Ηλπιζε κανείς ότι η βαθύτατη κρίση που συνεχίζει να βιώνει η χώρα μας θα έκανε το πολιτικό σύστημα σοφότερο. Αντ’ αυτού, είδαμε πολιτικές δυνάμεις να καταφεύγουν σε μεθόδους αναρρίχησης στην εξουσία οι οποίες έχουν άμεση σχέση με τα αίτια που οδήγησαν στην κρίση.
Είδαμε κόμματα να ασκούν σκληρή αντιπολίτευση και να υπόσχονται τα πάντα στους πάντες για να σαγηνεύσουν το εκλογικό σώμα. Είδαμε να απευθύνονται στο θυμικό των ψηφοφόρων, να χρησιμοποιούν τις υποτιθέμενες αυταπάτες τους για να τους εξαπατήσουν, να υποδαυλίζουν χαμηλά ένστικτα, να δικαιολογούν τη βία, να επιστρατεύουν διχαστικά σχήματα με προδότες και πατριώτες, γερματσολιάδες και ήρωες κάποιας φανταστικής αντίστασης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ κατάφεραν με αυτή την τόσο δοκιμασμένη αλλά και τόσο καταστροφική μέθοδο να κατακτήσουν την εξουσία. Και σαν να μη διδάχθηκαν τίποτε από τη συνέχεια, από το Μνημόνιο στο οποίο σύρθηκαν, επιστρατεύουν μια άλλη δοκιμασμένη και καταστροφική μέθοδο, εκείνη της ακατάσχετης παροχολογίας. Επιστρέφουν, δηλαδή, σε μια τακτική προσλήψεων και παροχής επιδομάτων που δοκιμάστηκε κατ’ εξοχήν την περίοδο 2004 – 2009 με καταστροφικά αποτελέσματα.
Λέγεται – και πολύ σωστά – ότι όποιος δεν διδάσκεται από το παρελθόν δεν έχει μέλλον. Κι αυτό το παρελθόν είναι πολύ πρόσφατο για να μη βλέπει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ότι εάν από τη μία πλευρά η ακατάσχετη παροχολογία οδηγεί σε δημοσιονομικό εκτροχιασμό, από την άλλη δεν προσφέρει τίποτε στους εμπνευστές της σε όρους πολιτικού κέρδους. Αντίθετα, εκτός από την οικονομία τραυματίζει και τη δημοκρατία. Γιατί η παραχολογία δεν είναι φιλολαϊκή πολιτική. Είναι ψηφοθηρία και εκμαυλισμός συνειδήσεων.