Από υποσχέσεις για παροχές ύπνου σε γονείς και παιδιά μέχρι εξαγγελίες για μειώσεις στον ΕΝΦΙΑ και στις εισφορές των επαγγελματιών, αλλά και σκληρό ροκ στο Στρασβούργο. Είχε πολλά η εβδομάδα που πέρασε, με την οποία άνοιξε, ουσιαστικά, μια προεκλογική περίοδος σκληρής αντιπαράθεσης μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, άγνωστης προς το παρόν χρονικής διάρκειας, αλλά με σχεδόν βέβαιη ανώτερη διάρκεια έως τον Μάιο του 2019, την ημέρα διενέργειας των ευρωεκλογών.
Από τις αρχές της εβδομάδας και για ένα τριήμερο ο υπουργός Παιδείας ασχολούνταν με το αν το κουδούνι θα χτυπάει στις 9, λες και αυτό είναι το μείζον πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα σχολεία. Τη σκυτάλη πήρε το Μαξίμου με διαρροές για τα οφέλη από τις υπεσχημένες μειώσεις στον ΕΝΦΙΑ στους μικροϊδιοκτήτες ακινήτων. Ακολούθησε η Αχτσιόγλου με εξαγγελίες για μειώσεις στις εισφορές των επαγγελματιών που έχουν εκτοξευθεί στα ύψη με τον νόμο Κατρούγκαλου. Με τις κλητεύσεις τραπεζικών και κομματικών στελεχών «θυμηθήκαμε» πάλι τα δάνεια των κομμάτων, ενώ ο Πρωθυπουργός με την ομιλία του στο Ευρωκοινοβούλιο μετέδιδε με πρωτοβουλία του απευθείας στο εξωτερικό την εικόνα της ακραίας πολιτικής πόλωσης που επικρατεί στο εγχώριο σκηνικό, την απουσία ελάχιστης συναίνεσης στα βασικά ζητήματα που αντιμετωπίζει η χώρα.
Από όλα θα έχει ο δρόμος προς τις κάλπες, όπως έδειξε η περασμένη εβδομάδα. Επιθέσεις μέχρις εσχάτων, σκληρά φάουλ και απεριόριστη σκανδαλολογία, ενώ η κυβέρνηση με σειρά εξαγγελιών και υποσχέσεων έχει αποφασίσει να υποδυθεί τον ρόλο του Ρομπέν των φτωχών και αδυνάτων, στοχεύοντας σε ένα καλό μετεκλογικό ποσοστό δύναμης στη νέα Βουλή. Σε αυτό στοχεύει με το σχέδιό της για τον νέο ΕΝΦΙΑ, το οποίο ωστόσο, με τη μορφή που διέρρευσε, περιλαμβάνει κενά και άγνωστους Χ που σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να αντιστρέψουν το παρουσιαζόμενο σημερινό αποτέλεσμα. Περιλαμβάνει μειώσεις του φόρου κυρίως προς τους μικρούς ιδιοκτήτες αποκλείοντας τη μεσαία περιουσία που έχει πληγεί σοβαρά από τη φορολογική πολιτική της σημερινής κυβέρνησης. Και ίσως τα πράγματα να αποδειχθούν ακόμη χειρότερα αφού στο κυβερνητικό σχέδιο ελαφρύνσεων για τον ΕΝΦΙΑ δεν έχει υπολογιστεί η παράμετρος των δύο νέων συνεχόμενων αυξήσεων στις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων, το 2019 και το 2020, για τις οποίες η κυβέρνηση δεσμεύτηκε προς τους δανειστές για να κλείσουν η τέταρτη αξιολόγηση και το τρίτο Μνημόνιο.
Προς το ίδιο εκλογικό ακροατήριο απευθύνονται οι εξαγγελίες του υπουργείου Εργασίας για αυξήσεις στον κατώτατο μισθό, ενώ την ίδια κατεύθυνση στοχεύουν οι ελπίδες που μοιράζει η κυβέρνηση στους συνταξιούχους για τη μη περικοπή των συντάξεων που η ίδια έχει ψηφίσει. Ομως, ούτε οι κατά τα άλλα αναγκαίες – και μικρές, όπως θα αποδειχθεί στην πορεία – αυξήσεις στον κατώτατο μισθό θα επανεκκινήσουν την ελληνική οικονομία, ούτε οι νέες διορθώσεις στον ΕΝΦΙΑ θα βελτιώσουν τις αδικίες του φόρου, ούτε και οι συνταξιούχοι γνωρίζουν ακόμη τι τους ξημερώνει.
Το θέμα είναι ότι για τους επόμενους σχεδόν εννιά μήνες θα ασχολούμαστε με υποσχέσεις που ίσως είναι όπως εμφανίζονται, ίσως κρύβουν δυσάρεστες εκπλήξεις ή ίσως μείνουν, για μία ακόμη φορά, υποσχέσεις. Το βέβαιο είναι ότι όλες αυτές δεν μπορούν να συνθέσουν ένα αξιόπιστο σχέδιο για την επόμενη μέρα στη χώρα.