογικό νόμο μόλις αναλάβει την πρωθυπουργία. Για να ισχύσει, ωστόσο, η αλλαγή από τις αμέσως επόμενες εκλογές πρέπει να στηριχθεί από τα 2/3 των βουλευτών.

Η συμφωνία των Πρεσπών. Ορισμένοι βλέπουν ως απόπειρα ναρκοθέτησης της μητσοτακικής θητείας και τη συμφωνία των Πρεσπών. Στη λογική ότι υπάρχει το ενδεχόμενο να κληθεί η ΝΔ ως κυβέρνηση να την κυρώσει στην ελληνική Βουλή – μιας και ήδη ισχύει διεθνώς -, ενώ ως αξιωματική αντιπολίτευση την καταγγέλλει ως «κακή». Παρ’ όλα αυτά, αν ισχύουν όσα είπε την Πέμπτη ο Νίκος Βούτσης – ότι δηλαδή η συμφωνία θα περάσει από τη Bουλή πριν από τις εθνικές κάλπες -, η ΝΔ θα κληθεί απλά να τη σεβαστεί. Εξάλλου, στα ευρωπαϊκά σαλόνια ομόθυμα στηρίζουν την επίλυση του Μακεδονικού και το έχουν καταστήσει σαφές και με δημόσιες τοποθετήσεις. Οπως η πρόσφατη του αντιπροέδρου της Κομισιόν που – sic – απέτισε φόρο τιμής στο θάρρος του Αλέξη Τσίπρα και των συνεργατών του για να ξεπεραστεί το αδιέξοδο με την ΠΓΔΜ. Σύμφωνα, πάντως, με πηγές της Πειραιώς, «αν τα Σκόπια την κυρώσουν και αλλάξουν και το Σύνταγμά τους, οι διεθνείς συμφωνίες δεν ακυρώνονται».

Στην πολιτική κοσμοθεωρία του νυν αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης το κράτος έχει συνέχεια, λένε συχνά οι συνεργάτες του. Σύμφωνοι. Εκείνος, όμως, κινδυνεύει να πρέπει – προκειμένου να μείνει πιστός στις αρχές του – να συνεχίσει ορισμένες από τις πτυχές του κράτους που δημιούργησε ο ΣΥΡΙΖΑ.